Εμείς τώρα ποιον να πιστέψουμε; Τον Παππά που διαρρέει ότι η συμφωνία έχει αρχίσει να γράφεται ή τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν Ντομπρόφσκι που δηλώνει ότι «δεν είμαστε ακόμα σε αυτό το σημείο»; Τον Γιούνκερ που δηλώνει ότι πρέπει να αντληθούν από τον ΦΠΑ επιπλέον έσοδα ύψους 1,8 δισ. ευρώ (1% του ΑΕΠ) ή τον Μπαρουφάκη που διαβεβαιώνει ότι αυτό είναι παραμύθι;
Θα μπορούσαμε να θέσουμε και άλλα τέτοιου τύπου ερωτήματα, καθώς κάθε μέρα έχουμε διαφορετικές δηλώσεις για την πορεία της διαπραγμάτευσης, είτε από την Αθήνα είτε από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο. Για παράδειγμα, την προηγούμενη εβδομάδα το Μαξίμου διέρρευσε πως υπάρχει σχέδιο Γιούνκερ για παράκαμψη σ’ αυτή τη φάση του ΔΝΤ και σύναψη μιας πρώτης συμφωνίας της ελληνικής κυβέρνησης με την Κομισιόν και την ΕΚΤ, που θα επιτρέψει την άμεση εκταμίευση των 3,7 από τα συνολικά 7,2 δισ. ευρώ της τελευταίας δόσης (1,9 δισ. από τις επιστροφές τόκων που οφείλει η ΕΚΤ και 1,8 δισ. που είναι η τελευταία δόση του EFSF). Δεν ξέρουμε αν υπήρξε ποτέ τέτοιο σχέδιο Γιούνκερ ή αν απλά ήταν σχέδιο Τσίπρα, πλέον όμως γνωρίζουμε όλοι (το μάθαμε με τον πιο επίσημο τρόπο), ότι η συμφωνία θα κλείσει με ολόκληρη την τρόικα. «Καμιά συμφωνία δεν πρόκειται να επιτευχθεί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του ΔΝΤ» δήλωσε ο Γιούνκερ, ενώ το Μαξίμου, με την αγαπημένη του μέθοδο του non paper επιβεβαίωσε, βάζοντας την ουρά στα σκέλια: «Αν δεν απαιτούνταν η συμφωνία τoυ ΔΝΤ, τώρα θα είχε κλείσει η συμφωνία. Είναι χαρακτηριστική η διαφοροποίηση μεταξύ των θεσμών, όταν οι μεν Ευρωπαίοι (Κομισιόν και ΕΚΤ) ζητούν μια γρήγορη ώς το τέλος Μαΐου συμφωνία, το δε ΔΝΤ, μέσω αξιωματούχων του, σημειώνει ότι “θα πρέπει να υπάρχει ολοκληρωμένη προσέγγιση, όχι μια γρήγορη και πρόχειρη δουλειά’’»!
Αλλες φορές το ΔΝΤ είναι «καλό», διότι εγείρει ζήτημα βιωσιμότητας του χρέους, που οδηγεί σε αναδιάρθρωση, και άλλη φορά είναι «κακό», διότι επιμένει με νεοφιλελεύθερη εμμονή να κλείσει τώρα το Εργασιακό και το Ασφαλιστικό. Αυτό δεν μας λέει συνεχώς η μουσολινικού τύπου προπαγάνδα του Μαξίμου; Κι εκεί, θυμούνται τους… Αμερικανούς. Ο Τσίπρας τηλεφωνεί στον υπουργό Οικονομικών Τζακ Λιου και του ζητά να παρέμβει στο ΔΝΤ για να μαλακώσει τη στάση του. Ο Λιου αρπάζει την ευκαιρία, κάνει μια άνευ σημασίας δήλωση, την οποία θα μπορούσαν να προσυπογράψουν οι πάντες (ζητά να γίνουν απ’ όλα τα μέρη προσπάθειες για να επιτευχθεί συμφωνία) κι αμέσως ένα κύμα φιλοαμερικανισμού απλώνεται στον ελληνικό Τύπο, που διατηρεί παλιούς και στέρεους «δεσμούς» με την πέραν του Ατλαντικού υπέρδύναμη.
