Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ: Λεόντειες συμφωνίες για τους υδρογονάνθρακες (Επίκαιρα 22-28 Μαΐου 2014)


Μπορεί να φαντάζει απλοϊκό (σε βαθμό αφέλειας) αλλά Σαμαράς-Βενιζέλος και οι προηγούμενες κυβερνήσεις μόνο να κερδίσουν έχουν από τη διάδοσή του. Το σενάριο, με τίτλο «Η Ελλάδα στη χώρα των υδρογονανθράκων», θέλει την δημιουργία ενός κλίματος ευφορίας και υψηλών προσδοκιών με απώτερο ζητούμενο όλα τα δεινά των Μνημονίων αν όχι να ξεχαστούν, τουλάχιστον να είναι πιο υποφερτά μπροστά στην προοπτική να γεμίσουν τα δημόσια ταμεία και να δημιουργηθούν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας από την εκμετάλλευση των πετρελαίων. Έτσι, τα τελευταία χρόνια έχουμε βρεθεί μπροστά σε ένα πληθωρισμό εξωπραγματικών προβλέψεων και φανταστικών
προβολών με αφορμή τα πετρέλαια της Ελλάδας, με αποκορύφωμα τις ανακοινώσεις της Τετάρτης 14 Μαΐου, βάσει των οποίων θα ξεκινήσουν οι πρώτες γεωτρήσεις σε Ιωάννινα, Πατραϊκό Κόλπο και Κατάκολο. Στόχος τους είναι να διερευνηθεί κατά πόσο στις συγκεκριμένες περιοχές υφίστανται κοιτάσματα.

ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ

Από μόνο του αυτό το σχέδιο είναι ελκυστικό και θα μπορούσε να αποβεί επωφελές. Το εξοργιστικό ωστόσο είναι πως οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών έχουν καταφέρει να υπονομεύσουν τις πραγματικές δυνατότητες που υφίστανται, σε βαθμό ώστε ακόμη κι αν πράγματι, στο πέρας αυτή της διαδικασίας που δεν θα είναι συντομότερα από 7 χρόνια, διαπιστωθεί η ύπαρξη εκμεταλλεύσιμων ποσοτήτων τα οφέλη για το δημόσιο να είναι σημαντικά υποδεέστερα αυτών που θα μπορούσε να εξασφαλίσει. Στην πράξη αμελητέα ως μηδαμινά.

Ανακοινώσεις – προεκλογικές εξαγγελίες

Τα πρώτα ερωτηματικά εγείρονται με αφορμή τον χρόνο που επιλέγη για να γίνουν οι σχετικές ανακοινώσεις, δηλαδή τέσσερις μέρες πριν τις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης, όταν ήταν γνωστός μάλιστα ο χαρακτήρας δημοψηφίσματος που είχαν προσλάβει κι η κυβέρνηση εναγωνίως αναζητούσε πειστήρια για να στηρίξει τη θεωρία του success story. «Η αναγγελία της υπογραφής των συμβάσεων “open door” ύστερα από κυοφορία 863 ημερών ίσως βρίσκεται στο ότι η όλη διαδικασία εξελίχθηκε εξωθεσμικά μέσω μιας 17μελούς επιτροπής για την αξιολόγηση των προσφορών, αντίθετα με αυτά που προβλέπει ο Νόμος 4001/22-8-2011, βάσει του οποίου η επιλογή γίνεται από τον Φορέα Υδρογονανθράκων, που υποτίθεται ότι είναι αρμόδιος για τις παραχωρήσεις. Εδώ και 33 μήνες όμως αυτός ο φορέας βρίσκεται ακόμη …στα χαρτιά. Ένας δεύτερος λόγος μπορεί να είναι ότι οι εταιρείες βλέποντας τον επικοινωνιακό τρόπο χειρισμού του θέματος από την κυβέρνηση, ίσως σκέφτηκαν ότι είναι ευκαιρία να διευρύνουν τα προνόμια που τους παρείχε ο νόμος και πίεζαν για καλύτερο φορολογικό καθεστώς, που φαίνεται πως το πέτυχαν, καθυστερώντας την υπογραφή των συμβάσεων για 314 μέρες μετά την επιλογή τους», δήλωσε στα Επίκαιρα ο Δημήτρης Μπαμπασίκας, γεωφυσικός, που μέχρι πρόσφατα εργαζόταν στα Ελληνικά Πετρέλαια, προερχόμενος από την ΔΕΠ και διαθέτει εμπειρία 30 ετών στην έρευνα υδρογονανθράκων και στην επεξεργασία σεισμικών και γεωφυσικών δεδομένων.

