Γκεβόργκ Μιρζγιάν, ειδικά για τη RBTH
Παρ’ ότι το ουκρανικό Κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της ένταξης της χώρας σε συμμαχίες -ουσιαστικά δηλαδή στο ΝΑΤΟ- κοινή πεποίθηση είναι ότι δεν θα δεχθούν την Ουκρανία στον Οργανισμό μεσοπρόθεσμα. Εάν, πάντως, προχωρήσουν οι διαδικασίες ένταξης, η ένταση θα πιάσει κόκκινο.
Στις 23 Δεκεμβρίου 2014, το Κοινοβούλιο της Ουκρανίας υπερψήφισε το νομοσχέδιο που εισηγήθηκε ο πρόεδρος, Πιότρ Ποροσένκο, για εγκατάλειψη του καθεστώτος ουδετερότητας. Δηλαδή, της αδέσμευτης χώρας, έξω από κάθε στρατιωτικό Οργανισμό. Ωστόσο, ρώσοι αναλυτές εκτιμούν ότι η Μόσχα δεν θα πρέπει να λάβει σκληρά μέτρα ως απάντηση στην απόφαση της ουκρανικής Βερχόβνα Ράντα.
Τυπικά, η απόφαση της 23ης Δεκεμβρίου, και η ενδεχόμενη ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ, δεν συνδέονται μεταξύ τους. Ωστόσο, Ουκρανοί πολιτικοί θεωρούν το νόμο που εγκρίθηκε ως προοίμιο για το βήμα αυτό. Ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας, Πάβελ Κλίμκιν, χαρακτήρισε την απόφαση του Κοινοβουλίου «επιλογή υπέρ της ελευθερίας και της ασφάλειας». Η Μόσχα όμως, έχει διαφορετική γνώμη. Σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, η ουκρανική ηγεσία «πλάθει την αυταπάτη ότι με την έγκριση τέτοιων νόμων μπορεί να διευθετηθεί η βαθιά εσωτερική κρίση στο ουκρανικό κράτος».
Επικοινωνιακό πυροτέχνημα;
Ρώσοι ειδικοί επισημαίνουν την προπαγανδιστική χροιά της συγκεκριμένης απόφασης. Ο πολιτικός αναλυτής, καθηγητής του Ρωσικού Κρατικού Πανεπιστημίου Ανθρωπιστικών Επιστημών, Σεργκέι Μαρκεντόνοφ, ανέφερε στη RBTH ότι «η εγκατάλειψη του καθεστώτος ουδετερότητας είναι μια πράξη συμβολισμού και δεν έχει νόημα να αναζητά κανείς εδώ ρεαλιστικούς στόχους. Το Κίεβο απώθησε δημοσίως τη Ρωσία και έκανε ένα βήμα προς την πλευρά της Δύσης». Κατά τη γνώμη του, οι συνέπειες αυτής της απόφασης θα είναι μάλλον αρνητικές, τόσο στην εσωτερική, όσο και στην εξωτερική πολιτική.
Σύμφωνα με τον Μαρκεντόνοφ, η παραίτηση από το καθεστώς αδέσμευτης χώρας ήταν ένα ακόμη βήμα της Ουκρανίας προς την κατεύθυνση της δημιουργίας ενός κράτους βασιζόμενου στην «Δυτικο-ουκρανική ταυτότητα», γεγονός που θα επιδεινώσει ακόμα πιο πολύ τη σύγκρουση ανάμεσα στο Κίεβο και τους αυτονομιστές του Ντονμπάς, και επίσης, θα δυσχεράνει τις σχέσεις μεταξύ της κεντρικής εξουσίας και όλων των ρωσόφωνων περιοχών της Νοτιοανατολικής Ουκρανίας.
Από απόψεως εξωτερικής πολιτικής, η ακύρωση του αδέσμευτου καθεστώτος γκρέμισε τα απομεινάρια των υφιστάμενων κανόνων του «ουκρανικού» παιχνιδιού ελιγμών μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, στα πλαίσια του οποίου η Ουκρανία θεωρείτο έδαφος όπου κανείς δεν είχε απόλυτη επιρροή. Και κατέστη αυτή η απόφαση, όπως ανέφερε ο πρόεδρος της επιτροπής της ρωσικής Κάτω Βουλής για θέματα της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών, Λεονίντ Σλούτσκι, μια «πρόκληση απέναντι στη Ρωσία», η οποία «θα ανεβάσει ακόμη περισσότερο τη θερμοκρασία στις ρωσο-ουκρανικές σχέσεις». Μάλιστα, ο πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντιεφ πήγε ακόμη πιο μακριά, δηλώνοντας ότι ο νόμος που ψήφισε το ουκρανικό Κοινοβούλιο αποτελεί ουσιαστικά αίτημα για ένταξη στο ΝΑΤΟ και μετατρέπει την Ουκρανία σε δυνητικό αντίπαλο της Ρωσίας σε στρατιωτικό επίπεδο.
Η αντίδραση του Κρεμλίνου
Παρ’ όλα αυτά, η Μόσχα δεν φαίνεται ότι θα προχωρήσει πέρα από τη ρητορική -ακόμη και σκληρή- αντιπαράθεση. Οι λόγοι της αυτοσυγκράτησης της Μόσχας είναι αρκετοί.
