Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

Ενός κακού μύρια έπονται

Γράφει ο Στωικός
Το άρθρο αυτό γράφηκε στις 24/12, πριν από την καθοριστική τρίτη ψηφοφορία για την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας.
Το επισημαίνουμε αυτό, γιατί, αν η δημοσίευση του γινόταν μετά τις 29/12, όπου, κατά πάσα πιθανότητα, θα έχει ξεκινήσει η προεκλογική περίοδος, θα δίναμε λαβή σε κάθε είδους καλοθελητές να μας κατηγορήσουν ότι εν όψει της εκλογικής αναμέτρησης, συντασσόμαστε και όλους αυτούς που θέλουν να «χτυπήσουν το κόμμα».
Εμείς, σε καμία περίπτωση δεν θέλουμε «να χτυπήσουμε το κόμμα». Διεκδικούμε όμως το δικαίωμα της κριτικής στις λαθεμένες θέσεις της ηγεσίας του, που απομακρύνουν το ΚΚΕ από τον μαρξισμό - λενινισμό και, σε μία περίοδο βαθιάς οικονομικής και πολιτικής κρίσης για το σύστημα καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, έχουν οδηγήσει σε κρίση και το κομμουνιστικό κίνημα της χώρας.  

Η θέση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Άρνηση της λενινιστικής θεωρίας της προλεταριακής επανάστασης
Η αρχή της λοξοδρόμησης της ηγεσίας του ΚΚΕ από τον μαρξισμό - λενινισμό και την επαναστατική γραμμή πάλης, έγινε με την αλλαγή της θέσης για τη συμμετοχή της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα (17ο συνέδριο) και την ευθεία αμφισβήτηση της λενινιστικής θεωρίας  της προλεταριακής επανάστασης.
Αυτές ήταν οι δύο βασικές αλλαγές που οδήγησαν στη μετάλλαξη της επαναστατικής φυσιογνωμίας του ΚΚΕ, και την υιοθέτηση  μικροαστικών, αριστερίστικων, αντεπαναστατικών απόψεων, τις οποίες «διακινούν» περιθωριακές ομάδες στο χώρο της ευρύτερης Αριστεράς.
Τη θεωρία για το ιμπεριαλιστικό σύστημα στον 20ο αιώνα τη διατύπωσε ο Λένιν στο διάσημο έργο του « ο Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού».
Στον πρόλογο, στη γερμανική και γαλλική έκδοση του έργου αναφέρει μεταξύ άλλων: « Ο καπιταλισμός αναπτύχθηκε σε παγκόσμιο σύστημα αποικιακής καταπίεσης και χρηματιστικής κατάπνιξης της τεράστιας πλειοψηφίας του πληθυσμού της γης από μία χούφτα «προηγμένες» χώρες. Και το μοίρασμα αυτής της «λείας» γίνεται ανάμεσα σε 2 - 3 ληστές με παγκόσμια δύναμη, οπλισμένους ως τα δόντια (Αμερική, Αγγλία, Ιαπωνία) που τραβούν όλη τη γη στον πόλεμό τους για το μοίρασμα της λείας τους».
Και αλλού: «.ο καπιταλισμός έχει ξεχωρίσει τώρα σε μια χούφτα (λιγότερο από το ένα δέκατο του πληθυσμού της γης, με τον πιο «απλόχερο» και εξογκωμένο υπολογισμό λιγότερο από το ένα πέμπτο) πολύ πλούσια και ισχυρά κράτη που ληστεύουν όλο τον κόσμο - κόβοντας απλώς κουπόνια»
(Λένιν: τόμος 27 σελ. 311 - 314 εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή)
Εδώ δεν χωράει καμία παρερμηνεία. Ο Λένιν αναφέρει ξεκάθαρα, ότι στο σύστημα του ιμπεριαλισμού συμμετέχουν μία «χούφτα» πλούσια κράτη που ληστεύουν όλο τον υπόλοιπο κόσμο, ο οποίος βρίσκεται σε σχέση εξάρτησης από τις πρώτες. Και αν η θέση αυτή ίσχυε μία φορά τότε, σήμερα ισχύει 100 και 1000 φορές.
Αντίθετα, η θεωρία της «ιμπεριαλιστικής πυραμίδας», βλέπει διάσπαρτες παντού ιμπεριαλιστικές χώρες, οι οποίες «συνδιαλέγονται» μεταξύ τους και «συναποφασίζουν». Όπως καλή ώρα η αστική τάξη της «ιμπεριαλιστικής Ελλάδας», «συνδιαλέγεται» και «συναποφασίζει» για τα εξωτερικά, γεωπολιτικά  θέματα με τις ΗΠΑ και για τα οικονομικά με τη Γερμανία.
