Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος
«Στην είσοδο της επιστήμης όπως και στην είσοδο της κόλασης πρέπει να αναγραφεί το αίτημα: Εδώ πρέπει να αφήσεις κάθε υποψία, κάθε ποταπότητα εδώ πρέπει να πεθάνει»
«Στην είσοδο της επιστήμης όπως και στην είσοδο της κόλασης πρέπει να αναγραφεί το αίτημα: Εδώ πρέπει να αφήσεις κάθε υποψία, κάθε ποταπότητα εδώ πρέπει να πεθάνει»
Καρλ Μαρξ[1]
Ήταν Τετάρτη 14 Μαρτίου του 1883. Εκείνο το πρωί ο Κάρολος Μαρξ ξύπνησε πιο ευδιάθετος απ’ ότι τις άλλες ημέρες. Ήπιε με ευχαρίστηση γάλα, κρασί κι έφαγε σούπα. Οι οικείοι του βλέποντας τον σ’ αυτή την κατάσταση αναθάρρησαν και η ελπίδα ξαναγύρισε στα πρόσωπά τους δεδομένου ότι η υγεία του αγαπημένου τους προσώπου ήταν κλονισμένη από παλιότερες αρρώστιες, τις οποίες είχε, βέβαια, καταφέρει να νικήσει αλλά εδώ και δύο μήνες η ζωή του ήταν σε διαρκή απειλή. Μια νέα βρογχίτιδα τον ταλαιπωρούσε και οι επιπλοκές που ακολούθησαν είχαν σαν αποτέλεσμα ο καταπονημένος οργανισμός του να δεχτεί μεγάλη απώλεια δυνάμεων.
Σα να μην έφτανε αυτό, στις 11 Ιανουαρίου του 1883 είχε πεθάνει ξαφνικά η πρωτότοκη κόρη του Τζένη. Επρόκειτο για ένα χτύπημα πολύ βαρύ που γινόταν ασήκωτο αν ληφθεί υπόψην ότι ερχόταν σε συνέχεια του θανάτου της συζύγου του που είχε φύγει από τη ζωή στις 2 Δεκεμβρίου του 1881. «Η λεπτή αλυσιδίτσα που τον ένωνε με την ζωή- γράφει η Γκαλίνα Σερεμπριάκοβα[2]- ύστερ’ από το θάνατο της γυναίκας του άρχισε να κόβεται».Ήταν Τετάρτη 14 Μαρτίου του 1883. Εκείνο το πρωί ο Κάρολος Μαρξ ξύπνησε πιο ευδιάθετος απ’ ότι τις άλλες ημέρες. Ήπιε με ευχαρίστηση γάλα, κρασί κι έφαγε σούπα. Οι οικείοι του βλέποντας τον σ’ αυτή την κατάσταση αναθάρρησαν και η ελπίδα ξαναγύρισε στα πρόσωπά τους δεδομένου ότι η υγεία του αγαπημένου τους προσώπου ήταν κλονισμένη από παλιότερες αρρώστιες, τις οποίες είχε, βέβαια, καταφέρει να νικήσει αλλά εδώ και δύο μήνες η ζωή του ήταν σε διαρκή απειλή. Μια νέα βρογχίτιδα τον ταλαιπωρούσε και οι επιπλοκές που ακολούθησαν είχαν σαν αποτέλεσμα ο καταπονημένος οργανισμός του να δεχτεί μεγάλη απώλεια δυνάμεων.
Τώρα, τούτο το πρωινό της 14ης Μαρτίου του 1883 ο Μαρξ έδειχνε να πατάει γερά στον κόσμο των ζωντανών. Όμως επρόκειτο για την ψευδαίσθηση της ζωής που δημιουργεί η επιστράτευση δυνάμεων του ανθρώπου λίγο πριν τον νικήσει οριστικά ο θάνατος. Κατά το μεσημέρι ο Μαρξ άρχισε πάλι τις αιμοπτύσεις κι εξαντλημένος όπως ήταν, με την βοήθεια των δικών του έκατσε στη μεγάλη πολυθρόνα δίπλα στο τζάκι. Σε λίγο θα τον έπαιρνε ο ύπνος για να μην ξυπνήσει ποτέ πια. Πριν όμως περάσουμε στο τελευταίο αυτό γεγονός της ιστορίας κάθε ανθρώπου, ας δούμε με περισσότερες λεπτομέρειες ποια ήταν η διαδρομή στη ζωή εκείνου που έμελλε να σφραγίζει την ιστορία της ανθρωπότητας όσο κανείς άλλος.