Πρώτον, στο Κρεμλίνο κατανοούν πως «η κλιμάκωση μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλα προβλήματα, και όχι μόνο για τη ρωσική οικονομία. Ο πρόεδρος του Καζακστάν Νουρσουλτάν Ναζαρμπάεβ και της Λευκορωσίας Αλεξάντρ Λουκασένκο έδωσαν σαφές μήνυμα ότι σε μια τέτοια περίπτωση, υποστήριξη από την πλευρά τους δεν θα υπάρξει. Ετσι, αν η Μόσχα προβεί σε κλιμάκωση, θα απωλέσει την Ευρασιατική Ένωση και πιθανόν, ακόμη και τον Οργανισμό της Συμφωνίας Συλλογικής Ασφάλειας, μένοντας στο τέλος μόνη της, όπως ανέφερε στη RBTH ο υποδιευθυντής του Κέντρου διεθνών μελετών της Ανώτατης Οικονομικής Σχολής, Ντμίτρι Σούσλοφ.
Δεύτερον, η εγκατάλειψη του καθεστώτος ουδετερότητας της Ουκρανίας και οι συνεχείς συνομιλίες των πολιτικών της για ένταξη στο ΝΑΤΟ, δεν σημαίνουν ότι η Ουκρανία θα καταφέρει να ενταχθεί στη Συμμαχία. Ο Μαρκεντόνοφ θεωρεί ότι «η επιθυμία της Ουκρανίας δεν σημαίνει ότι θα ικανοποιηθεί. Πρέπει το ίδιο το ΝΑΤΟ να θελήσει να δεχθεί την Ουκρανία, αλλά αυτό για την ώρα δεν δείχνει πρόθυμο να αναθεωρήσει τις νομικές αρχές του και να κάνει δεκτή μια χώρα, η οποία έχει προφανή προβλήματα με έναν γείτονά του, αλλά και με την εδαφική ακεραιότητά της».
Σε θολό τοπίο η ένταξη
Το ΝΑΤΟ, βέβαια, υποστήριξε την εγκατάλειψη του καθεστώτος ουδετερότητας που προωθούσε το Κίεβο, με τη λογική ότι μια τέτοια κίνηση «παγιώνει τη “νίκη” της Δύσης και καθιστά την επιστροφή της Ουκρανίας στον ενιαίο χώρο που θέλει να σχηματίσει η Ρωσία με πρώην σοβιετικές περιοχές ελάχιστα πιθανή», αναφέρει ο Σούσλοφ. Ο υπουργός Άμυνας της Πολωνίας, Τόμας Σεμόνιακ, αποκάλεσε τη σχετική απόφαση της Ουκρανίας ως το πρώτο βήμα της προς την κατεύθυνση του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, η δήλωσή του δεν αποτελεί επίσημη θέση της ΕΕ.
Η Πολωνία θα επιθυμούσε την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, σύμφωνα με τον καθηγητή της Ανώτατης Οικονομικής Σχολής, Ντμίτρι Οφιτσέροφ-Μπέλσκι, καθότι κάθε βήμα προς αυτή την κατεύθυνση θα προσδώσει στην Πολωνία διεθνές βάρος. Όμως, η επίλυση αυτού του θέματος δεν εξαρτάται από την Πολωνία και τον υπουργό Αμύνης της. Όπως ανέφερε στη RBTH ο Οφιτσέροφ-Μπέλσκι, «τα λόγια του Σεμόνιακ δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Πόσο μάλλον, αφού το θέμα δεν εξαρτάται από τον ίδιο. Όπως και να’ χει, ακόμη και αν εγερθεί μελλοντικά, τότε θα τεθεί ενώπιον της νέας γενιάς των πολιτικών της Δύσης, και φυσικά όχι των Πολωνών».
Την απόφαση για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ θα λάβουν χώρες όπως η Γερμανία, αλλά ο υπουργός Εξωτερικών της, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ, έχει δηλώσει ήδη ότι στο εγγύς μέλλον η Ουκρανία δεν θα βρεθεί στο ΝΑΤΟ.
Το ΝΑΤΟ το εξυπηρετεί απόλυτα η σημερινή κατάσταση της «μακράς πορείας» της Ουκρανίας προς τη Συμμαχία (ανάλογη με την πορεία της Τουρκίας προς την ΕΕ). Ως εκ τούτου, «είναι απίθανο στο ορατό μέλλον να δώσουν στην Ουκρανία το καθεστώς συμμάχου εκτός ζώνης του ΝΑΤΟ, είτε ακόμη και Οδικό Χάρτη για την ένταξή της», υποστηρίζει ο Σούσλοφ. «Πιθανόν -αναφέρει ο ειδικός- να υπάρξει συμφωνία για κάποιου είδους ενισχυμένη συνεργασία».
Εφόσον πραγματικές πιθανότητες για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, ακόμη και μεσοπρόθεσμα, ουσιαστικά δεν υπάρχουν, οι αναλυτές θεωρούν ότι η Ρωσία δεν χρειάζεται να δώσει κάποιες σκληρές απαντήσεις.