Οι απόψεις αυτές μόνο γέλιο θα μπορούσαν να προκαλέσουν, αν δεν υπήρχε το πολύ σοβαρό θέμα, ότι τις έχει υιοθετήσει η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ. 
 Το άλλο σοβαρό ατόπημα της ηγεσίας του ΚΚΕ, είναι η ευθεία αμφισβήτηση της λενινιστικής θεωρίας  της προλεταριακής επανάστασης, η οποία είναι διάχυτη στο σύνολο του έργου του μεγάλου κομμουνιστή επαναστάτη.
Ο Λένιν, ξεκινώντας από το πραγματικό γεγονός, ότι για να πραγματοποιήσει την επανάσταση το προλεταριάτο, χρειάζεται να δημιουργήσει συμμαχίες με τα μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού, υποστήριξε τη θέση, ότι στο σοσιαλισμό δεν μπορούμε να πάμε αμέσως, αλλά θα πρέπει να υπάρξει μία μεταβατική περίοδος (δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς) στη διάρκεια της οποίας θα πρέπει να υλοποιηθεί ένα πρόγραμμα, που θα έχει μεν σαφή προοπτική το σοσιαλισμό, αλλά παράλληλα θα παίρνει υπόψη του, τόσο τα συμφέροντα του προλεταριάτου, όσο και τα συμφέροντα των μικροαστικών στρωμάτων, προκειμένου να τα αποσπάσει από τη συμμαχία τους με την αστική τάξη.  
 Ένα τέτοιο μεταβατικό πρόγραμμα, ήταν οι περίφημες θέσεις του Απρίλη, οι οποίες υιοθετήθηκαν στο πρόγραμμα του μπολσεβίκικου κόμματος στην 7η πανρωσική συνδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στην Πετρούπολη 24 - 29 Απρίλη του 1917.
Θεωρούμε αναγκαίο να παραθέσουμε ορισμένα αποσπάσματα της απόφασης, προκειμένου να γίνει κατανοητή η τακτική του μπολσεβίκικου κόμματος τη συγκεκριμένη περίοδο.
«Το προλεταριάτο της Ρωσίας, που δρα σε μια από τις πιο καθυστερημένες χώρες της Ευρώπης, μέσα σε μάζα μικροαγροτικού πληθυσμού, δεν μπορεί να βάλει για σκοπό του την άμεση πραγματοποίηση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού».
Στη συνέχεια: «Τι μπορεί και τι είναι απαραίτητο να γίνει στις συνθήκες της εξουσίας των Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών; Πρώτα απ' όλα η εθνικοποίηση της γης. Η εθνικοποίηση της γης είναι μέτρο αστικό, δεν αποκλείει τον καπιταλισμό και το κεφάλαιο δεν την αποκλείει, το χτύπημα όμως που καταφέρει στην ατομική ιδιοκτησία είναι μεγάλο»
«.η επιβολή κρατικού ελέγχου σε όλες τις τράπεζες με τη συνένωση τους σε μια ενιαία κεντρική τράπεζα, καθώς και στα ασφαλιστικά ιδρύματα και στα πιο μεγάλα συνδικάτα των καπιταλιστών (λ.χ. στα συνδικάτα ζάχαρης, κάρβουνου (Προντουγκόλ), μετάλλου (Προνταμέτ), με βαθμιαίο πέρασμα σε μια πιο δίκαιη, προοδευτική φορολογία των εισοδημάτων και των περιουσιών».
Μιλώντας για τη σημασία που έχει το μέτρο του ελέγχου της παραγωγής από τα Σοβιέτ, αναφέρει: «Το μέτρο αυτό δεν είναι σοσιαλισμός, είναι ένα μεταβατικό μέτρο, αλλά η πραγματοποίηση τέτοιων μέτρων σε συνδυασμό με την ύπαρξη των Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών, θα έχει σαν αποτέλεσμα να βάλει η Ρωσία το ένα πόδι της στο σοσιαλισμό, το ένα, γιατί η αγροτική πλειοψηφία καθοδηγεί την άλλη οικονομική πλευρά της χώρας».
(Λένιν, άπαντα τόμος 31 σελ. 444 - 445 εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή).
Οι απόψεις αυτές δεν είναι μεμονωμένες, όπως ισχυρίζεται η σημερινή ηγεσία του Περισσού, όταν της ασκείται κριτική για εγκατάλειψη του λενινισμού.
Η εφαρμογή μεταβατικών προγραμμάτων από το κόμμα της εργατικής τάξης, αποτελεί την καρδιά της λενινιστικής αντίληψης για την προλεταριακή επανάσταση  και η θεωρητική τους τεκμηρίωση βρίσκεται διάσπαρτη σε όλο το έργο του Λένιν.