Τι άλλο θα μπορούσε όμως να είχε γίνει αντί της διαδικασίας που, άγνωστο για ποιους λόγους, προτιμήθηκε, ήταν η ερώτησή μας. «Τα πράγματα θα μπορούσαν να εξελιχθούν διαφορετικά, πολύ πιο γρήγορα με διαφάνεια και αντικειμενικότητα», ήταν η απάντηση του Δημήτρη Μπαμπασίκα. «Μπορώ να σας περιγράψω μερικούς απλούς κανόνες αντικειμενικής αξιολόγησης. Πρώτο, να υπήρχαν ξεχωριστοί φάκελοι με την προσφορά επί της προκήρυξης αφενός me την οικονομική θέση και εμπειρία των διαγωνιζόμενων εταιρειών αφετέρου. Η οικονομική θέση των εταιρειών αποδεικνύεται με θεωρημένους ισολογισμούς της τελευταίας τριετίας και η εμπειρία από αντίστοιχα έργα σε άλλες περιοχές. Δεύτερο, ανοίγονται πρώτα οι φάκελοι με την οικονομική θέση και εμπειρία των εταιρειών και στην περίπτωση που πληρούνται οι προϋποθέσεις ανοίγονται στη συνέχεια και οι οικονομικές προσφορές. Τρίτο, για τις οικονομικές προσφορές υπάρχουν από πριν δημοσιοποιημένα κριτήρια με διαφορετικά βάρη για τα επιμέρους τμήματα της προσφοράς, πχ αριθμός γεωτρήσεων, χιλιόμετρα σεισμικών καταγραφών, ποσοστό δικαιωμάτων εκμετάλλευσης (royalties), signature bonus κ.α. Τέταρτο και τελευταίο, η όλη διαδικασία να ολοκληρωνόταν με το άνοιγμα των φακέλων παρουσία των εταιρειών και ταυτόχρονη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων. Αυτή τη διαδικασία, που εγγυάται την διαφάνεια, την εφάρμοζαν ακόμη και κράτη όπως η Λιβύη του Καντάφι! Με το άνοιγμα μάλιστα των προσφορών μπροστά στην δημόσια τηλεόραση πέραν από την διαφάνεια έχουμε τον νικητή του διαγωνισμού σύμφωνα με τον από πριν καθορισμένο και γνωστό στις εταιρείες τρόπο αξιολόγησης των συμβάσεων. Αν είχαμε ακολουθήσει αυτή την διαδικασία πέραν όλων των άλλων πλεονεκτημάτων δεν θα είχε χαθεί τόσος πολύτιμος χρόνος για μικροκομματικούς λόγους»…

Ψίχουλα τα οφέλη του δημοσίου

Το μεγαλύτερο πρόβλημα ωστόσο από τις μέχρι σήμερα επιλογές σχετίζεται με τα έσοδα που εγγυημένα θα χάσει το ελληνικό δημόσιο. Μέσα στο νεοφιλελεύθερο οίστρο τους δηλαδή οι μνημονιακές κυβερνήσεις παραιτήθηκαν από σίγουρα κέρδη τα οποία θα βάλουν στην τσέπη οι εταιρείες! «Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ), τα εκτιμώμενα απολήψιμα αποθέματα στον Πατραϊκό Κόλπο είναι της τάξης των 200 εκ. βαρελιών, στα Ιωάννινα 50-80 εκατ. βαρέλια και στο Κατάκολο 3 εκατ. βαρέλια. Ενώ, τα αναμενόμενα συνολικά έσοδα του Δημοσίου από τις δύο περιοχές που κατακυρώθηκαν σε βάθος χρόνου 25ετίας υπολογίζονται σε περίπου 11 δισ. ευρώ. Προσωπικά, προσεγγίζω το όφελος του Ελληνικού Δημοσίου κάνοντας τέσσερις παραδοχές: Πρώτο, για τις τιμές του πετρελαίου. Δεύτερο, για το συνολικό κόστος εξόρυξης. Τρίτο, για το ύψος των royalties (ποσοστό επί της παραγωγής) και τέταρτο, ότι θα αντληθούν όλα τα αναμενόμενα βαρέλια πετρελαίου, δηλαδή 283 εκ. βαρέλια.

