Με καθυστέρηση μερικών ημερών και εν μέσω αλληλοκατηγοριών για παραβιάσεις της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός στην οποία κατέληξαν στις 12 Φλεβάρη οι Πούτιν, Ολάντ, Μέρκελ και Ποροσένκο στο Μινσκ της Λευκορωσίας, άρχισαν να εφαρμόζονται από τις 21 Φλεβάρη τα πρώτα μέτρα υλοποίησης της συμφωνίας.
Ως ημερομηνία έναρξης της εκεχειρίας είχε οριστεί η 15η Φλεβάρη, όμως οι σφοδρές συγκρούσεις συνεχίστηκαν μέχρι την κατάληψη της πολιορκούμενης από τους αυτονομιστές αντάρτες πόλης Ντεμπάλτσεβε στις 18 Φλεβάρη και την εκκαθάριση της γύρω περιοχής τις επόμενες μέρες. Στην αποκαλούμενη συμφωνία Μινσκ ΙΙ, δεν υπήρχε συγκεκριμένη αναφορά στην πόλη αυτή, με αποτέλεσμα η μεν κυβέρνηση του Κιέβου να θεωρεί αυτονόητο ότι περιλαμβάνεται στη συμφωνία, ενώ οι αυτονομιστές αντάρτες να ισχυρίζονται ότι εξαιρείται.
Η κατάληψή της από τους αυτονομιστές αντάρτες θεωρείται ταπεινωτική ήττα για την κυβέρνηση του Κιέβου και τον ουκρανικό στρατό όχι μόνο γιατί η Ντεμπάλτσεβε είναι στρατηγικής σημασίας ως συγκοινωνιακός κόμβος μεταξύ Ντονέτσκ και Λουχάνσκ και όποιος την ελέγχει ουσιαστικά ελέγχει το Ντόνμπας. Αλλά και γιατί ο ουκρανικός στρατός αναγκάστηκε τελικά να υποχωρήσει υπό εξευτελιστικές συνθήκες, καθώς από τους χιλιάδες στρατιώτες που είχαν εγκλωβιστεί στην πολιορκημένη πόλη, εκατοντάδες έπεσαν αιχμάλωτοι στα χέρια των ανταρτών καθώς και μεγάλος αριθμός όπλων και οχημάτων του ουκρανικού στρατού, ενώ τα φορτηγά του ουκρανικού στρατού που απομάκρυναν τους εξαντλημένους και καταρρακωμένους στρατιώτες δέχονταν συνεχώς πυρά στη διαδρομή τους.
Ετσι λοιπόν, στις 21 Φλεβάρη άρχισε η ανταλλαγή αιχμαλώτων και στις 24 Φλεβάρη ανακοινώθηκε από τους αυτονομιστές αντάρτες ότι ξεκινά η απόσυρση των βαριών όπλων από τη διαχωριστική γραμμή, χωρίς μέχρι στιγμής αντίστοιχη κίνηση από την πλευρά του ουκρανικού στρατού, ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται δραστική μείωση στην ανταλλαγή πυρών στα περίχωρα του Ντεμπάλτσεβε, στο Ντονέτσκ και έξω από τη Μαριούπολη.
Παρόλα αυτά, η εκεχειρία παραμένει εξαιρετικά εύθραυστη και είναι πολύ αμφίβολο αν και κατά πόσο οι αντίπαλοι θα προχωρήσουν στα επόμενα βήματα στα πλαίσια της συμφωνίας Μινσκ ΙΙ. Για πολλούς λόγους.
Κατ’ αρχήν, γιατί η κυβέρνηση του Κιέβου εκτιμά ότι ο επόμενος στόχος των αυτονομιστών ανταρτών είναι η Μαριούπολη, με 500.000 πληθυσμό, στα περίχωρα της οποίας έχουν ήδη σημειωθεί πολλές συγκρούσεις, και καταγγέλλει ότι γύρω από την πόλη Νοβοαζόφσκ, στην ακτή της Αζοφικής Θάλασσας και σε απόσταση μόλις 40 χιλιομέτρων από τη Μαριούπολη, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο των ανταρτών, συγκεντρώνονται ισχυρές δυνάμεις μαχητών και όπλων.
Δεύτερο, γιατί όλα τα κρίσιμα ζητήματα, όπως η αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων και των μισθοφόρων, ο αφοπλισμός των παράνομων ένοπλων ομάδων, ο έλεγχος των συνόρων με τη Ρωσία και πρωτίστως το καθεστώς της αυτονομίας και η συνταγματική μεταρρύθμιση, παραμένουν ανοιχτά και αποτελούν σταθερή και σοβαρή αιτία αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων και κατά συνέπεια πολεμικής ανάφλεξης.
Τρίτο, γιατί οι στρατιωτικές επιτυχίες των αυτονομιστών ανταρτών μπορεί να ανάγκασαν τον ουκρανό πρόεδρο να δώσει τη συγκατάθεσή του στη συμφωνία του Μινσκ ΙΙ, ωστόσο είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση του Κιέβου δεν αποδέχεται τα εδαφικά κεκτημένα των ανταρτών στην ανατολική Ουκρανία και θα επιχειρήσει, με την υποστήριξη του Λευκού Οίκου, να τα ακυρώσει και να αλλάξει το συσχετισμό δυνάμεων, που σήμερα είναι αναμφίβολα υπέρ των αυτονομιστών ανταρτών και της Ρωσίας, που τους υποστηρίζει πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά. Εκτός από την απόφαση του Λευκού Οίκου για τη χορήγηση όπλων στην Ουκρανία, και ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ανακοίνωσε στις 24 Φλεβάρη την αποστολή τις επόμενες μέρες 75 βρετανών «εκπαιδευτών» στην ανατολική Ουκρανία, επισημαίνοντας ότι η κίνηση αυτή δεν έχει στόχο μόνο την υποστήριξη στην Ουκρανία αλλά και να «στείλει μήνυμα στους Ρώσους» ότι η Βρετανία δεν θα ανεχτεί άλλο την προσάρτηση πόλεων της Ουκρανίας. Σημειωτέον ότι κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων που κατέληξαν στη συμφωνία Μινσκ ΙΙ, ο Κάμερον, ακολουθώντας τη γραμμή του Λευκού Οίκου, επέμενε ότι η Βρετανία δεν θα υποστηρίξει καμιά συμφωνία που δεν θα περιλαμβάνει τη χωρίς όρους παράδοση των ανταρτών.
Συνεπώς, είναι βέβαιο ότι τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα θα εκμεταλλευτούν τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός για να ανασυγκροτήσουν και να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους και να τις συγκεντρώσουν σε θέσεις που θα τους προσφέρουν τα περισσότερα πλεονεκτήματα για τον επόμενο γύρο.
http://www.eksegersi.gr/