Έχει γνωρίσει πολλών ειδών «αυθόρμητα συλλαλητήρια» ο τόπος μας. Αλλα ήταν πραγματικά αυθόρμητα και άλλα ήταν απλά «αυθόρμητα». Τα συλλαλητήρια του 1992 για το «Μακεδονικό», για παράδειγμα, κάθε άλλο παρά αυθόρμητα ήταν. Τα αστικά ΜΜΕ δημιούργησαν το κλίμα και το σύνολο των αστικών πολιτικών δυνάμεων (πλην Περισσού, που όμως κράτησε μια στάση ανοχής) κάλεσαν τον κόσμο να συμμετάσχει σ’ αυτά. Χώρια το δεσποταριάτο με τους δικούς του μηχανισμούς. Ηταν συλλαλητήρια καθαρά φασιστικού τύπου κι ας συγκέντρωσαν εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους σε όλη τη χώρα, οι οποίοι δεν ήταν φασίστες.
Τα συλλαλητήρια των «αγανακτισμένων» ξεκίνησαν ως αυθόρμητα, στην πορεία όμως αβανταρίστηκαν και από τμήματα των αστικών ΜΜΕ και από τα κόμματα της τότε αντιπολίτευσης. Στη δεδομένη ιστορική στιγμή, ήταν μια ευκαιρία ακίνδυνης εκτόνωσης για τον οργισμένο από τη μνημονιακή πολιτική ελληνικό λαό.
Ακίνδυνης γιατί εκ των προτέρων διακηρυσσόταν η εμμονή στη «μη βία». Παρά ταύτα, στην κορύφωσή τους συγκέντρωσαν κι αυτά εκατοντάδες χιλιάδες λαού, που πήρε μέρος με την αυταπάτη ότι αρκεί η παρουσία του, τα γιούχα και οι μούντζες για να τρομάξουν τον κοινοβουλευτικό λόχο και να σταματήσει να ψηφίζει τα μνημονιακά μέτρα. Η συνέχεια είναι γνωστή: ο κοινοβουλευτικός λόχος παρέμεινε αταλάντευτος (κάθε φορά είχε λίγες απώλειες, οι οποίες δεν έπαιξαν πρακτικά κάποιο ανασχετικό ρόλο), ο περιβόητος αποκλεισμός της Βουλής, που θα απέτρεπε την ψηφοφορία, αποδείχτηκε φιάσκο, ο κόσμος απογοητεύτηκε και αποσύρθηκε με αποτέλεσμα αυτά ειδικά τα συλλαλητήρια να συνεισφέρουν σημαντικά στο κλίμα απογοήτευσης και ηττοπάθειας που επικράτησε μετά το 2012.
Τα συλλαλητήρια που οργανώνονται τούτες τις μέρες δεν έχουν καμιά σχέση με τον αρχικό αυθορμητισμό του «κινήματος των αγανακτισμένων», μολονότι απευθύνονται στο ίδιο κοινό. Σχεδιάστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και πλέον ο σχεδιασμός δεν κρύβεται, καθώς τα κομματικά Μέσα, η συνδικαλιστική του παράταξη (ΜΕΤΑ), αλλά ακόμη και βουλευτές από το βήμα της Βουλής καλούν το λαό σε συλλαλητήρια στήριξης της κυβερνητικής πολιτικής. Την Τετάρτη, μέρα πραγματοποίησης του δεύτερου συλλαλητήριου της σειράς, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξέδωσε ανακοίνωση για να χαιρετίσει τα συλλαλητήρια, ενώ ο ίδιος ο Τσίπρας έγραψε στο πρωθυπουργικό twitter μήνυμα, ανεβάζοντας και σχετική φωτογραφία.
Δεν έχει τόση σημασία αν ήταν πολλοί ή λίγοι οι διαδηλωτές, μολονότι πρέπει να σημειωθεί ότι στο δεύτερο συλλαλητήριο, το οποίο κλήθηκε μπροστά στην υποτιθέμενη κρισιμότητα της διαπραγμάτευσης στο Eurogroup, δεν συγκεντρώθηκαν ούτε 15.000 διαδηλωτές στο Σύνταγμα, αριθμός που δεν μπορεί να συγκριθεί με το δεύτερο συλλαλητήριο των «αγανακτισμένων», που μάζεψε μισό εκατομμύριο λαού. Είναι κι αυτό σημάδι της γενικότερης κοινωνικής παθητικότητας, την οποία δεν μπόρεσαν να κάμψουν οι «δραματικές» εκκλήσεις των συριζαίων, οι οποίοι δείχνουν καθαρά ότι κι αυτή ακόμη τη σχετικά μικρή συμμετοχή στα συλλαλητήρια της «αξιοπρέπειας» θα τη χρησιμοποιήσει ως άλλοθι: «τι να κάνει και η κυβέρνηση, όταν δεν τραβάει ο κόσμος;».
