Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014

Τα στρες τεστ των τραπεζών ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία

    
    Η ανεπανάληπτη Βούλτεψη εξέδωσε φιρμάνι για να καταγγείλει ότι, τη μέρα «που όλο το Εθνος (σ.σ. με κεφαλαίο το έψιλον, οπωσδήποτε) γιορτάζει την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, ο ΣΥΡΙΖΑ βγάζει ανακοίνωση για τις τράπεζες». «Ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί!», απάντησε το Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, που δε θα έχανε την ευκαιρία για ένα ακόμη επεισόδιο στον καθημερινό δικομματικό καυγά.
Η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν εξαιρετικά μετρημένη. Κάθε άλλο παρά αμφισβητούσε τα αποτελέσματα των περιβόητων στρες τεστ των τραπεζών. Δεν έβαζε καν έναν αστερίσκο. Το μόνο που έλεγε είναι ότι «το ελληνικό δημόσιο πρέπει να ασκήσει τα δικαιώματά του ως βασικός μέτοχος των συστημικών τραπεζών με σκοπό την παροχή ρευστότητας προς την αγορά και την ανακούφιση των δανειοληπτών».

Ο Στουρνάρας υπήρξε αποκαλυπτικότερος και κριτικότερος του ΣΥΡΙΖΑ, μιλώντας στην «Καθημερινή». Ναι μεν διαπίστωσε ότι «τα αποτελέσματα του πανευρωπαϊκού τεστ αντοχής των τραπεζών είναι πολύ καλύτερα των αναμενόμενων», όμως προσέθεσε κι έναν αστερίσκο: «Τα καλά αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων επ’ ουδενί δεν πρέπει να οδηγήσουν σε εφησυχασμό, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ποιότητα των χαρτοφυλακίων δανείων και την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αν δεν αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η μεγάλη πρόκληση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τότε αυτά θα συνεχίσουν να δημιουργούν κεφαλαιακές ανάγκες στο μέλλον».

Βέβαια, η δήλωση Στουρνάρα πέρασε στο ντούκου, γιατί βγήκε ο Σαμαράς με προσωπική δήλωση, σύμφωνα με την οποία «τα τεστ αντοχής των ελληνικών τραπεζών ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Πλέον βήμα βήμα, πάνω σε στέρεες βάσεις βγαίνουμε από την κρίση». Ο Χαρδούβελης, πάντως, προτίμησε να γυρίσει τη συζήτηση αλλού, τονίζοντας ότι είναι «εξαιρετικά σημαντικό ότι διατηρούνται αδιάθετα τα αποθέματα των 11,4 δισ. ευρώ του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας». Είναι το ποσό που προσδοκούν να «καβατζωθεί» στον ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) ως «προληπτική γραμμή πίστωσης».

Υπήρχε περίπτωση η ΕΚΤ να κάνει στρες τεστ και να βγει να ανακοινώσει ότι η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών τραπεζών έμεινε μετεξεταστέα; Ακόμη και οι άσχετοι περί τα οικονομικά μπορούν να φανταστούν τον πανικό που θα ακολουθούσε. Φυγή κεφαλαίων, καταβαράθρωση των τραπεζικών μετοχών, κραχ στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, νέος κύκλος κρίσης με απρόβλεπτες συνέπειες για τις ευρωπαϊκές καπιταλιστικές οικονομίες. Τα περιβόητα στρες τεστ δεν μοιάζουν αλλά είναι αυτοεκπληρούμενες προφητείες. Γίνονται με τέτοια κριτήρια και σε τέτοιες χρονικές στιγμές ώστε το αποτέλεσμα να είναι ικανοποιητικό και να μην υπάρχει κανένας κίνδυνος δημιουργίας πανικού.