Το μόνο βέβαιο είναι πως βαδίζουμε προς συμφωνία. Οι βασικοί άξονές της έχουν συμφωνηθεί και αν υπάρχει διαπραγμάτευση αυτή αφορά κάποιες λεπτομέρειες, οι οποίες θα καθορίσουν πόσο στενό θα είναι το νέο μνημονιακό κοστούμι.
Η ομιλία του Τσίπρα στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ το περασμένο Σάββατο και η συνέντευξη Γιούνκερ στο πρακτορείο ΜΝΙ την περασμένη Τρίτη παρουσιάζουν μεγάλες ομοιότητες και διαφορές που καθορίστηκαν από τις διαφορετικές πολιτικές ανάγκες του καθένα από τους δύο.
♦ Για το Εργασιακό, ο Γιούνκερ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να παραπεμφθεί σε επόμενο στάδιο, αρκεί στο μεταξύ να μην προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση σε μονομερείς ενέργειες. «Οι Ελληνες υπόσχονται διαρκώς ότι δε θα κάνουν μονομερείς ενέργειες, αλλά έκαναν» είπε με νόημα, θέτοντας ζήτημα αυστηρής δέσμευσης της ελληνικής πλευράς από τη συμφωνία. Κάνοντας ένα βήμα παραπέρα, ο πρόεδρος της Κομισιόν είπε πως δε θα πρέπει ο υπουργός να έχει το δικαίωμα να επεκτείνει μια συλλογική σύμβαση στο σύνολο της οικονομίας!
Ο Τσίπρας είπε: «Εχουμε επίσης καταφέρει μέσα από επίπονες διαπραγματεύσεις να ξεκαθαρίσουμε ότι πρώτον δεν συζητάμε, σε καμία περίπτωση, όχι μόνο τηνπεραιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, αλλά αντίθετα ότι είμαστε έτοιμοι να επαναφέρουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και την διαιτησία που αποτελούν θεμέλιους λίθους του ευρωπαϊκού κεκτημένου».
Το κείμενο της ομιλίας του ήταν γραπτό και οι λέξεις έχουν επιλεγεί με τη μέγιστη προσοχή. Δεν υπάρχει, για παράδειγμα, καμιά αναφορά στην επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 (έστω σε δύο δόσεις). Το όριο που μπαίνει είναι «όχι περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας», ενώ για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της διαιτησίας (έστω και μ’ αυτή τη γενική και αόριστη διατύπωση) εκφράζεται απλώς «ετοιμότητα» και όχι τελεσίδικη απόφαση νομοθέτησης. Το συμπέρασμα είναι πως ακόμη και αυτά παζαρεύονται (στο πλαίσιο ενός «μορατόριουμ») και μάλλον θα πρέπει να περιμένουμε «εκπλήξεις» ακόμη και σ’ αυτόν τον τομέα, που υποτίθεται ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν αδιαπραγμάτευτος.
♦ Για το Ασφαλιστικό ο Γιούνκερ συγκέντρωσε την προσοχή του μόνο στις πρόωρες συντάξεις, ισχυριζόμενος ότι ο αριθμός των Ελλήνων που βγαίνουν με πρόωρη σύνταξη είναι πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με άλλες χώρες.
Ο Τσίπρας είπε: «Επίσης έχουμε διακηρύξει σε όλους τους τόνους ότι δεν αποδεχόμαστε την περικοπή συντάξεων που αποτελούσαν μια από τις κεντρικές δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης στην τρόικα με το περίφημο mail Χαρδούβελη. Αυτό, βέβαια, για να συνεννοηθούμε, δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε από μόνοι υποχρεωμένοι, είτε έτσι είτε αλλιώς, να αντιμετωπίσουμε τα χρονίζοντα προβλήματα του ασφαλιστικού συστήματος, το πρόβλημα της βιωσιμότητάς του». Και στη συνέχεια αναφέρθηκε σε νέες αναλογιστικές μελέτες κτλ., «ξεχνώντας» όχι μόνο τη 13η σύνταξη, αλλά και οποιαδήποτε αναφορά σε ό,τι απέμεινε από τις λεγόμενες πρόωρες συντάξεις.
