Τη Δευτέρα, 3 του Νοέμβρη, επισκέφθηκαν διαδοχικά τον πρόεδρο της δημοκρατίας πρώτα ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας και κατόπιν ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς. Αυτή είναι και η σπουδαιότερη εξέλιξη της ημέρας.
Το λόγο των επισκέψεων δεν είναι δύσκολο να τον φανταστούμε. Μπήκαμε στο Νοέμβρη και ο χρόνος της προεδρικής εκλογής πλησιάζει και μαζί η πιθανότητα προκήρυξης βουλευτικών εκλογών για το μήνα Μάρτη. Οι τακτικές κινήσεις και από τις δύο πλευρές πληθαίνουν, προκειμένου να διαμορφωθούν οι καλύτερες δυνατές συνθήκες που θα φέρουν το επιθυμητό για κάθε μονομάχο αποτέλεσμα.
Την ίδια ώρα τα προβλήματα του ελληνικού λαού μεγαλώνουν. 6,3 εκατομμύρια Έλληνες βρίσκονται κάτω ή στα όρια της φτώχειας, η επίσημη ανεργία είναι σταθερά στο 27%, η υπερφορολόγηση έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και η προοπτική είναι σκοτεινή. Παράλληλα, η ύφεση στην ευρωζώνη εμφανίζεται απειλητική και μαζί η διόγκωση των αντιστάσεων στο εσωτερικό της ακόμη και η προοπτική της συνοχής της.
Ο Αντώνης Σαμαράς επιμένει στο ίδιο μοτίβο. Η χώρα βγαίνει από την κρίση, γίνεται «κανονικό» κράτος και αυτή η προοπτική πρέπει να περιφρουρηθεί Και αυτό, κατά τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση, σημαίνει ότι πρέπει να εκλεγεί πρόεδρος της δημοκρατίας από τη σημερινή βουλή και να αποφευχθούν πάση θυσία οι εκλογές. «Διανύσαμε πολύ δρόμο, πάρα πολύ δρόμο, για να τα τινάξουμε όλα στον αέρα», δήλωσε. Προσπαθεί με αυτό τον τρόπο να στείλει μηνύματα προς κάθε κατεύθυνση στο εσωτερικό της χώρας και στο εξωτερικό και προς τον ελληνικό λαό ασκώντας πιέσεις και εκβιασμούς και προς τον σύνδεσμο ελληνικών βιομηχανιών και τους μεγαλοεπιχειρηματίες, με στόχο όσο είναι δυνατόν να διατηρήσει τον έλεγχο της κατάστασης και να ενισχυθεί η ΝΔ προσβλέποντας στην επόμενη ημέρα των εκλογών, αν τις χάσει, που είναι και το πιο πιθανό.
Από την πλευρά του ο Αλέξης Τσίπρας που βλέπει το κόμμα του να αυξάνει τα δημοσκοπικά ποσοστά του (οι ίδιοι εκτιμούν τη διαφορά του με τη ΝΔ σε διψήφιο αριθμό). Προσέρχεται στον πρόεδρο της δημοκρατίας με «πλαίσιο αρχών και θέσεων για την έξοδο της χώρας από το μνημόνιο και την πολιτική αστάθεια που προκαλείται εξαιτίας της κλυδωνιζόμενης κυβέρνησης», γράφει η κυριακάτικη Αυγή, με κυριότερα σημεία του την αναζήτηση λύσης για το χρέος που δεν είναι βιώσιμο και πρόταση επίλυσης του πολιτικού προβλήματος, Δηλαδή, βουλευτικές εκλογές πρώτα και συναίνεση για την εκλογή προέδρου της δημοκρατίας αργότερα. Προσέρχεται λοιπόν με αυτά τα ελάχιστα. Οι θέσεις και οι διεκδικήσεις τους ΣΥΡΙΖΑ έχουν εντελώς μειωθεί και στρογγυλοποιηθεί τόσο που σηματοδοτούν πολιτική δύναμη απόλυτα συστημική που περιεβλήθη τον εθνικό μανδύα της υπευθυνότητας και κάνει καθετί για να αποσπάσει τις ευλογίες της άρχουσας τάξης ώστε να γίνει κυβέρνηση.
