Γράφει ο Κ. Αγραφιώτης
Τελευταία, ορισμένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης, προφανώς όχι με δική τους πρωτοβουλία και ευθύνη, όταν πιέζονται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης σχετικά με τα αδιέξοδα ή τα «αδιέξοδα» που εμφανίζονται στις συνομιλίες της κυβέρνησης με την τρόικα για τη σύναψη συμφωνίας χρηματοδότησης της χώρας, απαντούν ότι μία από τις πιθανές επιλογές της κυβέρνησης, στην περίπτωση που παρουσιαστεί εμπλοκή, είναι η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, είτε σε εκλογές, είτε σε δημοψήφισμα.
Τι είναι εκείνο που θα οδηγήσει, αν οδηγήσει, την κυβέρνηση σε μια τέτοια επιλογή;
Η πρώτη εκδοχή, κατά τη γνώμη μας, είναι η κυβέρνηση να διέπεται από βαθιά δημοκρατική αντίληψη, η οποία την οδηγεί να απευθύνεται στο λαό και να ζητά την επικύρωση ή την απόρριψη των επιλογών της στα σοβαρά ζητήματα που καθορίζουν τη ζωή του λαού και την πορεία της χώρας. Μια κυβέρνηση δηλαδή που θέλει το λαό ενημερωμένο και συμμέτοχο, κυριολεκτικά στο κέντρο των αποφάσεων και όχι ως ψηφοφόρο μια φορά στα τέσσερα χρόνια. Αυτό δεν μας φαίνεται πιθανό. Είναι μια αντίληψη εντελώς ξένη διαχρονικά σε όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις. Ούτε το 1980 κατά την είσοδο της χώρας στην τότε ΕΟΚ ρωτήθηκε ο λαός, ούτε το 1992 για τη συνθήκη του Μάαστριχ, ούτε για τη συμμετοχή της χώρας στην ευρωζώνη και το ευρώ, ούτε φυσικά για την υπαγωγή της χώρας στο μνημόνιο και την τροϊκανή επιτήρηση το 2010. Είναι δυνατόν αυτό να συμβεί σήμερα; Παρότι στις περιπτώσεις που αναφέρθηκαν οι κυβερνήσεις ήταν του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ και όχι του ΣΥΡΙΖΑ το θεωρούμε απίθανο να συμβεί. Υπάρχουν ενδείξεις γι' αυτό και η πιο πρόσφατη είναι η άρνηση της κυβέρνησης να συζητηθεί και να ψηφιστεί από τη βουλή η συμφωνία της 20ηςΦεβρουαρίου, καθώς και ολόκληρη η διαδικασία διολίσθησης της κυβέρνησης από τις προεκλογικές εξαγγελίες και τις προγραμματικές δηλώσεις της.
Η δεύτερη εκδοχή είναι να υπάρχει από πλευράς κυβέρνησης πρόθεση για ρήξη με την τρόικα και την ευρωζώνη και αποχώρηση, οπότε ζυμώνει το ενδεχόμενο αυτό και προετοιμάζει το λαό. Ούτε αυτό το ενδεχόμενο είναι πιθανό. Η κυβέρνησή το έχει αποκλείσει κατηγορηματικά, ενώ και οι ευρωπαίοι φαίνεται ότι θέλουν να το αποφύγουν.
Η τρίτη εκδοχή είναι ότι η κυβέρνηση προετοιμάζει το έδαφος της υποχώρησης και του συμβιβασμού. Ο συμβιβασμός να είναι λιγότερο επώδυνος, ώστε να μπορεί να τον διαχειριστεί καλύτερα στο εσωτερικό της χώρας. Ο συμβιβασμός αυτός θα είναι προφανώς ετεροβαρής, θα αποτυπώνει τα συμφέροντα και τις βασικές επιδιώξεις των δανειστών. Αλλιώς, τι είδους ιμπεριαλισμός είναι ο ευρωενωσιακός αν θυσιάζει τα συμφέροντα του στο βωμό της ηθικής και των εκκλήσεων για βοήθεια και στήριξη του ελληνικού λαού που συντρίβεται, δείχνοντας ανθρωπιστικό πνεύμα και αλληλεγγύη; Οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο θα πάρουν αυτό που θέλουν κάνοντας ίσως ορισμένες δευτερεύουσας σημασίας παραχωρήσεις στην ελληνική κυβέρνηση, ώστε να διευκολυνθεί στις εσωτερικές κινήσεις της, σχετικά με την αντιπολίτευση, αλλά και στο ίδιο το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, με την αριστερή τάση και την εργατική και λαϊκή βάση του. Αυτή την εξέλιξη θεωρούμε την πιο πιθανή.