Αρα, εδώ μάλλον τα έχουν βρει. Θα χτυπήσουν τις πρόωρες τώρα, θα «παγώσουν» τη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος (αλλά θα εξακολουθήσει να ισχύει ο σχετικός νόμος), θ’ αφήσουν τη συνολική αντιασφαλιστική ανατροπή για επόμενη φάση, αλλά η κυβέρνηση δε θα κάνει καμιά κίνηση για χορήγηση της 13ης σύνταξης ούτε στους χαμηλοσυνταξιούχους (κάτω των 600 ευρώ).
♦ Το πιο σημαντικό ζήτημα είναι το περιβόητο δημοσιονομικό κενό. Από το μέγεθός του καθορίζεται καταρχάς το σύνολο των μέτρων που θα παρθούν (στο σκέλος της αύξησης των εσόδων και στο σκέλος της μείωσης των δαπανών) και μετά εξειδικεύονται τα μέτρα ένα προς ένα. Επ’ αυτού όλες οι πλευρές είναι σφίγγες.
Ο παμπόνηρος Γιούνκερ μας έδωσε μια πρόγευση, μιλώντας για ανάγκη μόνο από τον ΦΠΑ να συγκεντρωθούν επιπλέον έσοδα 1,8 δισ. ευρώ. Αρα, μας είπε εμμέσως ότι το δημοσιονομικό κενό είναι πολύ πάνω από τα 2 δισ. ευρώ. Αν δε θέλει η ελληνική πλευρά να πάρει αυτό το τεράστιο κονδύλι μόνο από τον ΦΠΑ, θα πρέπει να το μοιράσει σε άλλα μέτρα.
Ο Τσίπρας προτίμησε να πετάξει τη μπάλα στην εξέδρα. Αντί να πει πόσο είναι το δημοσιονομικό κενό και τι μέτρα θα παρθούν για να καλυφθεί, μίλησε για τη μείωση του «πρωτογενούς πλεονάσματος», το οποίο «δεν ήταν τίποτα άλλο από την αριθμητική αποτύπωση της πολιτικής της λιτότητας». Παρουσίασε δε αυτή τη μείωση σαν μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησής του. «Δεν πρόκειται εδώ για μια μικρή παραχώρηση ή μια οριακή αλλαγή». «Αφήνουμε πίσω μας την λογική της σκληρής λιτότητας, που διαπερνούσε από άκρη σε άκρη τη μνημονιακήπολιτική», είπε.
Από μια οικονομία που έχει ξαναμπεί σε ύφεση, ξαναζητιέται «πρωτογενές πλεόνασμα», δηλαδή ένα ποσό από τον κρατικό προϋπολογισμό που θα πάει απευθείας στην αποπληρωμή του χρέους, κι αυτό παρουσιάζεται ως κυβερνητική νίκη. Δε χρειάζεται να θυμίσουμε τι έλεγε μέχρι τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ για το «πρωτογενές πλεόνασμα». Χρειάζεται, όμως, να παραθέσουμε τη σύμφωνη γνώμη του Ολιβιέ Μπλανσάρ, επικεφαλής οικονομολόγου του ΔΝΤ, που είπε στη γαλλική οικονομική φυλλάδα Les Echos: «Σύμφωνα με τα σχέδια πουπροβλέπονταν στο πρόγραμμα, το δημοσιονομικό πλεόνασμα για φέτος θα ήταν στο 3%. Τώρα ξέρουμε ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πιθανόν ρεαλιστικό για οικονομικούς και πολιτικούς λόγους. Το να αναθωρηθεί αυτό το πλεόνασμα προς τα κάτω είναι δυνατόν, αλλά θα πρέπει να είμαστε σαφείς: αυτό σημαίνει ότι θαπρέπει να καλυφθούν νέες ανάγκες χρηματοδότησης από την Ευρώπη». Οταν το ΔΝΤ δέχεται μείωση του «πρωτογενούς πλεονάσματος», καταλαβαίνουμε για τι… νίκη (ή επιτυχία) μιλάμε.
