Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν θριάμβευσε στις εκλογές. Όχι το κόμμα ΠΑΣΟΚ. Ο πολιτισμός του ΠΑΣΟΚ. Αυτοί οι άνθρωποι που εδώ και χρόνια επιλέγουν την ησυχία απέναντι στην ελευθερία.
Δεν είναι και οι χειρότεροι του κόσμου. Δεν έχουν στα σπλάχνα τους πρώην γερμανοτσολιάδες και βασανιστές (η τουλάχιστον έχουν πολύ λιγότερους σε σχέση με άλλα κόμματα). Ο πατέρας τους μπορεί να έχει ξεχασμένο στο υπόγειο και κανα μικρό αντίγραφο της γκούερνικα του Πικάσο. Στην καθημερινή πολιτική πρακτική όμως είναι ίδιοι και χειρότεροι.
Αδιαμφισβήτητος νικητής των εκλογών είναι φυσικά το Βερολίνο και οι δανειστές της Ελλάδας. Όχι γιατί επικράτησε ένα κοινοβούλιο με μοναδική πλέον αντιμνημονιακή φωνή το ΚΚΕ, αλλά γιατί κανένας άλλος πολιτικός εκτός από τον Τσίπρα δεν μπορεί να εφαρμόσει το απάνθρωπο πρόγραμμα λιτότητας που ζητά η Τρόικα. Πάντα οι «σοσιαλιστές» και οι σοσιαλδημοκράτες αναλάμβαναν το δύσκολο αυτό έργο, το οποίο τα κόμματα της δεξιάς δεν μπορούσαν να πετύχουν χωρίς μεγάλες λαϊκές αντιδράσεις.
Το ΠΑΣΟΚ έκανε τις περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις στην ιστορία αυτή της χώρας. Το ΠΑΣΟΚ έριξε την Ελλάδα στα βράχια του ευρώ. Το ΠΑΣΟΚ έφερε για πρώτη φορά την Τρόικα μετατρέποντας την Ελλάδας σε αποικία χρέους. Και όταν τα πράγματα άρχιζαν να δυσκολεύουν το ΠΑΣΟΚ εξέθρεψε το κτήνος του φασισμού, το οποίο ζητούσε το σύστημα σαν λύση ύστατης ανάγκης. Μπορεί στο συλλογικό υποσυνείδητο να έχει μείνει σαν το «κόμμα της ρεμούλας» αλλά στην πραγματικότητα η μεγάλη «συνεισφορά» του είναι ότι έκαμψε τις λαϊκές αντιδράσεις απέναντι στην πιο σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική. Για αυτό το λόγο η αξία χρήσης του, στα μάτια των ελληνικών και των ξένων οικονομικών ελίτ, ήταν ανεκτίμητη για σχεδόν τρεις δεκαετίες.
Σήμερα το ρόλο αυτό αναλαμβάνει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Οι εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου είναι αναμφίβολα ένας προσωπικός θρίαμβος του Αλέξη Τσίπρα αλλά και το βαρύτερο πλήγμα που έχει δεχθεί η κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Καταρχήν λόγω της ισχυρής παρουσίας της Χρυσής Αυγής, η οποία αποτελεί ευθεία αμφισβήτηση κάθε έννοιας δημοκρατίας, και κατά δεύτερο λόγω της εισόδου του Λεβέντη, που αποτελεί τρολάρισμα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Αυτό που πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ, μετατρέποντας το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος σε ΝΑΙ είναι να αφήσει εκτός κοινοβουλίου την πραγματική έννοια της πολιτικής αντιπαράθεσης. Σχεδόν οι μισοί Έλληνες ψηφοφόροι δεν προσήλθαν στις κάλπες αμφισβητώντας, σε σημαντικό βαθμό, την ίδια τη διαδικασία.
Θα περιμένουμε τα ακριβή στοιχεία της ανθρωπογεωγραφίας της ψήφου αλλά η πρώτη αίσθηση είναι ότι μακριά από τις κάλπες έμειναν τα πιο προοδευτικά τμήματα των φτωχών και των νέων που είχαν ψηφίσει μαζικά ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. Αυτό όμως σημαίνει ότι η πολιτική μάχη γύρω από τα μνημόνια θα μεταφερθεί σύντομα στους δρόμους.
Και εκεί ανοίγονται δυο προοπτικές (χωρίς η μια να αποκλείει την άλλη): μιας γνήσιας λαϊκής αντίδρασης που θα ανατρέψει στην πράξη τα μνημόνια ή μιας επιστροφής σε σκοτεινές εποχές όπου ο φασισμός θα πλασαριστεί σαν δήθεν «αντισυστημική» φωνή στο ενιαίο κοινοβουλευτικό μπλοκ των μνημονιακών δυνάμεων.
Η αντικαπιταλιστική αριστερά, που θα έπρεπε να ηγηθεί της νέας αντιπαράθεσης, αποδείχθηκε μέχρι στιγμής ανίκανη να ξεπεράσει τις μικροκομματικές τις εμμονές. Αρκεί να διαβάσει κανείς τα πρώτα σχόλια των στελεχών αλλά και αρκετών μελών της, στο Twitter και το Facebook, για να καταλάβει ότι για άλλη μια φορά ο μεγάλος εχθρός ήταν αυτός που βρισκόταν δίπλα και όχι αυτός που στεκόταν απέναντι. Άλλοι απλώς φοβήθηκαν να πουν δυνατά τις σκέψεις τους πιστεύοντας ότι έτσι θα χάσουν ψήφους. Τα εναλλακτικά σχέδια που είχαν συντάξει, τούς τρόμαξαν και αντί να μιλήσουν με ειλικρίνεια στον κόσμο για τα προβλήματα μιας μεταβατικής περιόδου προτίμησαν να στρογγυλέψουν για άλλη μια φορά τις θέσεις τους.
Θα χρειαστούν νέες δομές και νέα σχήματα για να δώσουν τρόπο στην οργή. Αλλιώς αυτή η οργή θα είναι ατομιστική, σκοτεινή και ρατσιστική. Θα αναζητά αποδιοπομπαίους τράγους στους πρόσφυγες και σωτηρία σε φασίστες και τσαρλατάνους.
Το μαύρο όμως δεν είναι το πιθανότερο σενάριο. Το κόκκινο είναι.
Το βέβαιο είναι ότι όσοι αντάλλαξαν την ελευθερία για την ασφάλεια θα συνειδητοποιήσουν για άλλη μια φορά ότι έχασαν και την ελευθερία και την ασφάλεια.
Άρης Χατζηστεφάνου