Συγκρίνετε τις θέσεις αυτές με απόψεις του τύπου «ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό δεν υπάρχει άλλη μορφή εξουσίας» που υποστηρίζει σήμερα η ηγεσία του ΚΚΕ για να δικαιολογήσει το πρόταγμα της άμεσης πραγματοποίησης της σοσιαλιστικής επανάστασης και γίνεται αμέσως κατανοητό, ότι οι απόψεις αυτές δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τη λενινιστική θεωρία της προλεταριακής επανάστασης.
Οικονομισμός
Η αλλαγή θέσης στα δύο αυτά θεμελιώδη ζητήματα, είχαν άμεσες συνέπειες, στη καθημερινή δράση του κόμματος, στο διεκδικητικό του πλαίσιο, στην ίδια την οργάνωση της λαϊκής πάλης.
Έχει γίνει ευρύτερα κατανοητό, ότι ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας, έχει εγκαταλειφθεί. Αυτό γίνεται αντιληπτό, τόσο στο επίπεδο των συνθημάτων ( παραδοσιακά αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα που συγκινούσαν το λαό και επέτρεπαν στο ΚΚΕ να βρίσκεται στην πρωτοπορία της πάλης ενάντια στην ξένη εξάρτηση, έχουν εγκαταλειφθεί), όσο και στο επίπεδο της οργάνωσης της πάλης κατά του δυτικού ιμπεριαλισμού, για την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας.
Μεγάλες και αρνητικές συνέπειες υπήρξαν στην οργάνωση της λαϊκής πάλης για την προστασία του βιοτικού επιπέδου και των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Από τη στιγμή που η σημερινή ηγεσία του κόμματος, δεν αναγνωρίζει και αρνείται το μεταβατικό πρόγραμμα, δεν υιοθετεί στόχους πάλης, που, μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, θα βοηθούσαν στη συσπείρωση του λαού και θα οδηγούσαν στην άνοδο της ταξικής πάλης.
Αποκορύφωμα της τακτικής αυτής, η οποία λειτούργησε διαλυτικά για το εργατικό κίνημα, υπήρξε η περίοδος εφαρμογής των μνημονίων.
Οι βίαιη υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου του λαού, από τα καταστροφικά και ισοπεδωτικά μέτρα, ωρίμασαν γρήγορα τις προϋποθέσεις για τη συγκρότηση μετώπου πάλης σε αντιμονοπωλιακή, αντιιμπεριαλιστική, δημοκρατική κατεύθυνση, που θα μπορούσε να αγκαλιάσει την μεγάλη πλειοψηφία του λαού και να επιταχύνει τις εξελίξεις για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της χώρας.
Σε πείσμα των γεγονότων, η ηγεσία του κόμματος, επέμεινε δογματικά στην προβολή της θέσης για το άμεσο της σοσιαλιστικής επανάστασης, μη αντιλαμβανόμενη το προφανές. Ότι τα πολυπληθή μικροαστικά στρώματα της χώρας, που είχαν πληγεί από την οικονομική κρίση και τα μνημονιακά μέτρα, δεν ήθελαν σοσιαλισμό, αλλά ένα οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον που θα τους επέτρεπε να επιβιώσουν.
Είχαν ωριμάσει οι προϋποθέσεις, για ένα έντιμο συμβιβασμό ανάμεσα στην εργατική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα, μέσα από την εφαρμογή ενός μεταβατικού προγράμματος αντιμονοπωλιακών - αντιιμπεριαλιστικών - δημοκρατικών στόχων πάλης, που εκτός των άλλων, θα βοηθούσε να απεγκλωβιστούν τα μικροαστικά στρώματα από τη συμμαχία τους με την αστική τάξη και να έρθουν πιο κοντά στις θέσεις του προλεταριάτου.
Μυωπικά προσκολλημένη στο εγκεφαλικό και εκτός ελληνικής πραγματικότητας, αίτημα της αμεσότητας του σοσιαλισμού, η ηγεσία του κόμματος, δεν είδε τη μεγάλη αυτή ευκαιρία που είχε ανοιχτεί διάπλατα στο λαϊκό κίνημα. Στάση, η οποία, εκτός των άλλων, δείχνει και έλλειψη εμπιστοσύνης στις δυνάμεις του λαϊκού παράγοντα.  
Τα αποτελέσματα της σεχταριστικής αυτής πολιτικής, έγιναν αντιληπτά στις εκλογές του 2012, οι οποίες οδήγησαν σε βύθιση των εκλογικών ποσοστών του κόμματος και σε μια μεγάλη υποχώρηση του λαϊκού κινήματος, το οποίο την περίοδο 2010 - 2012 είχε κάνει δυναμική εμφάνιση στην πολιτική και κοινωνική σκηνή της χώρας.