Η γέννηση και τα παιδικά χρόνια του Κ. Μαρξ
Στις αρχές του 1818, στη γερμανική πόλη Τριρ ο δικηγόρος Ερρίκος Μαρξ και η γυναίκα του Εριέττα ψάχνοντας να νοικιάσουν καινούργιο διαμέρισμα σταμάτησαν στον οδό Μπρούκκενχασσε, στο σπίτι με τον αριθμό 664 που ανήκε στον κρατικό σύμβουλο Νταγκαρώ. Ο οικοδεσπότης υποδέχτηκε με χαρά το ζευγάρι κι ύστερα από μια σύντομη περιήγηση στα δωμάτια του σπιτιού οι Μαρξ αποφάσισαν πως τούτο το οίκημα πληρούσε τις ανάγκες τους. Ήταν ευρύχωρο, είχε μεγάλο κήπο για να παίζουν τα παιδιά και ικανοποιητικό αριθμό δωματίων κάτι για το οποίο ο Ερρίκος και η Εριέττα Μαρξ έδιναν μεγάλη σημασία αφού σε λίγους μήνες ένα ακόμη μέλος θα προστίθετο στη οικογένεια. Η κυρία Μαρξ γέννησε στις 5 Μαΐου του 1818, στη 1 και 30’ το πρωί. Το νεογέννητο ήταν αγόρι και οι γονείς του το ονόμασαν Κάρολο.
Ο μικρός Κάρολος ήταν απόγονος μιας οικογένειας ραβίνων. Ο παππούς του ήταν επικεφαλής της ιουδαϊκής κοινότητας. Αντίθετα ο πατέρας του είχε χαλαρούς δεσμούς με τον ιουδαϊσμό ώσπου στο τέλος ξέκοψε εντελώς απ’ αυτόν κι ασπάστηκε τον προτεσταντισμό. Γι’ αυτό το θέμα ο Ζωρζ Κονιό γράφει[3]: «Ενώ οι εβραίοι δεν είχαν σε άλλες περιοχές δικαιώματα, στη Ρηνανία είχαν εξασφαλίσει πλήρη ισότητα. Αλλά σε λίγο η Πρωσία θα τους απαγορεύσει τη είσοδο στις δημόσιες υπηρεσίες και στα ελεύθερα επαγγέλματα. Το γεγονός αυτό υπήρξε ο κυριότερος λόγος της μεταστροφής του Χάιντριχ Μαρξ προς τον προτεσταντισμό που πραγματοποιήθηκε στα 1817 και ακολούθησε στα 1824- 1825 από τη βάπτιση των παιδιών του και της γυναίκας του. Αυτή η μεταστροφή προς ένα χριστιανισμό διαποτισμένο από ρασιοναλισμό δεν ήταν αντίθετη με τις βαθύτερες πεποιθήσεις του πατέρα του Μαρξ, ο οποίος από τη νεότητα του ακόμη ήταν εχθρικά διατεθειμένος προς την αυστηρή ιουδαϊκή ορθοδοξία, που τη θεωρούσε ξένη προ το σύγχρονο πνεύμα». Ακριβώς την ίδια άποψη υποστηρίζει και ο Ριαζάνωφ σημειώνοντας πως «αν ο Ερρίκος Μαρξ δέχτηκε τον χριστιανισμό, ήταν κυρίως για να αποφύγει τις νέες καταπιέσεις στις οποίες ήταν εκτεθειμένοι οι Εβραίοι απ’ την εποχή που η Ρηνανία επιστράφηκε στην Πρωσία»[4].
Η απελευθέρωση της οικογένειας Μαρξ από το ιουδαϊκό μυστικισμό χωρίς αμφιβολία είχε ευεργετική επίδραση στον Κάρολο Μαρξ που μερικά χρόνια αργότερα έγραψε για τον Ιουδαϊσμό: «Ας ψάξουμε το μυστικό του εβραίου όχι μέσα στη θρησκεία του- αλλά ας ψάξουμε το μυστικό της θρησκείας του μέσα στον πραγματικό εβραίο. Ποιο είναι το γήινο βάθρο του ιουδαϊσμού; Η πρακτική ανάγκη, το ιδιωτικό συμφέρον. Ποια είναι η εγκόσμια λατρεία του εβραίου; Το εμπόριο. Ποιος είναι ο γήινος θεός του; Το χρήμα. Ε, λοιπόν! Η χειραφέτηση από το εμπόριο και από το χρήμα, επομένως από τον πρακτικό, πραγματικό ιουδαϊσμό θα ήταν η αυτοχειραφέτηση της εποχής»[5].
Ας επιστρέψουμε όμως στο οικογενειακό περιβάλλον που μεγάλωσε ο Κάρολος.
Ο πατέρας Μαρξ ήταν άνθρωπος μορφωμένος, θαυμαστής της φιλοσοφικής φιλολογίας του 18ου αιώνα. Διάβαζε ο ίδιος κι έμαθε και στον Κάρολο να διαβάζει, Λοκ, Βολταίρο, Ντιντερό, Ρουσσώ, Λαίσινγκ κ.α. Αντίθετα η σύζυγος του Εριέττα, το γένος Pressburg, που προερχόταν από μια οικογένεια ουγγρικής καταγωγής ενδιαφερόταν περισσότερο για τα μικροπροβλήματα τη ζωής, ήταν μια καλή νοικοκυρά και μητέρα που φρόντιζε για την υγεία, την τροφή και τα ρούχα των παιδιών της, χωρίς να μπορεί να κατανοήσει τις θεωρητικές- επιστημονικές ανησυχίες του γιου της. Ποτέ της δεν κατάλαβε γιατί ο Κάρολος δεν έγινε δικηγόρος ώστε να συνεχίσει το επάγγελμα του πατέρας της και φυσικά ο δρόμος που ακολούθησε ο γιος της δεν ήταν το μέλλον που είχε ονειρευτεί γι’ αυτόν[6].