Σε όσους αμφισβητήσουν αυτό το συμπέρασμα θα θυμίσουμε ότι στρες τεστ έγιναν και το 2010. Και τότε τα αποτελέσματα ήταν θετικά, όμως λίγους μήνες αργότερα χτύπησε κανόνι η γαλλοβελγική τράπεζα Dexia. Εχοντας αυτό το προηγούμενο κατά νου, οι ιθύνοντες της ΕΚΤ και της Ευρωζώνης ισχυρίζονται ότι τα τωρινά στρες τεστ ήταν αυστηρότερα και αποτυπώνουν την πραγματική εικόνα των τραπεζών. Ομως, στο διεθνή οικονομικό Τύπο μπορεί να διαβάσει κανείς αναφορές σε «πολιτικά κριτήρια» και «διακρατικούς συμβιβασμούς», που καθόρισαν το αποτέλεσμα των στρες τεστ. Γίνονται, μάλιστα, συγκεκριμένες αναφορές στα «κόκκινα» δάνεια, τα οποία θεωρείται ότι υποσκάπτουν τη σταθερότητα των τραπεζών όσο την υπέσκαπταν στην προηγούμενη φάση της κρίσης τα λεγόμενα τοξικά στοιχεία του ενεργητικού (οι περιβόητες «φούσκες»). Αυτό ακριβώς το στοιχείο είχε κατά νου ο Στουρνάρας και προσέθεσε τον αστερίσκο στη δήλωσή του.

Αναμφισβήτητα, οι ευρωπαϊκές τράπεζες δε βρίσκονται σήμερα στο σημείο που βρίσκονταν το 2010. Τα χαρτοφυλάκιά τους ξεκαθαρίστηκαν από τις «φούσκες», οι λαοί πλήρωσαν το βαρύ τίμημα της εξυγίανσής τους, οπότε η ΕΚΤ είχε τη δυνατότητα να θέσει αυστηρότερα κριτήρια, προκειμένου να υπηρετήσει τον ίδιο στόχο: να διαλύσει τα σύννεφα της αμφισβήτησης γύρω από το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, το οποίο πλέον περνάει από την εποπτεία των εθνικών κεντρικών τραπεζών στην εποπτεία της ΕΚΤ (από τις αρχές Νοέμβρη).

Ζούμε στην εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού, στην οποία κυριαρχεί το χρηματιστικό κεφάλαιο. Ολόκληρα αστικά στρώματα ζουν από το «κούρεμα των κουπονιών», όπως σημείωνε ο Λένιν πριν από έναν αιώνα, όταν μελετούσε το πέρασμα του καπιταλισμού στο μονοπωλιακό-ιμπεριαλιστικό του στάδιο. Οι κρίσεις είναι αναπόσπαστο, δομικό στοιχείο του καπιταλισμού. Οταν αυτές εκδηλώνονται στη χρηματοπιστωτική σφαίρα, έχουμε το συνδυαστικό αποτέλεσμα δύο διαδικασιών. Πρώτον, της διαδικασίας υπερπαραγωγής και υπερσυσσώρευσης σ’ αυτό που οι αστοί οικονομολόγοι αποκαλούν «πραγματική οικονομία» και, δεύτερον, του ασύδοτου τρόπου με τον οποίο δρα το χρηματιστικό κεφάλαιο στη χρηματοπιστωτική σφαίρα, αναζητώντας με καθαρά παρασιτικό τρόπο το μέγιστο κέρδος. Δηλαδή, με τιτλοποιήσεις των πιο απίθανων πραγμάτων, ακόμη και των «κόκκινων» δανείων και με αλυσιδωτές πράξεις πάνω στον τιτλοποιημένο «κοπανιστό αέρα». Αυτό ποτέ δεν σταμάτησε. Ούτε μπορούν να το σταματήσουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί των αστικών κρατών και των υπερεθνικών μηχανισμών (όπως οι μηχανισμοί της Κομισιόν και της ΕΚΤ). Θα ήταν σα να προσπαθούσαν να καταργήσουν το μονοπωλιακό καπιταλισμό.

Στην προηγούμενη φάση της κρίσης, τα ελλείμματα που δημιουργήθηκαν στους τραπεζικούς ισολογισμούς από την εξαέρωση των «φουσκών» καλύφθηκαν κυρίως από τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Εγινε, βέβαια, και η απαραίτητη καταστροφή κεφαλαίου, όμως το βαρύ τίμημα το πλήρωσαν οι λαοί των καπιταλιστικών χωρών. Η ανάπτυξη που ακολούθησε ήταν εντελώς αναιμική, ενώ τα κρισιακά φαινόμενα δεν έλειψαν από επιμέρους καπιταλιστικές οικονομίες. Η σκληρή λιτότητα (με τις ανά χώρα διακυμάνσεις της), προκειμένου να καλυφθούν τα ελλείμματα των τραπεζών, οδήγησε σε μείωση της ζήτησης, η μειωμένη ζήτηση οδήγησε σε μειωμένη παραγωγή και αύξηση της ανεργίας, με αποτέλεσμα ολόκληρος ο καπιταλιστικός κόσμος να αντιμετωπίζει σήμερα πτώση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ και ορισμένες καπιταλιστικές οικονομίες να οδηγούνται σε ύφεση.