♦ Για τις ιδιωτικοποιήσεις δεν μιλούν τελευταία. Φαίνεται πως τα έχουν βρει για αεροδρόμια και λιμάνια.
Το μόνο που απομένει, λοιπόν, είναι να πληροφορηθούμε το ακριβές μέγεθος του νέου μνημονιακού «κοστουμιού».
Θα μπορούσαμε να θέσουμε και άλλα τέτοιου τύπου ερωτήματα, καθώς κάθε μέρα έχουμε διαφορετικές δηλώσεις για την πορεία της διαπραγμάτευσης, είτε από την Αθήνα είτε από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο. Για παράδειγμα, την προηγούμενη εβδομάδα το Μαξίμου διέρρευσε πως υπάρχει σχέδιο Γιούνκερ για παράκαμψη σ’ αυτή τη φάση του ΔΝΤ και σύναψη μιας πρώτης συμφωνίας της ελληνικής κυβέρνησης με την Κομισιόν και την ΕΚΤ, που θα επιτρέψει την άμεση εκταμίευση των 3,7 από τα συνολικά 7,2 δισ. ευρώ της τελευταίας δόσης (1,9 δισ. από τις επιστροφές τόκων που οφείλει η ΕΚΤ και 1,8 δισ. που είναι η τελευταία δόση του EFSF). Δεν ξέρουμε αν υπήρξε ποτέ τέτοιο σχέδιο Γιούνκερ ή αν απλά ήταν σχέδιο Τσίπρα, πλέον όμως γνωρίζουμε όλοι (το μάθαμε με τον πιο επίσημο τρόπο), ότι η συμφωνία θα κλείσει με ολόκληρη την τρόικα. «Καμιά συμφωνία δεν πρόκειται να επιτευχθεί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του ΔΝΤ» δήλωσε ο Γιούνκερ, ενώ το Μαξίμου, με την αγαπημένη του μέθοδο του non paper επιβεβαίωσε, βάζοντας την ουρά στα σκέλια: «Αν δεν απαιτούνταν η συμφωνία τoυ ΔΝΤ, τώρα θα είχε κλείσει η συμφωνία. Είναι χαρακτηριστική η διαφοροποίηση μεταξύ των θεσμών, όταν οι μεν Ευρωπαίοι (Κομισιόν και ΕΚΤ) ζητούν μια γρήγορη ώς το τέλος Μαΐου συμφωνία, το δε ΔΝΤ, μέσω αξιωματούχων του, σημειώνει ότι “θα πρέπει να υπάρχει ολοκληρωμένη προσέγγιση, όχι μια γρήγορη και πρόχειρη δουλειά’’»!
Αλλες φορές το ΔΝΤ είναι «καλό», διότι εγείρει ζήτημα βιωσιμότητας του χρέους, που οδηγεί σε αναδιάρθρωση, και άλλη φορά είναι «κακό», διότι επιμένει με νεοφιλελεύθερη εμμονή να κλείσει τώρα το Εργασιακό και το Ασφαλιστικό. Αυτό δεν μας λέει συνεχώς η μουσολινικού τύπου προπαγάνδα του Μαξίμου; Κι εκεί, θυμούνται τους… Αμερικανούς. Ο Τσίπρας τηλεφωνεί στον υπουργό Οικονομικών Τζακ Λιου και του ζητά να παρέμβει στο ΔΝΤ για να μαλακώσει τη στάση του. Ο Λιου αρπάζει την ευκαιρία, κάνει μια άνευ σημασίας δήλωση, την οποία θα μπορούσαν να προσυπογράψουν οι πάντες (ζητά να γίνουν απ’ όλα τα μέρη προσπάθειες για να επιτευχθεί συμφωνία) κι αμέσως ένα κύμα φιλοαμερικανισμού απλώνεται στον ελληνικό Τύπο, που διατηρεί παλιούς και στέρεους «δεσμούς» με την πέραν του Ατλαντικού υπέρδύναμη.
Το μόνο βέβαιο είναι πως βαδίζουμε προς συμφωνία. Οι βασικοί άξονές της έχουν συμφωνηθεί και αν υπάρχει διαπραγμάτευση αυτή αφορά κάποιες λεπτομέρειες, οι οποίες θα καθορίσουν πόσο στενό θα είναι το νέο μνημονιακό κοστούμι.