Ο Ερρίκος και η Εριέττα Μαρξ έκαναν αρκετά παιδιά πολλά από τα οποία τα χτύπησε πολύ νωρίς ο θάνατος. Ο πρωτότοκος Μωρίς Δαβίδ, πέθανε λίγο μετά τη γέννησή του. Ύστερα ήρθε η Σοφία που γεννήθηκε στις 13/11/1816. Τρίτο παιδί στη σειρά ήταν ο Κάρολος. Οι δύο νεώτεροι αδελφοί του πέθαναν από φυματίωση που ήταν κληρονομική στην οικογένεια. Ο αδελφός του Χέρμαν πέθανε 23 ετών κι ο Εδουάρδος έντεκα. Από την ίδια αρρώστια πέθαναν και δύο αδελφές του Καρόλου, η Εριέττα και η Καρολίνα. Είχε όμως άλλες δύο αδελφές μικρότερες απ’ αυτόν. Την Λουΐζα που γεννήθηκε το 1821 και την Αιμιλία που γεννήθηκε το 1822[7].
Το τραγικό στην περίπτωση του Καρόλου είναι πως την δυστυχία των γονιών του να κηδεύουν τα παιδιά τους την έζησε κι αυτός αργότερα με πολλά από τα δικά του παιδιά. Πάντως παρόλα τα χτυπήματα της μοίρας, ο ίδιος σαν παιδί έζησε μια καλή οικογενειακή ζωή. «Η παιδική του ηλικία- γράφει ο Κονιό[8]- ήταν ωραία και ευχάριστη, μέσα σε ένα περιβάλλον, όπου τα βιβλία και η μουσική ήταν σε εκτίμηση, όπου οι ενδιαφέροντες επισκέπτες δεν έλειπαν, έχοντας την περιποίηση μιας μητέρας που τον αγαπούσε τρυφερά». Την ίδια πληροφορία μας δίνει και ο Νικολάι Ιβανόφ ο οποίος γράφει χαρακτηριστικά[9]: «Ο Καρλ Μαρξ είχε ευτυχισμένη παιδική ηλικία. Ήταν ζωηρός και εύθυμος, ο πιο επινοητικός, στα παιχνίδια και στα πειράγματα, από τους μικρούς φίλους του και τις αδελφές του. Του άρεσε να επινοεί φανταστικές ιστορίες που τις άκουγαν εκστατικά».
Σπουδές κι επιρροές από ρεύματα σκέψης
Από το 1830 ως το 1835 ο Μαρξ πήρε τις γνώσεις της μέσης εκπαίδευσης στο κολέγιο της Τριρ, όπου οι φιλελεύθερες επιρροές ήταν ισχυρές. Ο διευθυντής του κολεγίου- λέει ο Ιβανόφ- ήταν υποστηριχτής της φιλοσοφίας του Καντ, ο καθηγητής των μαθηματικών Γιόχαν Στάινινγκέρ θεωρούνταν υλιστής και άθεος, ενώ μέσα στο σχολείο κυκλοφορούσαν και διαβάζονταν από τους μαθητές απαγορευμένα βιβλία και αντικυβερνητικά ποιήματα[10].
Όσον αφορά τις επιδόσεις του μαθητή Μαρξ ο Ριαζάνωφ λέει πως «ήταν ένας από τους επιμελέστερους μαθητές»[11] ενώ άλλοι συγγραφείς δίνουν μια πιο ακριβή αποτύπωση της πραγματικότητας: Ο Μαρξ ήταν γενικά καλός μαθητής αλλά διακρίθηκε μόνο σ’ εκείνα τα μαθήματα που τον ενδιέφεραν. Η Σερεμπριάκοβα μας πληροφορεί πως θεωρούνταν ο πιο ζωηρός μαθητής που «συχνά προκαλούσε τη δυσαρέσκεια και μάλιστα τη αμηχανία στους σχολαστικούς παιδαγωγούς»[12]. Εν πάση περιπτώσει το Φθινόπωρο του 1935 ο Κάρολος τελείωσε το κολέγιο αφού προηγουμένως παρέδωσε μια εργασία με θέμα «Σκέψεις ενός νέου πάνω στην εκλογή ενός επαγγέλματος», όπου ανάμεσα στα άλλα έγραφε: «Η ιστορία αναγορεύει σαν τους πιο μεγάλους ανάμεσα στους ανθρώπους εκείνους που ΄χουν ανυψωθεί έχοντας εργαστεί για το καλό όλων… Όταν έχομε διαλέξει το επάγγελμα που μας επιτρέπει να δρούμε καλύτερα για το καλό της ανθρωπότητας, οι υποχρεώσεις δεν μπορούν να μας καταβάλλουν, γιατί δεν είναι τίποτε άλλο παρά θυσίες που αποδεχόμαστε για το καλό όλων. Δεν απολαμβάνουμε τότε φτωχές, ευτελείς και εγωιστικές χαρές, αλλά μια ευτυχία που τη μοιράζονται εκατομμύρια άνθρωποι, οι πράξεις μας επεκτείνουν σιωπηλά τ’ αποτελέσματά τους στην αιωνιότητα και η στάχτη μας ποτίζεται από τα ζεστά δάκρυα των ανθρώπων με γενναία καρδιά»[13]. Σχολιάζοντας αυτές τις σκέψεις του 17χρονου Κάρολου ο Werner Blumenberg θα πει[14]: «Πρόκειται για τον αγνό ιδεαλισμό του νέου ανθρώπου που τόσο εγκωμιαστικά και με τέτοιο ενθουσιασμό διατυπώνει τις απόψεις του αυτές για τη ζωή και το επάγγελμα, ιδεαλισμός που αργότερα θα ενεργήσει υπόγεια στο έργο του ώριμου άνδρα, παίρνοντας τη μορφή ενός ενθουσιασμού ηθικοκοινωνικού». Αντίθετα ο Ριαζάνωφ σ’ αυτό το κείμενο του νεαρού Μαρξ διακρίνει την επίδραση «από τις βασικές ιδέες του γαλλικού ματεριαλισμού», με την διαφορά ότι αυτές τις ιδέες ο Κάρολος «τις εξέφραζε με ιδιαίτερη φόρμα»[15].