Σχετικά με την πρώτη παραδοχή εκτιμούμε ότι οι τιμές θα κινηθούν στο επίπεδο των 100 δολ. ανά βαρέλι πετρελαίου, κάτι βέβαια που δεν μπορεί να εγγυηθεί κανένας. Σας θυμίζω ότι την δεκαετία του ‘90 οι τιμές είχαν πέσει στα 10 δολ. και το 2008 είχαν ανέβει στα 147 δολ. το βαρέλι.

Η δεύτερη παραδοχή έχει σχέση με το κόστος το οποίο και πάλι εξαρτάται από πολλούς παράγοντες με σημαντικότερους, το αν οι γεωτρήσεις είναι στην ξηρά ή στη θάλασσα, το βάθος της θάλασσας και το είδος του πετρελαίου. Με βάση δημοσιευμένα στοιχεία το κόστος ποικίλει σημαντικά. Για την Μ. Ανατολή υπολογίζεται σε περίπου 20 δολ. το βαρέλι, για την Ευρώπη, τη Νότια Αμερική, την Αφρική και την Ασία γύρω στα 55 δολ. το βαρέλι.

Έσοδα από 3,6 δις. έως 7,4 δις. για 25 χρόνια…

Η τρίτη παραδοχή έχει σχέση με το ύψος των royalties, που είναι διαφορετικά από σύμβαση σε σύμβαση και ναι μεν δεν γνωρίζουμε την συγκεκριμένη τιμή, αλλά γνωρίζουμε ότι κυμαίνονται από 2-20% επί της παραγωγής. Θα υπολογίσουμε τα έσοδα για το κράτος και τις εταιρείες για το 2% και για το 20% ξεχωριστά κι έτσι θα έχουμε το εύρος διακύμανσης των εσόδων τους. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές έχουμε: έσοδα 28,3 δις. δολ. Γενικό κόστος: 15,56 δις δολ., προς διανομή 12,73 δις δολ. Για royalties 2% και για royalties20% άμεσα έσοδα για το κράτος 566 εκ. δολ. και 5,66 δις δολ. αντίστοιχα. Τα έσοδα των εταιρειών στην περίπτωση του 2% royalties είναι 12,73 δις δολ. – 0,56 δις δολ. = 12,17 δις δολ. – 3,04 δις δολ. (φόρος 25%) = 9,13 δις δολ. Στην περίπτωση του 20% τα έσοδα των εταιρειών θα είναι 12,73 δις δολ. – 5,66 δις. δολ. = 7,075 δις δολ. – 1,77 δις δολ. (φόρος 25%) = 5,31 δις δολ. Τα συνολικά έσοδα του κράτους (Royalties + φόροι) είναι 3,04 δις δολ. + 566 εκ. δολ. = 3,61 δις. δολ. και 5,66 δις δολ. + 1,77 δις δολ. = 7,43 δις. αντίστοιχα για 2% και 20% royalties.

Από τους παραπάνω υπολογισμούς τα έσοδα του κράτους σε βάθος 25 χρόνων (μέσος όρος εξόρυξης κοιτάσματος) θα κυμαίνονται μεταξύ 3,61 δις δολ. και 7,43 δις δολ. και των εταιρειών μεταξύ 5,31 δις δολ. και 9,13 δις δολ. ανάλογα με τα royalties. Αν μετατρέψουμε τα δολάρια σε ευρώ (με μια ισοτιμία 1,30 δολ./ευρώ) τα ποσά για το κράτος διαμορφώνονται από 2,78 δις ευρώ έως 5,71 δις ευρώ! Ποσά που είναι πολύ μικρότερα από αυτά που υπολογίζει το υπουργείο (11 δισ. ευρώ). Προϋπόθεση βέβαια για να εισπραχτούν και αυτά τα χρήματα είναι να λειτουργεί ο ελεγκτικός μηχανισμός, που μέχρι στιγμής υπάρχει μόνο στα χαρτιά, έτσι που κανείς δεν εγγυάται ότι το κόστος δεν θα είναι πολύ μεγαλύτερο από το υπολογισθέν -γνωρίζοντας το πώς οι εταιρείες ενεργούν σε τέτοιες περιπτώσεις – με συνέπεια ακόμη λιγότερα έσοδα για το κράτος».