«Η εθνική, κοινωνική και πολιτική συναίνεση είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση της πολλαπλής κρίσης που μαστίζει τη χώρα. Αυτό προϋποθέτει συζήτηση και συμφωνία για το περιεχόμενο της ακολουθητέας πολιτικής… Είναι αναγκαίο να συνομολογηθεί ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, ότι χρειάζεται δραστική πολιτική απομείωσης του, όπως μείωση επιτοκίων, επιμήκυνση κούρεμα κ.λπ.», γράφει σε κύριο άρθρο της η Αυγή. Όμως, σ’ αυτό που περιγράφει η εφημερίδα χωρούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τα πάντα, ακόμη και τα δύο αστικά κυβερνητικά κόμματα μέσα από ορισμένες «τροποποιήσεις» και «διεργασίες» που θα υποστούν. Από τη διαγραφή του χρέους (που στην πορεία έγινε «του μεγαλύτερου μέρους του»), πήγαμε στην απομείωση του με μείωση επιτοκίου, επιμήκυνση και κούρεμα. Σε μια τέτοια προσπάθεια χρειάζεται, γράφει η Αυγή, κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή, αυτοδύναμη και πολύ ισχυρή. Και σε άλλο σημείο του άρθρου διαβάζουμε ότι καταλύτης των εξελίξεων αποδεικνύεται το πολιτικό ρεύμα της δημοκρατικής ανατροπής. Ούτε εργατικής, ούτε λαϊκής, ούτε κάτι άλλο παρά μόνο δημοκρατικής ανατροπής. «Δημοκρατία», «εθνική συναίνεση», «συνεννόηση», «αποφυγή της κινδυνολογίας», «ομαλότητα», «διάλογος». Αυτοί οι όροι ορίζουν το πλαίσιο της πολιτικής και των επιδιώξεων του ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μια ο ΣΥΡΙΖΑ -ως εκφραστής όλων των παραπάνω- κι από την άλλη η κυβέρνηση η οποία εκφράζει, κατά τα λεγόμενά της, τη μοναδική διέξοδο και προοπτική για τη σωτηρία της χώρας και του λαού.
Το Βήμα της Κυριακής φωτίζει περισσότερο τις εξελίξεις και επαναφέρει το ζήτημα της κυβέρνησης εθνικής ενότητας ή μεγάλου συνασπισμού που έθεσε και σε προηγούμενα φύλλα του. Και συνεχίζει αναφέροντας ότι κορυφαία κοινοβουλευτικά στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημειώνουν ότι «σε συνθήκες ασφυξίας της χώρας ή αστάθειας από άλλους γεωπολιτικούς παράγοντες εμείς δεν αρνούμαστε την αναγκαιότητα μεγάλων συμφωνιών. Θεωρούμε όμως ότι αν δεν γίνει η τομή με την ανάδειξη ενός εντελώς νέου σχηματισμού στη διακυβέρνηση δεν πρόκειται να γίνει το απαιτούμενο ουσιαστικό βήμα για την υπέρβαση της κρίσης, την πολιτική κάθαρση, την απαλλαγή από στοιχεία που, όπως οι ξένοι επισημαίνουν, οδήγησαν τη χώρα σε αυτό το σημείο». Σε άλλο σημείο το άρθρο αυτό αναφέρει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι διατεθειμένος να υποστηρίξει εκλογή προέδρου της δημοκρατίας που να προέρχεται από τη δεξιά παράταξη αν αυτό γίνει μετά τις εκλογές.
Ο καθένας αντιλαμβάνεται πού οδηγούνται οι εξελίξεις. Από τη μια ο ΣΥΡΙΖΑ που διεκδικεί κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Για να το πετύχει, μπορεί να εκλέξει δεξιό πρόεδρο, να μειώσει μέχρις εξαφάνισης τις όποιες θέσεις άμεσης ανακούφισης ορισμένων λαϊκών στρωμάτων έχει διατυπώσει, ενώ με τις αριστερές ριζοσπαστικές θέσεις του έχει τελειώσει εδώ και καιρό. Είναι ανοιχτός για διάλογο και συνεννόηση με όλες τις τάξεις, πρωτίστως με την κεφαλαιοκρατία, με τους πολιτικούς εκπροσώπους της και φυσικά με τους «εταίρους μας». Και από την άλλη, η ΝΔ που υπόσχεται να συνεχίσει την ίδια πολιτική υποταγής και εξανδραποδισμού του ελληνικού λαού, γιατί αυτός είναι «ο δρόμος της σωτηρίας του».
Έτσι δρομολογείται η κατάσταση. Αυτά επιφυλάσσουν και τα δύο κόμματα στον ελληνικό λαό. Το πρόβλημα είναι αυτοί που εκφράζουν ή θεωρούν ότι εκφράζουν και εκπροσωπούν το λαό, οι αριστερές, κομμουνιστικές και ριζοσπαστικές δυνάμεις τι κάνουν; Πώς αντιμετωπίζουν την κατάσταση; Πώς οργανώνουν την ενημέρωση του λαού και την οργάνωση της αντίστασης και των αγώνων του; Με ποιο σχέδιο θα κινηθούν να ακυρώσουν τα διλήμματα και να δώσουν τη δυνατότητα στον ελληνικό λαό να δώσει τις δικές μου απαντήσεις;