Τον Οκτώβριο του 1835 ο Μαρξ πήγε στη Βόννη όπου γράφτηκε στη Νομική σχολή του πανεπιστημίου, προφανώς επηρεασμένος από το επάγγελμα του πατέρα του. Ένα χρόνο αργότερα μεταγράφηκε στο πανεπιστήμιου του Βερολίνου. Εκεί βυθίστηκε με πάθος στις μελέτες του αν και πολύ γρήγορα διεύρυνε το μελετητικό του πεδίο πέρα από τις απαιτήσεις του πανεπιστήμιου, αφού τα μαθήματα της σχολής ελάχιστα απαντούσαν στους προβληματισμούς του. Ιδιαίτερη προσήλωση έδειξε στη μελέτη της φιλοσοφίας για τη σπουδαιότητά της οποίας είχε πλήρη επίγνωση. «Κατάλαβα άλλη μία φορά- έγραφε στον πατέρα του το 1837- ότι χωρίς τη φιλοσοφία θα ήτα αδύνατο να καταλήξω κάπου»[16].
Αν και μελέτησε σε βάθος τα φιλοσοφικά ρεύματα ο νεαρός Μαρξ στάθηκε με ιδιαίτερη προσοχή στη φιλοσοφία του Χέγκελ και οι θεωρητικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν να πάρει μέρος στο κίνημα των Νεοχεγκελιανών που διακρίνονταν για το ριζοσπαστισμό τους, την κριτική τους στη θρησκεία και από τη φιλότιμη προσπάθειά τους να κατανοήσουν τους νόμους της κοινωνικής εξέλιξης.
Ο Μαρξ ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1841 όταν το πανεπιστήμιο τη Ιένας του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα της φιλοσοφίας για την εργασία του πάνω στις διαφορές της Επικούρειας και Δημοκρίτειας φιλοσοφίας. Τότε ο Μαρξ ήταν ακόμη νεοχεγγελιανός. Αλλά το οξύ και διεισδυτικό πνεύμα του, η επιστημονική του επάρκεια και η διαρκής ενασχόληση του με τις επιστήμες τον έκανε να ξεχωρίζει απ’ όλους τους νεοχεγγελιανούς για να καταλήξει στη συνέχεια να χαράξει τον δικό του ξεχωριστό δρόμο θεμελιώνοντας την επιστήμη του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού.
Επιστήμονας- ηγέτης του προλεταριάτου
Ο κομμουνιστικός προσανατολισμός του Μαρξ θα φανεί καθαρά από τα πρώτα βήματά που κάνει αρθρογραφώντας στην «Εφημερίδα του Ρήνου»[17] που έβγαζε μαζί με συντρόφους του νεοχεγγελιανούς. Η ενασχόλησή του όμως με αυτή την εφημερίδα φανέρωσε στον ίδιο τις ελλείψεις του πάνω στη Πολιτική Οικονομία την οποία και άρχισε να μελετά παράλληλα με τις υπόλοιπες μελέτες του. Ταυτόχρονα τον Οκτώβρη του 1843 πήγε στο Παρίσι για την έκδοση της Επιθεώρησης «Γαλλογερμανικά Χρονικά», όπου βγήκε μόνο ένα τεύχος. Στη πρωτεύουσα της Γαλλίας θα βρεθεί και τον επόμενο χρόνο. Εκεί, τέλη Αυγούστου του 1844, θα συναντηθεί για δεύτερη φορά με τον Φρ. Ένγκελς. Επρόκειτο για μια συνάντηση ιστορική στη διάρκεια της οποίας διαπιστώθηκε η ταυτότητα των αντιλήψεων και των επιστημονικών τους αναζητήσεων με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η χωρίς προηγούμενο 40χρονη φιλία και συνεργασία τους. «Οι παλιοί θρύλοι- έγραψε αργότερα ο Λένιν[18]- μιλούν για διάφορα συγκινητικά παραδείγματα φιλίας. Το προλεταριάτο της Ευρώπης μπορεί να πει ότι η επιστήμη του δημιουργήθηκε από δύο επιστήμονες κι αγωνιστές, που οι σχέσεις τους ξεπερνούν τους πιο συγκινητικούς θρύλους των αρχαίων για την ανθρώπινη φιλία.».
