Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015

Το ζήτημα του χρέους, κυβέρνηση και η εξάρτηση

 
      
   Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος
Ένα από τα κεντρικά ζητήματα που θέτει η νέα διακυβέρνηση είναι η απομείωση του ελληνικού χρέους (με άμεσο κούρεμα ή με άλλους τρόπους σαν αυτόν που ανακοίνωσε από το Λονδίνο ο Γ. Βαρουφάκης) ώστε αυτό να καταστεί- όπως η ίδια λέει- βιώσιμο. Για το λόγο αυτό και για την καλύτερη δική της προετοιμασία στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές πήρε για σύμβουλό της την γνωστή και μη εξαιρετέα εταιρεία χρηματοοικονομικών συμβούλων Lazard. «Ο Υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, ανακοινώνει την ανάθεση στην εταιρία χρηματοοικονομικών συμβούλων LAZARD του ρόλου του συμβούλου του Υπουργείου Οικονομικών σε θέματα δημοσίου χρέους και δημοσιονομικής διαχείρισης», αναφέρει Δελτίο Τύπου του υπουργείου που εκδόθηκε το περασμένο Σάββατο.

Η κυβέρνηση, η Lazard και τα εύλογα ερωτήματα


Η Lazard δεν είναι μια άγνωστη εταιρεία στην Ελλάδα- ειδικότερα στο ζήτημα του ελληνικού χρέους. Την έχουμε πληρώσει ακριβά για τις συμβουλές της κάτι που άλλωστε στο παρελθόν αναγνώριζε ο ίδιος ο σημερινός Πρωθυπουργός όταν τον Νοέμβριο του 2011 ασκούσε κοινοβουλευτικό έλεγχο στην τότε κυβέρνηση Παπαδήμου. Θυμίζουμε ότι η εν λόγω εταιρεία είχε προσληφθεί από την τότε κυβέρνηση και το υπουργείο Οικονομικών ως χρηματοοικονομικός σύμβουλος για το χρέος, σε μια προσπάθεια απομείωσής του η οποία κατέληξε στο περιβόητο PSI. Η κυβέρνηση Παπαδήμου είχε δεχτεί να πάρει ηLazardως αμοιβή για τις υπηρεσίες της 25.000.000 EUR. Δεν ξέρουμε πόσα θα πάρει τώρα αλλά ο Αλ. Τσίπρας δικαίως αναρωτιόταν, τότε, με ερώτηση που είχε καταθέσει στη Βουλή, τόσο για την Lazard όσο και για άλλες εταιρείες που είχαν προσληφθεί, έναντι αδράς αμοιβής σε ρόλο συμβούλου: «Με ποιο σκεπτικό, σε μια περίοδο πλήρη εξαγγελιών περικοπής των δημοσιονομικών εξόδων, αποφασίζεται αυτή η δαπάνη, ενώ το κράτος διαθέτει νομικούς συμβούλους και εξειδικευμένους επιστήμονες, στο Υπουργείο Οικονομικών αλλά και στην Τράπεζα της Ελλάδας;»            
   Κοινοβουλευτικό έλεγχο στις προηγούμενες κυβερνήσεις για τον ρόλο της Lazardσε διάφορες υποθέσεις είχαν ασκήσει αρκετοί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ανάμεσά τους και ο σημερινός υπερυπουργός ο Π. Λαφαζάνης. Δεν γνωρίζουμε αν τώρα τους ρώτησαν που ξαναπροσέλαβαν τη Lazard. Όλα αυτά, όμως, αποτελούν ενδεικτικά ιστορικά παραδείγματα που αν μη τι άλλο υποχρεώνουν την σημερινή κυβέρνηση να απαντήσει- αυτή τώρα- στις ερωτήσεις που παλιότερα έθετε στους προκατόχους της. Τι το διαφορετικό συνέβηκε με τηνLazard που ενώ οι προκάτοχες κυβερνήσεις ήταν υπόλογες που την επέλεγαν ως σύμβουλό τους, η τωρινή κυβέρνηση δεν είναι; Γιατί άραγε η σημερινή κυβέρνηση δεν εμπιστεύτηκε τους «νομικούς συμβούλους και εξειδικευμένους επιστήμονες, στο Υπουργείο Οικονομικών αλλά και στην Τράπεζα της Ελλάδας»,τους οποίους ως αντιπολίτευση εμπιστευόταν;