Η ομιλία του Τσίπρα στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ το περασμένο Σάββατο και η συνέντευξη Γιούνκερ στο πρακτορείο ΜΝΙ την περασμένη Τρίτη παρουσιάζουν μεγάλες ομοιότητες και διαφορές που καθορίστηκαν από τις διαφορετικές πολιτικές ανάγκες του καθένα από τους δύο.
♦ Για το Εργασιακό, ο Γιούνκερ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να παραπεμφθεί σε επόμενο στάδιο, αρκεί στο μεταξύ να μην προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση σε μονομερείς ενέργειες. «Οι Ελληνες υπόσχονται διαρκώς ότι δε θα κάνουν μονομερείς ενέργειες, αλλά έκαναν» είπε με νόημα, θέτοντας ζήτημα αυστηρής δέσμευσης της ελληνικής πλευράς από τη συμφωνία. Κάνοντας ένα βήμα παραπέρα, ο πρόεδρος της Κομισιόν είπε πως δε θα πρέπει ο υπουργός να έχει το δικαίωμα να επεκτείνει μια συλλογική σύμβαση στο σύνολο της οικονομίας!
Ο Τσίπρας είπε: «Εχουμε επίσης καταφέρει μέσα από επίπονες διαπραγματεύσεις να ξεκαθαρίσουμε ότι πρώτον δεν συζητάμε, σε καμία περίπτωση, όχι μόνο τηνπεραιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, αλλά αντίθετα ότι είμαστε έτοιμοι να επαναφέρουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και την διαιτησία που αποτελούν θεμέλιους λίθους του ευρωπαϊκού κεκτημένου».
Το κείμενο της ομιλίας του ήταν γραπτό και οι λέξεις έχουν επιλεγεί με τη μέγιστη προσοχή. Δεν υπάρχει, για παράδειγμα, καμιά αναφορά στην επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 (έστω σε δύο δόσεις). Το όριο που μπαίνει είναι «όχι περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας», ενώ για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της διαιτησίας (έστω και μ’ αυτή τη γενική και αόριστη διατύπωση) εκφράζεται απλώς «ετοιμότητα» και όχι τελεσίδικη απόφαση νομοθέτησης. Το συμπέρασμα είναι πως ακόμη και αυτά παζαρεύονται (στο πλαίσιο ενός «μορατόριουμ») και μάλλον θα πρέπει να περιμένουμε «εκπλήξεις» ακόμη και σ’ αυτόν τον τομέα, που υποτίθεται ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν αδιαπραγμάτευτος.
♦ Για το Ασφαλιστικό ο Γιούνκερ συγκέντρωσε την προσοχή του μόνο στις πρόωρες συντάξεις, ισχυριζόμενος ότι ο αριθμός των Ελλήνων που βγαίνουν με πρόωρη σύνταξη είναι πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με άλλες χώρες.
Ο Τσίπρας είπε: «Επίσης έχουμε διακηρύξει σε όλους τους τόνους ότι δεν αποδεχόμαστε την περικοπή συντάξεων που αποτελούσαν μια από τις κεντρικές δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης στην τρόικα με το περίφημο mail Χαρδούβελη. Αυτό, βέβαια, για να συνεννοηθούμε, δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε από μόνοι υποχρεωμένοι, είτε έτσι είτε αλλιώς, να αντιμετωπίσουμε τα χρονίζοντα προβλήματα του ασφαλιστικού συστήματος, το πρόβλημα της βιωσιμότητάς του». Και στη συνέχεια αναφέρθηκε σε νέες αναλογιστικές μελέτες κτλ., «ξεχνώντας» όχι μόνο τη 13η σύνταξη, αλλά και οποιαδήποτε αναφορά σε ό,τι απέμεινε από τις λεγόμενες πρόωρες συντάξεις.