Η ταύτιση των δρόμων των δύο ανδρών, αν και ξεκινάει με τη συνάντησή τους στο Παρίσι, ιστορικά θεμελιώνεται με τα έργα τους «Γερμανική Ιδεολογία», «Η Αγία Οικογένεια» και πάνω απ’ όλα με το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος». Από εκεί κι έπειτα, είτε συγγράφουν παράλληλα, είτε από κοινού, το έργο τους είναι αξεχώριστο, ενιαίο και αδιαίρετο, αποτελώντας την επιστημονική- επαναστατική θεωρία του προλεταριάτου.
Να αναλύσει κανείς το έργο και την προσφορά του Μαρξ μέσα σε λίγες γραμμές είναι αδύνατο και προπαντός καθόλου φρόνιμο. Θα αρκεστούμε λοιπόν σε όσα λένε για το Μαρξ δύο μη μαρξιστές:
Γράφει ο Isaiah Berlin[19]: «Όχι μόνο οι συγκρουόμενες τάξεις, ομάδες και κινήματα καθώς κι οι ηγέτες τους σε κάθε χώρα, μα και ιστορικοί και κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι και πολιτικοί επιστήμονες, κριτικοί και δημιουργικοί καλλιτέχνες, στο βαθμό που προσπαθούν ν’ αναλύσουν τη μεταβαλλόμενη ποιότητα ζωής των κοινωνιών τους, κατά μέγα μέρος οφείλουν τη μορφή των ιδεών τους στο έργο του Μαρξ».
Ένας πολύ νεώτερος του Berlin, ο βρετανός δημοσιογράφος Φράνσις Γουίν- που ασχολήθηκε με τη βιογραφία του Μαρξ στη δεκαετία του ’90 για να δώσει ένα ελάχιστα αξιόλογο έργο γι’ αυτόν- ομολογεί: «Όσο πιο πολύ μελετούσα το Μαρξ τόσο πιο καίριος μου φαινόταν»[20].
Ας επιστρέψουμε όμως στην τελευταίες στιγμές της ζωής του Μαρξ έτσι όπως τις διηγείται ο Φρ. Ένγκελς σ’ ένα γράμμα που έγραψε την επομένη του τραγικού γεγονότος, στις 15 Μαρτίου του 1833, στον Φρίντριχ Ζόργκε.
Το τελευταίο διάστημα της ζωής του Μαρξ
«Εδώ κι έξι εβδομάδες- γράφει ο Ένγκελς για το Μαρξ[21]- κάθε πρωί που ‘φτανα στη γωνία, ένιωθα τρομερό φόβο μην αντικρίσω τις κουρτίνες κατεβασμένες. Χτες το μεσημέρι, στις δυόμισι η ώρα, η καλύτερη του ώρα για να δεχτεί επίσκεψη, πήγα στο σπίτι του. Έκλαιγαν όλοι. Φαινόταν πως το τέλος πλησίαζε. Ενδιαφέρθηκα. Προσπάθησα να μάθω τι είχε συμβεί. Είχε εμφανιστεί μια μικρή αιμορραγία και απότομα είχε καταρρεύσει. Η γενναία μας η γριά Λένχεν που τον περιποιήθηκε όσο καμιά μητέρα το παιδί της, ανέβηκε πάνω και γύρισε αμέσως: Μισοκοιμάται, μου είπε. Μπορούσα να πάω μαζί της. Όταν μπήκαμε στο δωμάτιό του ήταν εκεί και κοιμόταν, αλλά για να μην ξυπνήσει πια. Σφυγμός και αναπνοή είχαν σταματήσει. Μέσα σε δύο λεπτά είχε ξεψυχήσει, ήσυχα και χωρίς πόνο».
Σ’ ένα άλλο κείμενο του, ο Ένγκελς περιγράφει τους τελευταίους μήνες της ζωής του Μαρξ δίνοντας τις εξής πληροφορίες.