Η Lazard και η… επιτυχία του PSI

Όπως είναι γνωστό το 2012 πραγματοποιήθηκε αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους που βρισκόταν στα χέρια των ιδιωτών. Πρόκειται για το περιβόητο PSI. Αυτό που, ίσως, δεν είναι ευρύτερα γνωστό ή έχει ξεχαστεί αφορά στο γεγονός ότι εκείνη η αναδιάρθρωση έγινε με συμβουλές της Lazard. Ήταν επιτυχημένη ή αποτυχημένη εκείνη η αναδιάρθρωση του χρέους; Η Τράπεζα της Ελλάδας μάλλον την θεωρεί αποτυχημένη. Διαβάζουμε:

«Το πρώτο δίμηνο του 2012 ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, σύμφωνα με την οποία η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα ήταν μεγαλύτερη από ό,τι είχε προβλεφθεί αρχικά. Υπολογίζεται ότι το ύψος των παλαιών δανείων προς τους ιδιώτες επενδυτές μειώθηκε το Φεβρουάριο κατά 106 δισεκ. ευρώ περίπου. Επίσης, με την επαναγορά χρέους, το Δεκέμβριο του 2012, το χρέος μειώθηκε περαιτέρω κατά 31,9 δισεκ. ευρώ, δηλαδή συνολικά κατά 137,9 δισεκ ευρώ. Όμως, το καθαρό όφελος από την αναδιάρθρωση του χρέους μετριάστηκε σημαντικά, κυρίως λόγω: (α) της ανάγκης για ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών με έκδοση νέου χρέους (ύψους 41 δισεκ. ευρώ εντός του 2012), (β) του δανεισμού ύψους 11,3 δισεκ. ευρώ για την επαναγορά χρέους (το Δεκέμβριο), (γ) του γεγονότος ότι η μείωση της αξίας των ομολόγων που διακρατούσαν τα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία ή άλλοι φορείς (ύψους 16,2 δισεκ. ευρώ) δεν οδήγησε σε μείωση του χρέους, επειδή επρόκειτο για ενδοκυβερνητικό χρέος, (δ) του δανεισμού 4,5 δισεκ. ευρώ για την παροχή ομολόγων του ΕFSF στα ασφαλιστικά ταμεία ως αντισταθμιστικού οφέλους έναντι της μείωσης των απαιτήσεων που υπέστησαν, (ε) της ανάγκης για δανεισμό 11,9 δισεκ. ευρώ για την κάλυψη του ελλείμματος του 2012 (συμπεριλαμβανομένης της πληρωμής δεδουλευμένων τόκων το Φεβρουάριο αλλά όχι και της επίπτωσης από τη στήριξη τραπεζικών ιδρυμάτων) και (στ) λοιπών υποχρεώσεων του Δημοσίου (π.χ. πληρωμές στον ΕΜΣ, πληρωμές παλαιών οφειλών κ.λπ.) συνολικού ύψους 1,9 δισεκ. ευρώ. Το καθαρό τελικό αποτέλεσμα όλων των συναλλαγών ήταν η μείωση του χρέους εντός του 2012 μόνο κατά 51,2 δισεκ. Ευρώ» (Βλέπε: Τράπεζα της Ελλάδος: «Το Χρονικό της Μεγάλης Κρίσης- Η Τράπεζα της Ελλάδος 2008- 2013», σελ. 107).

Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τα πιο επίσημα χείλη (Τράπεζα της Ελλάδος), με τις συμβουλές της Lazardκουρέψαμε το χρέος κατά 137,9 δισ. ευρώ για να έχουμε ένα καθαρό όφελος μόλις 51,2 δισ. ευρώ!!! Το όφελος βέβαια είναι πολύ μικρότερο έως και καθόλου αν ληφθεί υπόψη η μακροπρόθεσμη ζημιά που έγινε στο υπό κρίση ασφαλιστικό σύστημα, για το οποίο κανείς δεν γνωρίζει που θα καταλήξει, στους ασφαλισμένους που ουσιαστικά βρέθηκαν στον αέρα και φυσικά στους μικροομολογιούχους που είδαν τις οικονομίες τους να εξανεμίζονται. Το πραγματικό ντόμινο που προκάλεσε το PSI κανείς δεν επιχείρησε να το κοστολογήσει.