Θα κάνουμε επιπλέον δύο σημαντικές επισημάνσεις. Η πρώτη είναι η υστερική αντίδραση του αστικού πολιτικού κόσμου, των αστικών μηχανισμών, των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των μεγαλοδημοσιογράφων μπροστά στο ενδεχόμενο διενέργειας δημοψηφίσματος και αυτό για πολλοστή φορά, θεωρώντας ότι η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία θα είναι καταστροφή. Η γνώμη του ελληνικού λαού θα είναι καταστροφική, ενώ οι εκφραστές των αστικών συμφερόντων και των συμφερόντων του ιμπεριαλισμού στη χώρα είναι αυτοί που πράττουν υπεύθυνα με βάση το εθνικό συμφέρον. Το γεγονός αυτό φανερώνει μια βαθιά περιφρόνηση για το λαό και τη βούληση του, είναι ενδεικτικό του αντιδραστικού χαρακτήρα του αστικού πολιτικού συστήματος και γενικότερα του καπιταλισμού σήμερα, στην εποχή του ανεπτυγμένου ιμπεριαλισμού που «σαπίζει και πεθαίνει». Το δημοκρατικό πρόβλημα με τη στενή και την ευρύτερη έννοια του παίρνει στις μέρες μας τεράστιες διαστάσεις, συγκινεί ευρύτατα τον εργαζόμενο λαό και μπορεί να αποδειχθεί όπλο στα χέρια του εργατικού κινήματος της κομμουνιστικής αριστεράς.
Η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία σε κάθε σημαντική στιγμή ενός λαού και μιας χώρας έπρεπε να είναι αυτονόητη. Ο φόβος όμως της λαϊκής οργής, της λαϊκής αντίδρασης, ο κίνδυνος να απορρίψει ο λαός την πολιτική του κεφαλαίου και να αμφισβητήσει τις κυρίαρχες επιλογές, να θέσει σε αμφισβήτηση το ίδιο το καθεστώς της εκμετάλλευσης, οδηγεί σε τόσο αντιδραστική συμπεριφορά. Ακόμη και η ίδια αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, οι θεσμοί της, οι διαδικασίες και οι λειτουργίες της χωρίς δισταγμό παραμερίζονται.
Ο καπιταλισμός ιστορικά έφτασε στο τέλος του. Οι κίνδυνοι για τους λαούς από την παραμονή του καθημερινά μεγαλώνουν, η ώρα της αντικατάστασής του από το σοσιαλισμό έχει φθάσει προ πολλού, ο νεκροθάφτης του όμως ακόμη δεν έχει διαμορφωθεί. Αυτό είναι το ιστορικό καθήκον της εργατικής τάξης και των κομμουνιστών.
Τελευταία, ορισμένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης, προφανώς όχι με δική τους πρωτοβουλία και ευθύνη, όταν πιέζονται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης σχετικά με τα αδιέξοδα ή τα «αδιέξοδα» που εμφανίζονται στις συνομιλίες της κυβέρνησης με την τρόικα για τη σύναψη συμφωνίας χρηματοδότησης της χώρας, απαντούν ότι μία από τις πιθανές επιλογές της κυβέρνησης, στην περίπτωση που παρουσιαστεί εμπλοκή, είναι η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, είτε σε εκλογές, είτε σε δημοψήφισμα.
Τι είναι εκείνο που θα οδηγήσει, αν οδηγήσει, την κυβέρνηση σε μια τέτοια επιλογή;
Η πρώτη εκδοχή, κατά τη γνώμη μας, είναι η κυβέρνηση να διέπεται από βαθιά δημοκρατική αντίληψη, η οποία την οδηγεί να απευθύνεται στο λαό και να ζητά την επικύρωση ή την απόρριψη των επιλογών της στα σοβαρά ζητήματα που καθορίζουν τη ζωή του λαού και την πορεία της χώρας. Μια κυβέρνηση δηλαδή που θέλει το λαό ενημερωμένο και συμμέτοχο, κυριολεκτικά στο κέντρο των αποφάσεων και όχι ως ψηφοφόρο μια φορά στα τέσσερα χρόνια. Αυτό δεν μας φαίνεται πιθανό. Είναι μια αντίληψη εντελώς ξένη διαχρονικά σε όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις. Ούτε το 1980 κατά την είσοδο της χώρας στην τότε ΕΟΚ ρωτήθηκε ο λαός, ούτε το 1992 για τη συνθήκη του Μάαστριχ, ούτε για τη συμμετοχή της χώρας στην ευρωζώνη και το ευρώ, ούτε φυσικά για την υπαγωγή της χώρας στο μνημόνιο και την τροϊκανή επιτήρηση το 2010. Είναι δυνατόν αυτό να συμβεί σήμερα; Παρότι στις περιπτώσεις που αναφέρθηκαν οι κυβερνήσεις ήταν του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ και όχι του ΣΥΡΙΖΑ το θεωρούμε απίθανο να συμβεί. Υπάρχουν ενδείξεις γι' αυτό και η πιο πρόσφατη είναι η άρνηση της κυβέρνησης να συζητηθεί και να ψηφιστεί από τη βουλή η συμφωνία της 20ηςΦεβρουαρίου, καθώς και ολόκληρη η διαδικασία διολίσθησης της κυβέρνησης από τις προεκλογικές εξαγγελίες και τις προγραμματικές δηλώσεις της.