Το Νοέμβρη του 1882 ο Μαρξ ταξίδεψε για λόγους υγείας στο Βέντνορ, στη νότια άκρη του νησιού Ουάιτ. Ο υγρός καιρός, όμως, και η ομίχλη είχαν ως αποτέλεσμα αντί να καλυτερεύσει η υγεία του να εισπράξει ο οργανισμός του ένα νέο κρυολόγημα. Στο Λονδίνο ο Μαρξ επέστρεψε στις 12 Γενάρη του 1883, την επομένη δηλαδή του θανάτου της κόρης του, με αξεπέραστη βαριά βρογχίτιδα. «Σύντομα- γράφει ο στενός του φίλος[22]- έπαθε και λαρυγγίτιδα και σχεδόν δεν μπορούσε να καταπιεί καθόλου. Αυτός που υπέφερε με στωική απάθεια τους μεγαλύτερους πόνους, προτιμούσε να πίνει ένα λίτρο γάλα ( αν και σ’ όλη του τη ζωή ένιωθε φρίκη για το γάλα) παρά να τρώγει την κατάλληλη στέρεη τροφή. Το Φλεβάρη παρουσιάστηκε ένα πνευμονικό οίδημα. Για δεκαπέντε μήνες ο οργανισμός του είχε πάρει τόσα φάρμακα ώστε αυτά δεν έφερναν κανένα αποτέλεσμα. Το μόνο αποτέλεσμα ήταν να του κόβουν την όρεξη για φαγητό και να δυσκολεύουν την πέψη. Μέρα με τη μέρα αδυνάτιζε περισσότερο. Ωστόσο η πορεία της αρρώστιας σταμάτησε σχεδόν τελείως και μπόρεσε να καταπίνει ευκολότερα. Μα ξαφνικά πηγαίνοντας να τον δω- ανάμεσα στις 2 με 3 ήταν η πιο κατάλληλη ώρα- τους βρίσκω όλους κλαμένους: είχε τόσο αδυνατίσει, μου είπαν, ώστε χωρίς αμφιβολία πλησίαζε το τέλος του, παρ’ όλο που εκείνο το πρωινό είχε φάει με όρεξη τη σούπα και ήπιε γάλα και κρασί. Η πιστή γριούλα Λένχεν Ντέμουτ, που του ανέθρεψε από την κούνια όλα τα παιδιά και που βρισκόταν για 40 χρόνια στο σπίτι του, ανέβηκε στο δωμάτιό του κι ύστερ κατέβηκε αμέσως: «Κοπιάστε μαζί μου, κοιμάται». Όταν μπήκα είχε αποκοιμηθεί αλλά για πάντα. Δεν μπορείς να ποθείς πιο γλυκό θάνατο από κείνον που βρήκε ο Καρλ Μαρξ στην πολυθρόνα του».
Ο Μαρξ στην τελευταία του κατοικία
Τρεις μέρες μετά το θάνατό του, στις 17 Μαρτίου του 1883, ημέρα Σάββατο, ο Μαρξ οδηγήθηκε στην τελευταία του κατοικία, στο νεκροταφείο του Χαιγκέιτ, στον ίδιο τάφο που δεκαπέντε μήνες πριν είχαν θάψει την σύζυγο του. Μπροστά στον τάφο ο Γκότλιμπ Λέμκε κατέθεσε πάνω στο φέρετρο του δύο στεφάνια με κόκκινες κορδέλες από μέρους της σύνταξης του «Σοσιαλδημοκράτη» καθώς και του «Κομμουνιστικού Μορφωτικού Εργατικού Συνδέσμου» του Λονδίνου. Στη συνέχεια ο Σαρλ Λονγκέ διάβασε τηλεγραφήματα από το γαλλικό και το Ισπανικό Εργατικό Κόμμα. Από μέρους των γερμανών εργατών αποχαιρέτησε τον Μαρξ ο Βίλχελμ Λήμπκνεχτ. Ύστερα διάβασαν χαιρετιστήριο από τους ρώσους σοσιαλιστές. Για λογαριασμό των γάλλων εργατών το νεκρό χαιρέτισε ο Π. Λαφάργκ, ενώ ο Φρίντριχ Ένγκελς μίλησε εκ μέρους των εργατών όλου του κόσμου. Δυο μέρες πριν στο γράμμα του προς τον Ζόργκε είχε περιγράψει την απώλεια του Καρλ Μαρξ ως εξής: «η ανθρωπότητα έχει γίνει κατά ένα κεφάλι κοντότερη και μάλιστα το σημαντικότερο κεφάλι που σήμερα διέθετε». Τώρα στεκόταν μπροστά στο νεκρό φίλο του και τον αποχαιρετούσε στην αγγλική γλώσσα.
