Σάββατο 23 Μαΐου 2015

Τι αφήνει, φεύγοντας ο Ομπάμα, στις αμερικανο-ρωσικές σχέσεις


 Φιόντορ Λουκιάνοφ, ειδικά για τη Rossiyskaya Gazeta
Οι επισκέψεις στη Ρωσία του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι, και της αναπληρώτριάς του, Βικτόρια Νούλαντ, έκαναν τους αναλυτές διεθνώς να ξανασχοληθούν με τις σχέσεις Μόσχας - Ουάσιγκτον. Πρόκειται αληθινά για μια μεταστροφή;

Πρώτα απ’ όλα αξίζει να θυμηθεί κανείς κάτι που είχε σχεδόν ξεχαστεί. Δηλαδή, ότι η επικοινωνία μεταξύ δύο κρατών δεν είναι καθόλου υποχρεωτικό να έχει στόχο κάποια συμφωνία. Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου η πολύ εντατική κατά περιόδους επικοινωνία μεταξύ των δύο χωρών αρκετές φορές δεν είχε σκοπό να οδηγήσει σε μια συμφωνία ή να διευθετήσει κάποιο συγκεκριμένο ζήτημα. Πολύ πιο σημαντικό ήταν να κατανοηθεί η λογική των ενεργειών της μιας ή της άλλης πλευράς, και, όποτε ήταν δυνατόν, να γίνουν αντιληπτές οι προθέσεις της άλλης πλευράς.
Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90 οι μηχανισμοί αυτοί άρχισαν να χάνονται, καθώς φαινόταν ότι πλέον δεν ήταν απαραίτητοι. Ο κίνδυνος ενός πολέμου έπαψε να θεωρείται υπαρκτός. Ωστόσο, οι αλλαγές στο διάστημα 2014-2015 έδειξαν ότι οι ελπίδες για μια οριστική και αμετάκλητη μετακίνηση από την αντιπαράθεση, ήταν απατηλές. Τα ήθη και έθιμα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου επέστρεψαν, τα εργαλεία για την ανάσχεσή τους όμως όχι.

Σημείο – σταθμός η Ουκρανία

Η γραμμή των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στη Μόσχα από τη στιγμή της ενσωμάτωσης της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία, ήταν περίπου η εξής: Να περιοριστούν στο μίνιμουμ οι επαφές, μέχρι το Κρεμλίνο να αλλάξει συμπεριφορά. Η γραμμή αυτή δεν έφερε αποτελέσματα. Οι προσδοκίες της Ουάσιγκτον ότι η Ρωσία θα αλλάξει πολιτική απέναντι στην Ουκρανία δεν δικαιώθηκαν. Από την άλλη πλευρά, έγινε σαφές πως και η Μόσχα είναι δύσκολο να υπολογίζει σε μια αποδεκτή σταθερότητα στη γειτονική χώρα, δίχως τη θέληση και τη συμμετοχή των ΗΠΑ. Επιπλέον, άρχισε να αυξάνεται συνολικότερα η ένταση, γεγονός που εκφράζεται με διάφοραδυσάρεστα συμβάντα, όπως με εμπλοκές πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ.
Μολαταύτα, δεν μπορεί να γίνει λόγος για έναν -πλήρους κλίμακας- Ψυχρό Πόλεμο, καθώς υπάρχουν «κοινές προκλήσεις», οι οποίες δεν μπορούν να μην ληφθούν υπόψιν. Για παράδειγμα, Μόσχα και Ουάσιγκτον μπορεί να κατανοούν διαφορετικά τη γένεση κάποιων γεγονότων στη Μέση Ανατολή, ωστόσο δεν αμφισβητούν ότι το Ισλαμικό κράτος αντιπροσωπεύει μια απειλή και για τη Ρωσία και για τις ΗΠΑ.

Προς το τέλος της Προεδρίας

Ο Μπαράκ Ομπάμα εισέρχεται στο τελικό στάδιο της Προεδρίας του, κατά το οποίο ένας αρχηγός κράτους σκέφτεται πρώτα απ’ όλα την κληρονομιά που θα αφήσει. Η Προεδρία Ομπάμα συνέπεσε με  τη δύσκολη περίοδο της ταχείας αποδόμησης της παγκόσμιας τάξης. Επομένως, ήταν αντικειμενικά δύσκολο για τον ίδιον να σημειώσει διεθνείς επιτυχίες. Είναι γεγονός βέβαια ότι δεν απέφυγε και τα σοβαρά λάθη.
Έχει λοιπόν ακόμα περισσότερη σημασία να επικεντρωθεί τώρα σ’ εκείνες τις κατευθύνσεις, οι οποίες μπορούν να μείνουν στην ιστορία. Στην περίπτωση Ομπάμα, αυτό αφορά πρωτίστως το Ιράν και πιθανόν την Κούβα. Η ολοκλήρωση της «ιρανικής εποποιίας» απαιτεί σκληρή δουλειά σε όλα τα μέτωπα. Η συμφωνία αναμένεται να είναι πολύ εύθραυστη, επομένως απαιτείται η μέγιστη συνεργασία απ’ όλες τις πλευρές, περιλαμβανομένης της Ρωσίας.
Σε ευρύτερο πλάνο, ο Ομπάμα φυσικά δεν θέλει ν’ αφήσει τη Μέση Ανατολή στη χαοτική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται σήμερα, κι εδώ η ρωσική συμμετοχή ή -το λιγότερο- η ρωσική ουδετερότητα, είναι και αυτή απαραίτητη. Η Ουκρανία, αντίθετα, από απόψεως κληρονομιάς δεν προμηνύει τίποτα καλό, ο αμερικανός πρόεδρος καταλαβαίνει ότι ραγδαία πρόοδος δεν φαίνεται στον ορίζοντα.

Μετά το 2017

Γι’ αυτό και η νέα φάση των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων (από τις αρχές του 2017), κατά τα φαινόμενα θα είναι περίπου η παρακάτω:
-Καθιέρωση συνεργασίας σε επίπεδο ομάδων εργασίας μεταξύ των προσώπων που είναι υπεύθυνα για την στρατιωτικοπολιτική ασφάλεια, ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος τυχαίας σύγκρουσης.
-Ανταλλαγή απόψεων και πιθανά βήματα όσον αφορά την κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Ενιαία θέση δεν πρέπει να αναμένεται, αλλά δεν θα υπάρξει και ανοιχτή αντιπαράθεση. Στην περίπτωση του Ιράν είναι πιθανή η πιο ενεργή συνεργασία, ενώ για τη Συρία δεν αναμένεται να υπάρξουν δραστικές εξελίξεις.
-Οι θέσεις στο θέμα της Ουκρανίας θα παραμείνουν αντίθετες, αλλά οι δυο πλευρές πιθανότατα θα προσπαθήσουν να αποφύγουν την κλιμάκωση.
Το συγκεκριμένο modus vivendi δεν σημαίνει ότι θα μετριαστούν οι τόνοι της φραστικής αντιπαράθεσης. Αντιθέτα, υποκατάστατο της πραγματικής μείωσης της έντασης, μπορεί να αποτελέσουν οι πιο έντονου χαρακτήρα δηλώσεις. Γενικότερα πάντως, μια τέτοια κατάσταση μπορεί να διατηρηθεί ως το τέλος της προεδρίας Ομπάμα. Τα περαιτέρω θα εξαρτηθούν από πάρα πολλούς παράγοντες, με ιδιαίτερα σημαντική παράμετρο τη δυναμική των σχέσεων των δύο πλευρών με την Κίνα.