Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Κοινή αντιτρομοκρατική εκστρατεία κατά των τζιχαντιστών από τον ΟΗΕ, και όχι από τις ΗΠΑ

πηγη: RIA NOVOSTI

Γκεβόργκ Μιρζαγιάν, ειδικά για τη RBTH
Οι βομβαρδισμοί κατά των τζιχαντιστών πρέπει να γίνουν με απόφαση του ΟΗΕ, και όχι μονομερώς από την Ουάσιγκτον. Η Ρωσία είναι αντίθετη με την αμερικανική πολιτική για την αντιμετώπιση του «Ισλαμικού κράτους», διότι ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τη Μέση Ανατολή.

Οι ΗΠΑ ετοιμάζουν εκστρατεία μεγάλης κλίμακας εναντίον της τρομοκρατικής οργάνωσης του Ισλαμικού κράτους (ΙΚ, ISIS-ISIL). Η Ρωσία, καταρχήν, δεν είναι αντίθετη, αλλά αξιώνει να πραγματοποιηθεί με σωστές μεθόδους.

Στη Μέση Ανατολή έχει διαμορφωθεί σήμερα μια σπάνια για την περιοχή κατάσταση. Αναμφισβήτητα, υπάρχει ένας -κοινός για όλους- εχθρός. Όπως αναφέρει η αναλυτής του πρακτορείου «Εξωτερική πολιτική», Τατιάνα Τιουκάεβα, «το ΙΚ αποτελεί σοβαρή απειλή για την ασφάλεια όλων, ακόμη και για εχθρικά μεταξύ τους κράτη της περιοχής. Αντιμαχόμενες μεταξύ τους χώρες όπως το Ιράν και η Σαουδική Αραβία το παραδέχονται ανοικτά. Η Ιορδανία και η Τουρκία σε χαμηλότερους τόνους, ενώ το Ιράκ και η Συρία βρίσκονται σε ανοικτά εμπόλεμη κατάσταση με το ΙΚ». Η οργάνωση αυτή, συνεχίζει η Τιουκάεβα, διαθέτει μια απόλυτα ακραία ιδεολογία, και με βάση αυτήν διεκδικεί τον ηγετικό ρόλο απέναντι απ’ όλα τα σουνιτικά κράτη, με απώτερο στόχο να αποκτήσει την ηγεσία σε όλο τον μουσουλμανικό κόσμο. Για το σιιτικό Ιράν, το σουνιτικό ΙΚ αποτελεί αναμφίβολα τον απόλυτο εχθρό, δεδομένου ότι οι μαχητές του ΙΚ εξοντώνουν μαζικά τους σιίτες που βρίσκονται στις περιοχές τις οποίες ελέγχουν.
Η “παγίδα” της Συρίας
Υπό αυτές τις συνθήκες, για τις ΗΠΑ παρουσιάζεται η μοναδική ευκαιρία να δημιουργήσουν μια ευρεία συμμαχία κατά του ΙΚ. Κάτι που έχουν αναφέρει επανειλημμένα ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζον Κέρι, και ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα. Ωστόσο, ο πόλεμος πρέπει να διεξαχθεί όχι μόνο στο έδαφος του Ιράκ, αλλά και της Συρίας. Και εδώ ο Ομπάμα περιέρχεται σε μια περίπλοκη κατάσταση, καθώς οι ΗΠΑ στη Συρία θεωρούν ότι έχουν έναν ακόμη εχθρό: Το καθεστώς του Μπασάρ Άσαντ.
Ο Λευκός οίκος έχει λοιπόν δύο “επιλογές”: Της “αντιπαράθεσης” και της “εποικοδομητικής συνεργασία”ς. Το πρώτο είναι το αρνητικό σενάριο. Αν οι ΗΠΑ  προχωρήσουν σε αντιπαράθεση, τότε θα πρέπει να πολεμήσουν ταυτόχρονα ενάντια και στις δυο πλευρές. Κάτι για το οποίο απαιτούνται πολλές δυνάμεις.  Από την άλλη, εάν αποφασίσουν να πολεμήσουν μόνον εναντίον της μιας πλευράς (του ΙΚ), αυτό θα οδηγήσει στη νίκη και την ενίσχυση του εχθρού της στο εσωτερικό της χώρας αυτής.  Αν, όμως, ακολουθήσουν το σενάριο της “εποικοδομητικής συνεργασίας”, τότε το πιθανότερο είναι να αποκαταστήσουν τις σχέσεις με τη μια από τις αντιπαρατιθέμενες δυνάμεις στο εσωτερικό της Συρίας. Κατ’ αυτό τον τρόπο, θεωρητικά ο πόλεμος κατά του ΙΚ θα επέτρεπε στις ΗΠΑ να εξέλθουν αξιοπρεπώς από την παγίδα της Συρίας.