«Είναι αδύνατο να εκτιμήσουμε- είπε ο Ένγκελς- τι έχασε το μαχητικό ευρωπαϊκό και αμερικανικό προλεταριάτο, τι έχασε η ιστορική επιστήμη με το θάνατο αυτού του ανθρώπου. Πολύ γρήγορα θα γίνει αισθητό το κενό που δημιούργησε ο θάνατος αυτού του γίγαντα. Όπως ο Δαρβίνος ανακάλυψε το νόμο της εξέλιξης της οργανικής φύσης, έτσι και ο Μαρξ ανακάλυψε το νόμο εξέλιξης της ανθρώπινης ιστορίας… Μα αυτό δεν είναι όλο. Ο Μαρξ ανακάλυψε επίσης τον ειδικό νόμο κίνησης του σημερινού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και της αστικής κοινωνίας που προέρχεται απ’ αυτόν. Με την ανακάλυψη της υπεραξίας φωτίστηκαν με μιας όλα, ενώ όλες οι προηγούμενες έρευνες, τόσο των αστών οικονομολόγων, όσο και των σοσιαλιστών κριτικών είχαν πλανηθεί στο σκοτάδι». Στη συνέχεια ο Ένγκελς, αφού ανέλυσε ότι ο Μαρξ ήταν ο άνθρωπος της επιστήμης που τα πάντα τα μελετούσε σε βάθος αλλά κι ένας επαναστάτης επιστήμονας που χρησιμοποιούσε την επιστήμη σαν μια ιστορικά κινητήρια επαναστατική δύναμη, υπογράμμισε πως ο πραγματικός σκοπός της ζωής αυτού του ανθρώπου ήταν «να βοηθήσει με οποιονδήποτε τρόπο στην ανατροπή της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας και των θεσμών που έχει δημιουργήσει να πάρει μέρος στην απελευθέρωση του σύγχρονου προλεταριάτου, που αυτός του έδωσε για πρώτη φορά τη συνείδηση της θέσης του και των αναγκών του, τη συνείδηση των όρων της χειραφέτησής του». Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, πρόσθεσε ο ομιλητής, ταξικοί αντίπαλοι, πολιτικοί και ιδεολογικοί τους εκπρόσωποι «είχαν μισήσει και συκοφαντήσει τον Μαρξ περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο της εποχής του». Και κατέληξε: «Τολμώ να πω: μπορεί να είχε πολλούς αντιπάλους, όμως δύσκολο είναι να πούμε πως είχε έστω και έναν προσωπικό εχθρό. Το όνομά του και το έργο του θα ζήσουν στους αιώνες!»[23].
Ο Κάρολος Μαρξ πέθανε χωρίς να αφήσει κληρονομιά ή διαθήκη. Εκτελεστές της φιλολογικής του κληρονομιάς άφησε την μικρότερη κόρη του Ελεονόρα και τον Φρ. Ένγκελς[24]. Όλη του η υλική περιουσία του εκτιμήθηκε σε 250 λίρες που αφορούσε κυρίως την εκτίμηση της αξίας των επίπλων του σπιτιού του και των βιβλίων του[25]
Έζησε και πέθανε φτωχός. Κατάφερε όμως να πλουτίσει την εργατική τάξη- κι ολόκληρη την ανθρωπότητα- με το επιστημονικό του έργο και την ακαταμάχητη επιστήμη του διαλεκτικού κα ιστορικού υλισμού. Ο Μαρξισμός, φέρει μόνο το όνόμα του Μαρξ. Χωρίς αμφιβολία, όμως, είναι έργο τόσο του Μαρξ όσο και Ένγκελς. Μαζί έγραψαν έργα όπως η «Αγία Οικογένεια», η «Γερμανική Ιδεολογία» και το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο». Αλλά και στα έργα όπου συγγραφέας είναι ο ένας από τους δύο, η σφραγίδα του άλλου είναι εμφανής και ανεξίτηλη. Επίσης είναιγνωστό είναι πως ο 2ος και ο 3ος τόμος του Κεφαλαίου είναι στη διάθεσή μας γιατί ο Ένγκελς τους εξέδωσε αφού προηγουμένως κατέβαλε τεράστια προσπάθεια να επεξεργαστεί στην τελική του μορφή το υλικό που είχε συγκεντρώσει ο Μαρξ. «Οι δύο αυτοί τόμοι του Κεφαλαίου- έγραψε πολύ εύστοχα ο Λένιν[26]- είναι έργο και των δύο: του Μαρξ και του Ένγκελς».
Είναι αλήθεια ότι ο Ένγκελς πάντα τοποθετούσε τον εαυτό του σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με τον Μαρξ, αδικώντας τον εαυτό του για να τονίσει τη μοναδική, την ξεχωριστή προσφορά του φίλου του, την οποία, όμως παρουσιάζει με απόλυτη ακρίβεια. Σε μια σημείωση του, για παράδειγμα, στο έργο του «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της κλασσικής γερμανικής φιλοσοφίας» ο Ένγκελς γράφει[27]: «Ας μου επιτραπεί εδώ μια προσωπική διασάφηση. Τελευταία μίλησαν πολλές φορές για τη συμβολή μου σ’ αυτήν τη θεωρία, κι έτσι δεν μπορώ να μην πω εδώ τα λίγα εκείνα λόγια που εξαντλούν το ζήτημα. Δεν μπορώ ούτε ο ίδιος ν’ αρνηθώ ότι, πριν και στο διάστημα της σαραντάχρονης συνεργασίας μου με το Μαρξ, έχω κι εγώ κάποιο ανεξάρτητο μερτικό στο θεμέλιωμα της θεωρίας, και ιδιαίτερα στην επεξεργασία της. Όμως το μεγαλύτερο μέρος από τις κατευθυντήριες βασικές ιδέες, ιδιαίτερα στον οικονομικό και ιστορικό τομέα και ειδικά η τελική αυστηρή τους διατύπωση ανήκουν στο Μαρξ. Εκείνο που πρόσφερα εγώ- αν εξαιρέσουμε βέβαια μερικούς ειδικούς κλάδους- μπορούσε βέβαια να τόχε κάνει ο Μαρξ χωρίς εμένα. Ό,τι έδωσε ο Μαρξ, δεν θα τα κατάφερνα εγώ μοναχός. Ο Μαρξ στεκόταν πιο ψηλά, έβλεπε πιο μακριά, και το βλέμμα του αγκάλιαζε περισσότερα και ταχύτερα απ’ όλους εμάς τους άλλους. Ο Μαρξ ήταν μεγαλοφυΐα, εμείς οι άλλοι το πολύ- πολύ νάμαστε ταλέντα. Χωρίς αυτόν η θεωρία δεν θάταν σήμερα καθόλου αυτή που είναι. Γι’ αυτό δίκαια φέρνει το όνομά του».