Δεν γνωρίζουμε αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝ.ΕΛ πήρε στα σοβαρά αυτή την… επιτυχία της Lazard με το PSI ώστε να την ξαναπροσλάβει ως σύμβουλο στη δική της επιδιωκόμενη νέα αναδιάρθρωση του χρέους. Το βέβαιο είναι- τουλάχιστον αυτό η διδάσκει ιστορία- πως αναδιαρθρώσεις χρέους με τα εργαλεία και τους συμβούλους του σημερινού διεθνούς συστήματος που χειρίζεται αυτά τα ζητήματα δεν οδήγησαν ποτέ σε οφέλη υπερ των λαών. Τουλάχιστον αυτό αναγνώριζε και ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση που ζητούσε την αποκατάσταση των ζημιών στα ασφαλιστικά ταμεία και στους 15.000 μικροομολογιούχους. Άραγε τώρα τι έχει αλλάξει;

Το ζήτημα του χρέους

Χωρίς αμφιβολία το ζήτημα του ελληνικού χρέους έχει κεντρική και αποφασιστική σημασία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Το ελληνικό χρέος, όπως είναι σήμερα, σε καμία περίπτωση δεν είναι βιώσιμο. Αδιάψευστος μάρτυρας γι’ αυτό είναι τα επίσημα στοιχεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία, λοιπόν, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης στο τέλος του 2014 ανήλθε στα 318 δισ. ευρώ (177,7%του ΑΕΠ) από 319,1 δισ. ευρώ (174,9% του ΑΕΠ) που ήταν το 2013. Για το 2015 αναμένεται να μειωθεί στα 316,9 δισ. ευρώ (171,4% του ΑΕΠ). Ο προσδιορισμός που είχε κάνει το Eurogroup το Νοέμβριο του 2012 ότι το χρέος θα φτάσεις στο 124% του ΑΕΠ το 2020 και στο 110% του ΑΕΠ το 2022 αποδεικνύεται απολύτως ανακριβής και δεν το αποδέχονται πια ούτε οι δανειστές. Το ΔΝΤ, για παράδειγμα, εκτίμησε το περασμένο Καλοκαίρι ότι με το πιο αισιόδοξο σενάριο, το 2020 το χρέος θα αντιπροσωπεύει το 128% του ΑΕΠ και το 2022 το 117% του ΑΕΠ. Σε κάθε περίπτωση είναι φανερό πως η Οικονομία και η πραγματική ζωή έχουν τους δικούς τους κανόνες που καθόλου δεν συμβαδίζουν με τα εκάστοτε σενάρια των δανειστών της χώρας. Αποδείχτηκε άλλωστε ότι αυτά τα σενάρια ήταν χρήσιμα μόνο και μόνο για να εφαρμοστεί μια σκληρή πολιτική λιτότητας χάριν της επίτευξης των στόχων, δηλαδή των συμφερόντων των δανειστών και της ντόπιας οικονομικής ολιγαρχίας. Παρά το γεγονός ότι αυτή η σχέση χρέους προς ΑΕΠ είναι πλασματική γιατί πλασματικό είναι το ΑΕΠ που κάθε φορά εμφανίζεται, η αλήθεια είναι τούτη. Τα πραγματικά εισοδήματα της χώρας- αυτά που εκείνη παράγει ως εθνικό προϊόν για να ικανοποιήσει τις ανάγκες της και να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της- δεν φτάνουν ούτε κατά διάνοια για την εξυπηρέτηση του χρέους. Το χρέος έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο και τροφοδοτεί από μόνο του την αύξησή του.

Επιπλέον, μαζί με τον μακροπρόθεσμο δανεισμό (χρέος), θηλιά στο λαιμό του ελληνικού λαού είναι και ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός (το βραχυπρόθεσμο χρέος) στο οποίο προβαίνει συχνά πυκνά το κράτος για να καλύπτει βραχυπρόθεσμες ανάγκες του. Ο δανεισμός αυτός επειδή είναι βραχυπρόθεσμος δεν υπολογίζεται στο συνολικό χρέος και περνάει απαρατήρητος. Όμως ο ελληνικός τον πληρώνει πολύ ακριβά. Σύμφωνα με τη ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ (2/2/2015), το 2014, το ελληνικό κράτος πλήρωσε για χρεολύσια βραχυπρόθεσμου δανεισμού το ποσό των 129,1 δισ. ευρώ!!!

Ποια λύση εξυπηρετεί το λαό;

Στην βάση όλων αυτών θα μπορούσε να πει κανείς ότι η κυβέρνηση πράττει σωστά που θέτει ως κεντρικό ζήτημα στην σχέση της χώρας με τους δανειστές το ζήτημα της μείωσης του χρέους, της μερικής διαγραφής του. Γιατί όχι της συνολικής του διαγραφής; «Αφού είναι αδύνατο να εξυπηρετηθεί το χρέος και αφού δεν είναι δυνατόν να συνεχίζεται αυτή η κατάσταση κάτι πρέπει να γίνει. Μια μονομερής διαγραφή του χρέους θα μας οδηγούσε έξω από την ευρωζώνη. Θα έφερνε την χώρα σε κατάσταση διεθνούς απομόνωσης. Συνεπώς η λύση πρέπει να αναζητηθεί εντός των συμμαχιών της χώρας»,απαντούν ορισμένοι.