Σ’ αυτές τις συνθήκες, οι τράπεζες (αν υποθέσουμε ότι απαλλάχτηκαν από τις παλιές «φούσκες») έχουν ν’ αντιμετωπίσουν τα μη εξυπηρετούμενα («κόκκινα») δάνεια, που είναι και δάνεια επιχειρήσεων και δάνεια ιδιωτών (στεγαστικά, καταναλωτικά κτλ.). Μεγάλο μέρος αυτών των δανείων έχει τιτλοποιηθεί και με τους τίτλους έχουν δημιουργηθεί άλλα τραπεζικά «προϊόντα», με τα οποία οι κάτοχοι του χρηματιστικού κεφαλαίου κερδοσκοπούν στα διεθνή χρηματιστήρια. Επομένως, νέες «φούσκες» έχουν δημιουργηθεί και εξακολουθούν να δημιουργούνται κι αυτές κάποια στιγμή θα σκάσουν. Αυτή είναι μια αέναη διαδικασία στις συνθήκες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, την οποία κανένα στρες τεστ, κανένας έλεγχος, καμιά εποπτεία δεν μπορεί αποτρέψει.

Το ΔΝΤ, σε μια τυπική ανακοίνωσή του, δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει πως αυτή η διαδικασία δεν είναι αρκετή: «Συμφωνούμε με την ΕΚΤ ότι το στρες τεστ είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα και στηρίζουμε την αποφασιστικότητά της να επαναλαμβάνει τις ασκήσεις σε ετήσια βάση, βελτιώνοντας συνεχώς τη διαδικασία». Και ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ, αν και χαρακτήρισε το αποτέλεσμα των στρες τεστ «διαχειρίσιμο», δεν παρέλειψε να τονίσει ότι οι τράπεζες «πρέπει να συνεχίσουν να εργάζονται στην κατεύθυνση διαχείρισης κινδύνου και να ενισχύσουν την προσπάθεια για ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης, όπου αυτό είναι αναγκαίο», χτυπώντας το καμπανάκι για την Ιταλία, της οποίας ορισμένες τράπεζες δεν έπιασαν τη βάση. Βλέπετε, εκτός των άλλων, τα στρες τεστ χρησιμοποιούνται και ως εργαλείο πίεσης από κάποιες μερίδες του χρηματιστικού κεφαλαίου (και τα κράτη που τις εκπροσωπούν) πάνω σε κάποιες άλλες μερίδες. Και η Ιταλία είναι το τελευταίο διάστημα ένα είδος «ταραχοποιού» στην Ευρωζώνη, καθώς η κεφαλαιοκρατία της βρήκε στο πρόσωπο του Ρέντσι έναν πολιτικό «εξωστρεφή», με λαϊκή απήχηση, ο οποίος μπορεί να κάνει αποτελεσματικότερα το παζάρι με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.

ΥΓ: Οταν έγιναν τα προηγούμενα στρες τεστ, το 2010, ο γνωστός αναλυτής των Financial Times Βόλφγκανγκ Μουντσάου, αφού σημείωσε ότι τα τεστ σχεδιάστηκαν με κυνισμό για να παράγουν ένα προκαθορισμένο αποτέλεσμα, κατέληξε με σαρκασμό: «Αν ελέγχαμε την ασφάλεια των αυτοκινήτων ή των παιδικών παιχνιδιών με την ίδια μέθοδο που ήλεγξαν οι Ευρωπαίοι τις τράπεζες, θα καταλήγαμε στη φυλακή»! Αυτό ισχύει και σήμερα, άσχετα αν ο Μουντσάου δεν επαναλαμβάνει το σαρκαστικό του σχόλιο.

φωτο:greece.greekreporter.com


http://www.eksegersi.gr