[1] Κ. Μαρξ: Πρόλογος στην «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας», στο Μαρξ- Ένγκελς: «Διαλεχτά Έργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Α’, σελ. 427
[2] Γκαλίνα Σερεμπριάκοβα: «Ο Νέος Προμηθέας: Κάρολος Μαρξ- Βιογραφία», εκδόσεις Σύγχρονο Βιβλίο, σελ. 625
[3] Ζ. Κονιό: «Καρλ Μαρξ- Η ζωή και το έργο του», εκδόσεις Πανόραμα, σελ. 8
[4] Δ. Ριαζάνωφ: «Μαρξ- Ένγκελς», Εκδόσεις Αναγνωστίδη, σελ. 34- 35. Η Ρηνανία, στην οποία ανήκε και η γενέτειρα του Μαρξ, πέρασε στην Πρωσία το 1815. Για δύο δεκαετίες πριν ανήκε στη Γαλλία.
[5] Κ. Μαρξ: «Το Εβραϊκό ζήτημα», εκδόσεις ΟΔΥΣΣΕΑΣ, σελ. 104- 105
[6] Μπορίς Νικολαϊέφσκι- Όττο Μαίνχεν- Χελφεν: «Καρλ Μαρξ». Εκδόσεις Ράππα, σελ. 21- 22
[7] Μπορίς Νικολαϊέφσκι- Όττο Μαίνχεν- Χελφεν, στο ίδιο, σελ. 22
[8] Ζ. Κονιό: «Καρλ Μαρξ: Η ζωή και το έργο του», εκδόσεις ΠΑΝΟΡΑΜΑ , σελ. 8.
[9] Νικολάι Ιβανόφ: «Καρλ Μαρξ- Σύντομη Βιογραφία», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 13
[10] Νικολάι Ιβανόφ, στο ίδιο, σελ. 14
[11] Δ. Ριαζάνωφ, στο ίδιο, σελ. 36
[12] Γκαλίνα Σερεμπριάκοβα: «Ο Νέος Προμηθέας- Κάρολος Μαρξ- Βιογραφία», εκδόσεις «Σύγχρονο Βιβλίο», σελ. 19.
[13] Ζ. Κονιό, στο ίδιο, σελ. 9- 10
[14]Werner Blumenberg: «Καρλ Μαρξ», εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, σελ. 20
[15] Δ. Ριαζάνωφ, στο ίδιο, σελ. 37
[16] Μαρξ- Ένγκελς: «Αλληλογραφία», Α’ τόμος 1837- 1848, εκδόσεις ΟΛΚΟΣ, σελ. 15
[17] Η Εφημερίδα του Ρήνου έβγαινε από το Γενάρη του 1842 ως το Μάρτη του 1843
[18] Β. Ι. Λένιν: «Φρίντριχ Ένγκελς», Άπαντα, εκδόσεις ΣΕ, τόμος 2ος, σελ. 12
[19]Isaiah Berlin: «Καρλ Μαρξ», εκδόσεις, SCRIPTA, σελ. 302
[20] Φράνσις Γουίν: «Κάρολος Μαρξ- Η ζωή του», εκδόσεις Ωκεανίδα, σελ. 16
[21] «Ο ‘‘Μαύρος’’- Αναμνήσεις για τον Καρλ Μαρξ», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 169
[22] «Αναμνήσεις Για τον Μαρξ», εκδόσεις DIETZ ΓΛΔ- Gutenberg, σελ. 21
[23] Μαρξ- Ένγκελς: «Διαλεκτά έργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Β’, σελ. 187- 189
[24] «Αναμνήσεις Για τον Μαρξ», εκδόσεις DIETZ ΓΛΔ- Gutenberg, σελ. 21
[25] Φράνσις Γουίν: «Κάρολος Μαρξ- Η ζωή του» εκδόσεις Ωκεανίδα, σελ. 505
[26] Β. Ι. Λένιν: «Φρίντριχ Ένγκελς», Άπαντα, εκδόσεις ΣΕ, τόμος 2ος, σελ. 12
[27] Μαρξ- Ένγκελς: «Διαλεχτά Έργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος β’, σελ. 447