Η κυβέρνηση της Συρίας από την πλευρά της, έχει ήδη εκδηλώσει την πρόθεσή της να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ. Όπως επεσήμανε ο υπουργός Εξωτερικών της Συρίας, Ουαλίντ Μουαλέμ, «η Συρία είναι έτοιμη να συντονιστεί σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, αλλά οποιαδήποτε προσπάθεια αντιμετώπισης της τρομοκρατίας θα πρέπει να συμφωνηθεί με τη συριακή κυβέρνηση». 
Λάθος “ποντάρισμα”
Στο σημείο αυτό, όμως, εμφανίζεται το πρόβλημα. Και δεν είναι άλλο από την απροθυμία της κυβέρνησης Ομπάμα να συνεργαστεί με τον Άσαντ, προφανώς για λόγους εντυπώσεων. Γι’ αυτό και οι ΗΠΑ παραιτήθηκαν από την “επιλογή” της εποικοδομητικής συνεργασίας. Αλλά μη έχοντας τη δυνατότητα να επιλέξουν το μοντέλο της αντιπαράθεσης, κατέληξαν σε μια τρίτη επιλογή. Το Κογκρέσο ψήφισε νόμο για τον εξοπλισμό του Ελεύθερου Συριακού Στρατού (ΕΣΣ), της κοσμικής αντιπολίτευσης που μάχεται τόσο κατά του Άσαντ, όσο και κατά των ισλαμιστών.
Η Ρωσία δεν είναι ικανοποιημένη από μια τέτοια επιλογή. Πρώτα απ’ όλα, δεν της αρέσει η επιλογή του ευνοούμενου, δηλαδή της συριακής αντιπολίτευσης, καθώς αυτή είναι πολύ αδύναμη και προκατειλημμένη. Όπως ανέφερε ο πρέσβης της Ρωσίας στον ΟΗΕ, Βιτάλι Τσούρκιν, «είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένο να θεωρηθεί ότι του αγώνα κατά του ΙΚ θα ηγηθεί η μετριοπαθής αντιπολίτευση, μόλις αυτή εξοπλιστεί κατάλληλα».
Αυτή τη στιγμή, ο ΕΣΣ είναι πολύ αδύναμος για έναν αγώνα όπως αυτός. Όπως ανέφερε στην RBTH ο ειδικός σε αραβικά θέματα επιστημονικός συνεργάτης της Ανώτατης Οικονομικής Σχολής, Λεονίντ Ισάγεφ, «σε σύγκριση με τις δυο σημαντικότερες δυνάμεις στη Συρία -τον συριακό στρατό και το ΙΚ- όλες οι υπόλοιπες οργανώσεις ωχριούν, συμπεριλαμβανομένου του ΕΣΣ. Τον πρώτο καιρό η οργάνωση της αντιπολίτευσης αισθανόταν αρκετή σιγουριά, καθώς όλα τα τμήματα της ένωνε η κοινή έχθρα κατά του Άσαντ. Όταν όμως στη συνέχεια προέκυψαν τα ζητήματα της διανομής των εξουσιών και της διοίκησης των διαφόρων εδαφών που ήλεγχε, η οργάνωση ουσιαστικά διαλύθηκε. Κάποια από τα μέλη της παραδόθηκαν όταν δόθηκε αμνηστία, και άλλα, αναζητώντας πραγματική εξουσία και χρήματα, πέρασαν στο στρατόπεδο του ΙΚ». Σύμφωνα με τον ειδικό, το πιθανότερο είναι ότι τα όπλα που θα προμηθεύσουν οι ΗΠΑ στις διάφορες ομάδες, τελικά θα πέσουν στα χέρια του ΙΚ.
Ευκαιρία για να κτυπήσουν τον Ασσαντ
Το δεύτερο σημείο, είναι οι φόβοι της Ρωσίας ότι οι ΗΠΑ θα υποκύψουν τελικά στα επίμονα αιτήματα του ΕΣΣ και των συμμάχων της Αμερικής στην περιοχή, να βομβαρδιστούν, όχι μόνο οι θέσεις των ισλαμιστών, αλλά και των πιστών στον Άσαντ τμημάτων. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, σύμφωνα με τον υφυπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, Μιχαήλ Μπογκντάνοφ, η Μόσχα τάσσεται υπέρ του «να ενωθούν οι διεθνείς προσπάθειες για την αντιμετώπιση των τρομοκρατικών ομάδων στη Συρία, στο Ιράκ και σε άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής με ταυτόχρονο αυστηρό σεβασμό της κυριαρχίας των κρατών της περιοχής και σε συνεργασία με τις νόμιμες κυβερνήσεις τους». Η Ρωσία θεωρεί ότι αν οι Αμερικάνοι δεν μπορούν να συμφωνήσουν με την κυβέρνηση του Άσαντ, τότε για τη διεξαγωγή της επιχείρησης πρέπει να συγκληθεί το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και να καθοριστούν με σαφήνεια οι παράμετροί της.