Θα παρακολουθήσουμε αυτή τη συλλογιστική θέτοντας το καίριο ερώτημα: Αλήθεια, στο πλαίσιο της ευρωζώνης, της ΕΕ και του λοιπού διεθνούς συμπλέγματος στο οποίο είναι ενταγμένη η χώρα, πόσο χρέος μπορεί να εξυπηρετήσει; Αν δεν απαντηθεί αυτό το ερώτημα οποιαδήποτε συζήτηση για κούρεμα του χρέους είναι εντελώς στο αέρα και παραπλανητική. Κι αυτό γιατί χωρίς τον σαφή προσδιορισμό του χρέους που θα μπορούσε να αντέξει η ελληνική οικονομία καμία συζήτηση γενικά για κούρεμα του χρέους δεν έχει νόημα. Οποιοδήποτε κούρεμα κι αν γίνει, αν δεν είναι συμβατό με τις δυνατότητες της χώρας πολύ γρήγορα θα οδηγήσει σε μια νέα εμφάνιση του φαύλου κύκλου. Η Ελλάδα θα δανείζεται για να πληρώσει τα δανεικά ώσπου στο τέλος δεν θα μπορεί να δανείζεται. Συνεπώς θα άξιζε τον κόπο να μας πει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. με ποιους όρους θέλει να διαπραγματευτεί ένα νέο κούρεμα του χρέους. Με τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας ή με το σκεπτικό να αλαφρύνει το βάρος σήμερα για να επανέλθει στο πολλαπλάσιο στα επόμενα χρόνια ή στις επόμενες γενιές;

Ένα δεύτερο ζήτημα που σχετίζεται με το χρέος και την εξυπηρέτησή του, είναι αυτό της περιβόητης ανάπτυξης. Χωρίς ανάπτυξη μας λένε- κι έχουν δίκιο- δεν μπορεί να γίνεται λόγος για εξυπηρέτηση του χρέους. Για ποια ανάπτυξη, όμως, γίνεται λόγος; Η ανάπτυξη, όπως αυτή προσδιορίστηκε στο πλαίσιο της ΕΟΚ (παλιότερα), της ΕΕ και της Ευρωζώνης(τώρα) είναι αυτή που μας οδήγησε στην σημερινή κατάσταση. Δηλαδή στο μη εξυπηρετήσιμο χρέος, στα μνημόνια και στην μέγγενη των δανειστών. Αυτή η ανάπτυξη, που αποβιομηχάνισε τη χώρα, που κατέστρεψε την αγροτική της οικονομία και προσάρμοσε την ελληνική οικονομία στο καταμερισμό εργασίας που μας επέβαλαν οι κοινοτικοί εταίροι, είναι η αιτία της σημερινής χρεοκοπίας. Αυτή την ανάπτυξη ονειρεύεται η νέα κυβέρνηση να αναζωογονήσει ή έχει στο μυαλό της κάτι άλλο; Αν σκέπτεται κάτι άλλο ας μας πει ποιο είναι αυτό το άλλο. Είναι πραγματοποιήσιμο στο πλαίσιο του ευρωενωσιακού και ευρωζωνικού καταμερισμού εργασίας;

Για όποιον δεν θέλει να εθελοτυφλεί τα πέντε χρόνια της πολιτικής των μνημονίων αποκάλυψαν πλήρως τον εξαρτημένο χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού, την διπλή δηλαδή εκμετάλλευση στην οποία υπόκειται η εργατική τάξη και ο εργαζόμενος λαός από το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο. Το χρέος είναι ένα πανίσχυρο εργαλείο για την συντήρηση και την διαιώνιση αυτής της εξάρτησης. Τα μνημόνια και οι δανειακές συμβάσεις δεν άφησαν κανένα περιθώριο για δεύτερες σκέψεις. Συνεπώς χωρίς ρήξη με αυτό το καθεστώς της εξάρτησης, λύση προς όφελος του λαού δεν πρόκειται να υπάρξει. Τέτοια ρήξη η κυβέρνηση δεν θέλει. Γι’ αυτό και η λύση που επιδιώκει κινείται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση όσες συγκρούσεις κι αν κάνει γύρω από το σχήμα της τρόικας που γνωρίσαμε. Άλλωστε την τρόικα ως θεσμό (ΕΚΤ, Κομισιόν, ΔΝΤ) δεν την αμφισβητεί. Με τους υπαλλήλους της τα ‘χει βάλει.