Η δεύτερη εκδοχή είναι να υπάρχει από πλευράς κυβέρνησης πρόθεση για ρήξη με την τρόικα και την ευρωζώνη και αποχώρηση, οπότε ζυμώνει το ενδεχόμενο αυτό και προετοιμάζει το λαό. Ούτε αυτό το ενδεχόμενο είναι πιθανό. Η κυβέρνησή το έχει αποκλείσει κατηγορηματικά, ενώ και οι ευρωπαίοι φαίνεται ότι θέλουν να το αποφύγουν.
Η τρίτη εκδοχή είναι ότι η κυβέρνηση προετοιμάζει το έδαφος της υποχώρησης και του συμβιβασμού. Ο συμβιβασμός να είναι λιγότερο επώδυνος, ώστε να μπορεί να τον διαχειριστεί καλύτερα στο εσωτερικό της χώρας. Ο συμβιβασμός αυτός θα είναι προφανώς ετεροβαρής, θα αποτυπώνει τα συμφέροντα και τις βασικές επιδιώξεις των δανειστών. Αλλιώς, τι είδους ιμπεριαλισμός είναι ο ευρωενωσιακός αν θυσιάζει τα συμφέροντα του στο βωμό της ηθικής και των εκκλήσεων για βοήθεια και στήριξη του ελληνικού λαού που συντρίβεται, δείχνοντας ανθρωπιστικό πνεύμα και αλληλεγγύη; Οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο θα πάρουν αυτό που θέλουν κάνοντας ίσως ορισμένες δευτερεύουσας σημασίας παραχωρήσεις στην ελληνική κυβέρνηση, ώστε να διευκολυνθεί στις εσωτερικές κινήσεις της, σχετικά με την αντιπολίτευση, αλλά και στο ίδιο το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, με την αριστερή τάση και την εργατική και λαϊκή βάση του. Αυτή την εξέλιξη θεωρούμε την πιο πιθανή.
Θα κάνουμε επιπλέον δύο σημαντικές επισημάνσεις. Η πρώτη είναι η υστερική αντίδραση του αστικού πολιτικού κόσμου, των αστικών μηχανισμών, των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των μεγαλοδημοσιογράφων μπροστά στο ενδεχόμενο διενέργειας δημοψηφίσματος και αυτό για πολλοστή φορά, θεωρώντας ότι η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία θα είναι καταστροφή. Η γνώμη του ελληνικού λαού θα είναι καταστροφική, ενώ οι εκφραστές των αστικών συμφερόντων και των συμφερόντων του ιμπεριαλισμού στη χώρα είναι αυτοί που πράττουν υπεύθυνα με βάση το εθνικό συμφέρον. Το γεγονός αυτό φανερώνει μια βαθιά περιφρόνηση για το λαό και τη βούληση του, είναι ενδεικτικό του αντιδραστικού χαρακτήρα του αστικού πολιτικού συστήματος και γενικότερα του καπιταλισμού σήμερα, στην εποχή του ανεπτυγμένου ιμπεριαλισμού που «σαπίζει και πεθαίνει». Το δημοκρατικό πρόβλημα με τη στενή και την ευρύτερη έννοια του παίρνει στις μέρες μας τεράστιες διαστάσεις, συγκινεί ευρύτατα τον εργαζόμενο λαό και μπορεί να αποδειχθεί όπλο στα χέρια του εργατικού κινήματος της κομμουνιστικής αριστεράς.
Η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία σε κάθε σημαντική στιγμή ενός λαού και μιας χώρας έπρεπε να είναι αυτονόητη. Ο φόβος όμως της λαϊκής οργής, της λαϊκής αντίδρασης, ο κίνδυνος να απορρίψει ο λαός την πολιτική του κεφαλαίου και να αμφισβητήσει τις κυρίαρχες επιλογές, να θέσει σε αμφισβήτηση το ίδιο το καθεστώς της εκμετάλλευσης, οδηγεί σε τόσο αντιδραστική συμπεριφορά. Ακόμη και η ίδια αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, οι θεσμοί της, οι διαδικασίες και οι λειτουργίες της χωρίς δισταγμό παραμερίζονται.
Ο καπιταλισμός ιστορικά έφτασε στο τέλος του. Οι κίνδυνοι για τους λαούς από την παραμονή του καθημερινά μεγαλώνουν, η ώρα της αντικατάστασής του από το σοσιαλισμό έχει φθάσει προ πολλού, ο νεκροθάφτης του όμως ακόμη δεν έχει διαμορφωθεί. Αυτό είναι το ιστορικό καθήκον της εργατικής τάξης και των κομμουνιστών.