Έκτοτε η ηγεσία του κόμματος, τσαλαβουτά ανάμεσα στο, τυχοδιωκτικό σε τελική ανάλυση αίτημα, του εδώ και τώρα σοσιαλισμός και στην οργάνωση - όλο και πιο σπάνιων είναι αλήθεια - αγώνων, χωρίς πολιτικό περιεχόμενο και με καθαρά οικονομίστικα αιτήματα, μακριά από τις ανάγκες της κοινωνίας.
Τέτοιο περιεχόμενο είχε η κινητοποίηση των συνταξιουχικών οργανώσεων με κεντρικό αίτημα «όχι στη μείωση των συντάξεων»!!! και η πανελλαδική κινητοποίηση του ΠΑΜΕ την 1η Νοέμβρη με σύνθημα «δεν θα μάθουμε να ζούμε με τα ψίχουλα. Ήρθε η ώρα να ακουστεί και η δική μας φωνή».
Αλλά λόγια να αγαπιόμαστε. Η ελληνική κοινωνία βουλιάζει κάτω από το βάρος των δολοφονικών πολιτικών λιτότητας που έχει σχεδιάσει ο ιμπεριαλιστικός παράγοντας και εκτελούν κυβερνήσεις αχυρανθρώπων, και η ηγεσία του κόμματος εμμένει στον ακραίο οικονομισμό, στην προβολή στεγνών οικονομικών αιτημάτων, χωρίς πολιτικό περιεχόμενο, τη στιγμή που η συντριπτική πλειοψηφία του λαού, προσδοκά ριζική αλλαγή πολιτικής.
Αποτελεί και αυτό μία απόδειξη, για το πώς ένα ιστορικό κόμμα, με στέρεους δεσμούς με την εργατική τάξη, η εφαρμογή λαθεμένων πολιτικών επιλογών, μπορεί να το οδηγήσει μακριά από τις διαθέσεις και τις ανάγκες της κοινωνίας και να βρεθεί να κινείται σε ένα παράλληλο σύμπαν.
Η κολακεία του αυθόρμητου
Η εγκατάλειψη του μεταβατικού προγράμματος πάλης, έχει και άλλες αρνητικές συνέπειες, καθώς αφήνει ανοικτό το έδαφος για την εισχώρηση μέσα στην εργατική ιδεολογία μικροαστικών απόψεων, που παραπέμπουν στα αποτυχημένα ιδεολογικά σχήματα της δεκαετίας του 70 της αυθόρμητης οργάνωσης των μαζών.
Λέει π.χ η ηγεσία του ΚΚΕ. Να οργανωθεί ο λαός, να βγει στο προσκήνιο με τη συμμετοχή του στα συνδικάτα και τις Λαϊκές Επιτροπές.
Ερώτημα. Πάνω σε πια βάση, πάνω σε πιο διεκδικητικό  πλαίσιο προγράμματος  θα γίνει δυνατή η λαϊκή συσπείρωση;
Απορία ψάλτου βηξ. Δεν έχουν να προτείνουν κάποιο πρόγραμμα πάλης, το έχουν απορρίψει προκαταβολικά σαν οπορτουνιστικό και  ζητούν από τον κόσμο να οργανωθεί στο κενό.
Από την πίσω πόρτα διεισδύουν απόψεις για την αυθόρμητη οργάνωση των εργαζομένων, χωρίς πολιτική παρέμβαση και κατά συνέπεια, χωρίς την παρέμβαση του κόμματος της εργατικής τάξης, η οποία θα διασφαλίσει το σωστό διεκδικητικό και πολιτικό πλαίσιο των κινητοποιήσεων.
Είναι προφανές, ότι σε μια περίοδο βαθύτατης οικονομικής και πολιτικής κρίσης, όπου ο λαός αναζητά πυξίδα προσανατολισμού, η λύση στο πρόβλημα της χώρας, θα πρέπει να είναι βαθιά πολιτική. Δεν μπορείς να διεκδικείς την εμπιστοσύνη των λαϊκών στρωμάτων, και να μη καταθέτεις ένα πρόγραμμα εξόδου από την κρίση, που θα δίνει απαντήσεις και στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας, αλλά και στο πολιτικό πρόβλημα.
Η μη υποβολή ενός τέτοιου προγράμματος, είναι βαθιά υποκριτική, βαθιά φαρισαϊκή και καταγράφει διαθέσεις φυγομαχίας από τα πεδία της ταξικής πάλης.