Αρα, εδώ μάλλον τα έχουν βρει. Θα χτυπήσουν τις πρόωρες τώρα, θα «παγώσουν» τη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος (αλλά θα εξακολουθήσει να ισχύει ο σχετικός νόμος), θ’ αφήσουν τη συνολική αντιασφαλιστική ανατροπή για επόμενη φάση, αλλά η κυβέρνηση δε θα κάνει καμιά κίνηση για χορήγηση της 13ης σύνταξης ούτε στους χαμηλοσυνταξιούχους (κάτω των 600 ευρώ).
♦ Το πιο σημαντικό ζήτημα είναι το περιβόητο δημοσιονομικό κενό. Από το μέγεθός του καθορίζεται καταρχάς το σύνολο των μέτρων που θα παρθούν (στο σκέλος της αύξησης των εσόδων και στο σκέλος της μείωσης των δαπανών) και μετά εξειδικεύονται τα μέτρα ένα προς ένα. Επ’ αυτού όλες οι πλευρές είναι σφίγγες.
Ο παμπόνηρος Γιούνκερ μας έδωσε μια πρόγευση, μιλώντας για ανάγκη μόνο από τον ΦΠΑ να συγκεντρωθούν επιπλέον έσοδα 1,8 δισ. ευρώ. Αρα, μας είπε εμμέσως ότι το δημοσιονομικό κενό είναι πολύ πάνω από τα 2 δισ. ευρώ. Αν δε θέλει η ελληνική πλευρά να πάρει αυτό το τεράστιο κονδύλι μόνο από τον ΦΠΑ, θα πρέπει να το μοιράσει σε άλλα μέτρα.
Ο Τσίπρας προτίμησε να πετάξει τη μπάλα στην εξέδρα. Αντί να πει πόσο είναι το δημοσιονομικό κενό και τι μέτρα θα παρθούν για να καλυφθεί, μίλησε για τη μείωση του «πρωτογενούς πλεονάσματος», το οποίο «δεν ήταν τίποτα άλλο από την αριθμητική αποτύπωση της πολιτικής της λιτότητας». Παρουσίασε δε αυτή τη μείωση σαν μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησής του. «Δεν πρόκειται εδώ για μια μικρή παραχώρηση ή μια οριακή αλλαγή». «Αφήνουμε πίσω μας την λογική της σκληρής λιτότητας, που διαπερνούσε από άκρη σε άκρη τη μνημονιακήπολιτική», είπε.
Από μια οικονομία που έχει ξαναμπεί σε ύφεση, ξαναζητιέται «πρωτογενές πλεόνασμα», δηλαδή ένα ποσό από τον κρατικό προϋπολογισμό που θα πάει απευθείας στην αποπληρωμή του χρέους, κι αυτό παρουσιάζεται ως κυβερνητική νίκη. Δε χρειάζεται να θυμίσουμε τι έλεγε μέχρι τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ για το «πρωτογενές πλεόνασμα». Χρειάζεται, όμως, να παραθέσουμε τη σύμφωνη γνώμη του Ολιβιέ Μπλανσάρ, επικεφαλής οικονομολόγου του ΔΝΤ, που είπε στη γαλλική οικονομική φυλλάδα Les Echos: «Σύμφωνα με τα σχέδια πουπροβλέπονταν στο πρόγραμμα, το δημοσιονομικό πλεόνασμα για φέτος θα ήταν στο 3%. Τώρα ξέρουμε ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πιθανόν ρεαλιστικό για οικονομικούς και πολιτικούς λόγους. Το να αναθωρηθεί αυτό το πλεόνασμα προς τα κάτω είναι δυνατόν, αλλά θα πρέπει να είμαστε σαφείς: αυτό σημαίνει ότι θαπρέπει να καλυφθούν νέες ανάγκες χρηματοδότησης από την Ευρώπη». Οταν το ΔΝΤ δέχεται μείωση του «πρωτογενούς πλεονάσματος», καταλαβαίνουμε για τι… νίκη (ή επιτυχία) μιλάμε.
♦ Για τις ιδιωτικοποιήσεις δεν μιλούν τελευταία. Φαίνεται πως τα έχουν βρει για αεροδρόμια και λιμάνια.
Το μόνο που απομένει, λοιπόν, είναι να πληροφορηθούμε το ακριβές μέγεθος του νέου μνημονιακού «κοστουμιού».