Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

Συναίνεση και αντιπαράθεση

Γράφει ο Κ. Αγραφιώτης
Καμιά συναίνεση με την κυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου παρά μόνο για τον ορισμό της ημερομηνίας των εκλογών, δήλωσε ο Αλ. Τσίπρας πρόσφατα. Εξερχόμενος όμως από το υπουργείο Εξωτερικών όπου συναντήθηκε με τον υπουργό Ευάγγελο Βενιζέλο και συζήτησαν, όπως ανέφερε, τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, δήλωσε ότι συμφώνησαν να αφήσουν τα ζητήματα αυτά έξω από το πεδίο των πολιτικών αντιπαραθέσεων.
Θέλουμε πάνω σε αυτές τις δηλώσεις να κάνουμε ορισμένες παρατηρήσεις:
Η πρώτη παρατήρηση μας είναι ότι η δεύτερη δήλωση αναιρεί την πρώτη, αφού στη μία δηλώνει καμιά συναίνεση παρά μόνο στον ορισμό της ημερομηνίας των εκλογών και στη δεύτερη τη συμφωνία και τη συναίνεση στο τεράστιο ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής, το οποίο έχει τόση σημασία όση και τα μεγάλα θέματα της εσωτερικής πολιτικής και σε αρκετές περιπτώσεις ακόμη μεγαλύτερη.

Η φιλολογία περί ανένδοτου αγώνα για να πάει άμεσα η κυβέρνηση σε εκλογές και να ηττηθεί για να γυρίσει η χώρα σελίδα, φαίνεται ότι δεν αφορά την πολιτική που ασκείται ή τουλάχιστον τους κυριότερους τομείς της, όπως η εξωτερική πολιτική, αλλά αφορά κατά βάση την απομάκρυνση της κυβέρνησης ΝΔ- ΠΑΣΟΚ.

Δεύτερη παρατήρηση. Αναρωτιόμαστε τι διαφορετικό έχει η εσωτερική πολιτική της χώρας από την εξωτερική, που οδηγεί στην πλήρη αντιπαράθεση με την κυβέρνηση στην πρώτη περίπτωση και στη συναίνεση στη δεύτερη;

Μπορεί να υπάρξει συναίνεση σε μια εξωτερική πολιτική που καθορίζεται ολοκληρωτικά από τα συμφέροντα της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας και το πλαίσιο των διεθνών συμμαχιών της, δηλαδή το ΝΑΤΟ, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και τον ευρωενωσιακό ιμπεριαλισμό; Και, σε τελική ανάλυση, μπορεί κάποιος να μας υποδείξει μεγάλα εξωτερικά θέματα της χώρας στα οποία τα λαϊκά συμφέροντα και τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα συνέπεσαν με τα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού και η πολιτική της ΕΕ, του ΝΑΤΟ εξυπηρέτησαν τη χώρα;

Εμείς δεν γνωρίζουμε καμιά τέτοια περίπτωση, τουλάχιστον στη σύγχρονη ιστορία. Ενδεικτικά αναφέρουμε τη στάση του ΝΑΤΟ και των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στο Κυπριακό, στην επέμβαση της Τουρκίας στην Κύπρο και την κατάληψη μεγάλου τμήματος της, τις τεράστιες ευθύνες των Ηνωμένων Πολιτειών στην επιβολή της επτάχρονης δικτατορίας, το κυπριακό στη σύγχρονη φάση του - σχέδιο Ανάν, διαμελισμός της Κύπρου η ολοκληρωτική παράδοση της ανεξαρτησίας και της τύχης της στις Ηνωμένες πολιτείες και τους συμμάχους της-, τη στάση της ΕΕ και των Ηνωμένων Πολιτειών στα μεγάλα θέματα της χώρας, Αιγαίο, υφαλοκρηπίδα, σεβασμός της εθνικής κυριαρχίας κ.λπ., την αξιοποίηση από το διευθυντήριο των Βρυξελλών της οικονομικής κρίσης που έπληξε τη χώρα, στάση που οδήγησε στη συντριβή του ελληνικού λαού, στην καταστροφή μεγάλου τμήματος της παραγωγικής βάσης χώρας, στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και φυσικά την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ευρωπαϊκών μονοπωλίων.

Η εξωτερική πολιτική της χώρας -όπως ασκείται από τις αστικές κυβερνήσεις τις τελευταίες δεκαετίες- έχει οδηγήσει σε πλήθος ενεργειών και αποφάσεων σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων και σε βάρος των συμφερόντων των λαών της περιοχής. Ενδεικτικά να θυμίσουμε τη συμμετοχή σε εκστρατευτικά ιμπεριαλιστικά σώματα εναντίον λαών της ευρύτερης περιοχής, τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης -και προσωπικά του υπουργού εξωτερικών- στο πραξικόπημα που οργανώθηκε στην Ουκρανία από τους φασίστες και τους ολιγάρχες με την καθοδήγηση των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γερμανίας, που οδήγησε σε πολύμηνο εμφύλιο πόλεμο στη χώρα αυτή με τεράστιες συνέπειες, των οποίων ολοκληρωμένα το μέγεθος δεν είδαμε ακόμη, την ανατροπή των συμφωνιών με τη Ρωσία για το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο και την προώθηση ανοιχτά των αμερικανικών συμφερόντων, τη συμμαχία με το Ισραήλ, το χωροφύλακα των Ηνωμένων Πολιτειών στην Μέση Ανατολή, υποτίθεται για την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων ουσιαστικά όμως την πρόσδεση στενότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την εξυπηρέτηση των στρατηγικών σχεδιασμών στην περιοχή, κίνηση που θα έχει πιθανότατα οδυνηρές συνέπειες στα λαϊκά και τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα.

Το ερώτημα είναι: Μπορεί ένα αριστερό κόμμα, που έχει σκοπό την εξυπηρέτηση των λαϊκών συμφερόντων, να δώσει συναίνεση σε αυτή την πολιτική;

Και, σε τελική ανάλυση, είναι δυνατόν αστική κυβέρνηση που εκφράζει και υπηρετεί το μονοπωλιακό κεφάλαιο να έχει αντιλαϊκή πολιτική στο εσωτερικό της χώρας, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπαλεύει και φιλολαϊκή στα διεθνή θέματα που δίνει τη συναίνεση και τη στήριξη του;

Και στο ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής ο Αλ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μας τα λένε καλά. Σε όσα θέματα και όσες φορές οι τοποθετήσεις τους ξέφυγαν από τη γενικολογία και μπήκαν στην ουσία και έγιναν πιο συγκεκριμένες φαίνεται ολόγυμνος ο συμβιβασμός με τα μεγάλα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα στη χώρα και με τους ξένους «προστάτες».

Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η πλήρης αντιπαράθεση με την πολιτική που ασκείται. Είναι συμφωνία στα βασικά και στις κεντρικές κατευθύνσεις και αντιπαράθεση σχετικά με το ποια είναι η κυβέρνηση στη χώρα. Ουσιαστικά είναι η διεκδίκηση της κυβέρνησης από το ΣΥΡΙΖΑ.