Για τον Δημήτρη Μπαμπασίκα το έδαφος για την παραίτηση του ελληνικού δημοσίου απ’ όσα διεκδικεί και εξασφαλίζει σε ανάλογες συμφωνίες κάθε σύγχρονο κράτος που σέβεται τον εαυτό του προετοιμάστηκε επί υπουργίας Γ. Παπακωνσταντίνου και πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου: «Με τον νόμο 4001/11 που αναθεώρησε διατάξεις του Ν. 2289/95 μπήκαν οι βάσεις για παραχωρήσεις με πολύ ευνοϊκότερους όρους για τις εταιρείες. Στις αλλαγές περιλαμβάνεται η μείωση του συντελεστή φορολόγησης από 40% σε 25%, η μη δυνατότητα κρατικής συμμετοχής στις κοινοπραξίες έρευνας και εκμετάλλευσης, η αύξηση του χρόνου των παραχωρήσεων και η υπερβολική αύξηση στο μέγεθος των ερευνητικών οικοπέδων, των λεγόμενων μπλοκ. Το μέγιστο εμβαδόν του οικοπέδου παραχώρησης (μπλοκ) αυξήθηκε από 1.500 τ. χλμ. σε 20.000 τ. χλμ. για την θάλασσα και σε 4.000 τ. χλμ. από 750 τ. χλμ. για την ξηρά. Έτσι καθίσταται δυνατό να δοθεί όλη η θαλάσσια περιοχή Ιόνιου – Κρήτης σε ένα ερευνητικό γύρο με 10 μπλοκ. Η διεθνής πρακτική, αντίθετα, είναι τα ερευνητικά μπλοκ να δίδονται με μια στρατηγική που θα εξυπηρετεί την μεγιστοποίηση των εσόδων του κράτους, αξιοποιώντας πιθανές ερευνητικές επιτυχίες και την διαμόρφωση ενός πιο ώριμου πετρελαϊκού περιβάλλοντος στην κατεύθυνση ενός πιο προσοδοφόρου φορολογικού συστήματος. Με το να δοθούν πολλά μπλοκ μαζί, αντί να δοθούν σταδιακά αξιοποιώντας κάθε φορά το θετικό κλίμα που δημιουργείται, εκλείπει αυτή η δυνατότητα και από τον τρόπο χειρισμού του θέματος οι μόνες κερδισμένες τελικά θα είναι οι εταιρείες, δυστυχώς»!

Η αρνητική εμπειρία του Πρίνου

Το δυσάρεστο για τον Δημήτρη Μπαμπασίκα είναι ότι το ελληνικό δημόσιο είχε την εμπειρία για να μην επαναλάβει λάθη του παρελθόντος. Απλώς επέλεξε να μη την αξιοποιήσει. «Η κατάσταση στον Πρίνο για παράδειγμα μας έχει ξεφύγει εντελώς. Χρεώνουν το ένα άλλο ένα. Οι υπερτιμολογήσεις είναι πάγια τακτική. Δεν είναι δυνατό για παράδειγμα να διαβάζουμε σε ξένα περιοδικά ότι οι εξέδρες άντλησης στοιχίζουν 100 εκ. δολ και να μας χρεώνονται 400 εκ, λέω για παράδειγμα. Η αιτία του προβλήματος βρίσκεται στην έλλειψη ειδικών από την μεριά του ελληνικού δημοσίου που θα ελέγχουν τα έξοδα, που βάσει της σύμβασης είναι υποχρεωμένο να πληρώνει το ελληνικό δημόσιο. Και οι προβλέψεις των συμβάσεων έχουν ανατραπεί σε βάρος του δημοσίου, αλλά το χειρότερο είναι η αδυναμία του κράτους να επιβάλει έναν στοιχειώδη έλεγχο. Γι αυτό όμως απαιτείται γνώση».

Εν κατακλείδι, ο πετρελαϊκός θησαυρός αποδεικνύεται άνθρακας σε ό,τι αφορά τα έσοδα του δημοσίου. Για τις εταιρείες αντίθετα που θα εμπλακούν είναι πολύ πιθανό ο πετρελαϊκός πλούτος να αποδειχθεί πραγματικός θησαυρός…


http://leonidasvatikiotis.wordpress.com