Σημασία έχει κυρίως το περιεχόμενο αυτών των συλλαλητηρίων. Το στίγμα το έδωσε το ίδιο το πρωθυπουργικό tweet: «Στις πόλεις της Ελλάδας & της Ευρώπης ο λαός δίνει τη μάχη της διαπραγμάτευσης. Είναι η δύναμή μας»! Ο λαός όχι ως δύναμη διαπραγμάτευσης, αλλά ως χειροκροτητής μιας κυβέρνησης, η οποία είναι αποφασισμένη να υπηρετήσει τα συμφέροντα της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας, χάριν των οποίων παζαρεύει με τους ιμπεριαλιστές δανειστές, εκλιπαρώντας για λίγα ψίχουλα από το τραπέζι τους. Ως χειροκροτητής μιας κυβέρνησης η οποία κάνει καθημερινά κωλοτούμπες διολισθαίνοντας προς τις θέσεις των δανειστών και προσπαθεί να κερδίσει χρόνο, όχι έναντι των δανειστών, αλλά έναντι του ελληνικού λαού, τον οποίο παραμύθιασε αγρίως πριν τις εκλογές της 25ης Γενάρη.
«Στο Eurogroup και τη Σύνοδο Κορυφής δεν διαπραγματεύεται μόνη της η ελληνική κυβέρνηση αλλά μαζί με τα 10.000.000 των Ελλήνων πολιτών», έγραψε με άφθαστο τσογλανισμό στο twitter ο Σακελλαρίδης, ταυτίζοντας ολόκληρο τον ελληνικό λαό με την κυβέρνηση.
Τα συλλαλητήρια αυτά είναι συλλαλητήρια συνενοχής και όχι αξιοπρέπειας. Γιατί η αξιοπρέπεια δεν είναι ιδεοληπτικός φανατισμός και παραμύθιασμα, αλλά γνώση σε βάθος και συνειδητή τοποθέτηση. Οι αγωνιστές που φώναζαν «ζήτω το κόμμα» φτύνοντας το εκτελεστικό απόσπασμα ήξεραν για τι πέθαιναν. Πέθαιναν για έναν αγώνα που συνεχιζόταν ή για έναν αγώνα που χάθηκε, αλλά το αίμα τους θα γινόταν λίπασμα για να ξαναφουντώσει. Δεν πέθαιναν για να μπορούν να κουνάνε τον κώλο τους στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ο Τσίπρας, ο Μπαρουφάκης και ο Σακελλαρίδης. Αυτοί που συγκεντρώνονται στα συλλαλητήρια της συνενοχής, με τα μυαλά στα κάγκελα από το παραμύθιασμα, θα δοκιμάσουν σύντομα την πικρή γεύση μιας ακόμη διάψευσης.
Δεν κατηγορούμε τους απλούς λαϊκούς ανθρώπους που κατέβηκαν στα συλλαλητήρια παραμυθιασμένοι από την αξιοπρέπεια της άγνοιας και των φρούδων ελπίδων. Εκείνοι, όμως, οι δήθεν ακροαριστεροί που κάλεσαν τον κόσμο σ’ αυτά τα συλλαλητήρια φέρουν ακέραια την ευθύνη. Για μια φορά ακόμη επέλεξαν το ρόλο του μαϊντανού. Αυτή τη φορά του μαϊντανού της εξουσίας, που θέλει το λαό δίπλα της στο κακόγουστο σόου της δήθεν διαπραγμάτευσης, για να μην τον έχει απέναντι όταν θα του φέρει το μετα-μνημόνιο που θ’ αποτελεί τη συνέχεια του μνημόνιου. Είναι συνυπεύθυνοι για το παραμύθιασμα, για τον ιδεολογικό και πολιτικό ευνουχισμό του ελληνικού λαού.
http://www.eksegersi.gr