Με ενσωματωμένο το 92,05% των εκλογικών τμημάτων, το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του Ερντογάν λαμβάνει στην επικράτεια ποσοστό 45,18%, το Ρεπουμπλικανικό Λαικό Κόμμα (CHP) φθάνει ασθμαίνων στο 28,6% χωρίς ιδιαίτερα κέρδη, το ΜΗΡ των «Γκρίζων Λύκων» επανακάμπτει και αγγίζει το 15,3%, ενώ οι νοτιοανατολικές επαρχίες κατακτώνται από το κουρδικό κόμμα BDP που συγκέντρωσε ποσοστό 6,25%.
Από τα ποσοστά αυτά προκύπτει πώς ο Ρ.Τ. Ερντογάν είναι ο θριαμβευτής των εκλογών. Κι αυτό γιατί στις δημοτικές εκλογές του 2009 είχε πάρει 38%. Το ποσοστό του μπορεί να εμφανιστεί μειωμένο μόνο σε σύγκριση με τις εθνικές εκλογές του 2011 που είχε αγγίξει το 49%, αλλά είναι βέβαιο πώς είναι διαφορετικά τα κριτήρια ψήφου στις δημοτικές απ’ ότι στις εθνικές εκλογές, αν και ο Τούρκος πρωθυπουργός είχε δώσει χαρακτήρα δημοψηφίσματος στις χθεσινές εκλογές.
Ο Ρ.Τ. Ερντογάν πέτυχε μία τεράστια νίκη στο εσωτερικό της χώρας όταν αυτή συγκλονίζονταν από σκάνδαλα, τα οποία αν συνέβαιναν σε μία δυτική χώρα ήταν αρκετά να ρίξουν μία κυβέρνηση και να «σβήσουν» το κόμμα από το χάρτη. «Ο λαός έθαψε στην κάλπη τα χέρια που έβαλαν εναντίον της ανεξαρτησίας του» και «ηττήθηκαν οι μονταζιέρες» είπε, ερμηνεύοντας το εκλογικό αποτέλεσμα.
Οι Τούρκοι δείχνουν πώς είναι σοβαρό κράτος. Δεν ξεχνούν την οικονομική ανάπτυξη που πέτυχαν με πρωθυπουργό τον Ερντογάν και τη δύναμη που απέκτησαν. Και αυτό το έχει δουλέψει πάρα πολύ ο Τούρκος πρωθυπουργός δημιουργώντας μεσαία τάξη, σε αντίθεση με την Ελλάδα, στην οποία οι τελευταίες κυβερνήσεις κάνουν ότι μπορούν για τη διαλύσουν.
Τα στοιχεία αυτά αναδεικνύουν την Τουρκία σε περιφερειακή δύναμη. Κάνουν ωστόσο ταυτόχρονα την Τουρκία επικίνδυνη απέναντι στην Ελλάδα. Και αυτό γιατί ο Ερντογάν πέτυχε μία νίκη όχι μόνο απέναντι στους εσωτερικούς του αντιπάλους, αλλά και έχοντας απέναντι του τις ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί δεν θέλουν στο «τιμόνι» της Τουρκίας τον Ερντογάν γιατί δεν μπορούν πλέον να τον ελέγξουν.
Ατμομηχανή της τουρκικής οικονομίας είναι η αμυντική βιομηχανία, την οποία ο Ερντογάν ενισχύει συνεχώς και απ’ ότι φαίνεται δεν πρόκειται να ματαιώσει κανένα εξοπλιστικό πρόγραμμα.
Η δύναμη των όπλων, σε συνδυασμό με τις αναθεωρητικές τάσεις που δείχνει η Άγκυρα έναντι της Ελλάδας, ακόμη και της Συρίας, συνιστούν μία κατάσταση επικίνδυνη για τη χώρα μας στο Αιγαίο και στη νοτιοανατολική Μεσόγειο. Αποδεικνύεται αυτό στο θέμα της Κύπρου.
Η ελληνική πολιτική ηγεσία είναι απλώς ανύπαρκτη. Πόσο μάλλον να μπορέσει να αντιμετωπίσει διπλωματικά την Τουρκία. Και τι μπορεί να περιμένει κανείς όταν δέχθηκαν οι Έλληνες πολιτικοί να ισοπεδωθούν οι δύο-τρεις αμυντικές βιομηχανίες όταν προηγουμένως απαξιώθηκαν και βυθίστηκαν στα χρέη.
Το χειρότερο όμως όλων είναι ότι η Τουρκία με την κυβέρνηση Ερντογάν, μετά το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών θα γίνει ακόμη πιο αδιάλλακτη, πιο αμετροεπής, πιο αδίστακτη που δεν θα «κολλά» σε τίποτα να στήσει μία προβοκάτσια για να εξυπηρετήσει τα νεοοθωμανικά της σχέδια με ωμότητα και ψυχρότητα.
Αποδεικνύεται αυτό περίτρανα από την υποκλαπείσα συνομιλία που αφορούσε την προβοκάτσια στη Συρία. Στήθηκε και εκτελέστηκε χωρίς κανείς να πάρει χαμπάρι με στόχο την κατάληψη Συριακών εδαφών.
Κάτι που οι Τούρκοι μπορούν να επιχειρήσουν στη Θράκη, στο Αιγαίο ή και στον Έβρο. Έχουν ήδη προετοιμάσει το έδαφος και θα μπορούσαν να στήσουν μία προβοκάτσια, σαν και αυτές άλλωστε που προέβλεπε το σχέδιο «Βαριοπούλα», το οποίο είχαν ετοιμάσει οι στρατηγοί, αλλά δημοσιοποιήθηκε για άλλους λόγους.
Και ποιος θα αποτρέψει μία τέτοια προβοκάτσια σε περίπτωση που το επιχειρήσουν οι Τούρκοι; Οι Αμερικανοί με τους οποίους προχώρησε σε «μετωπική σύγκρουση» ο Ερντογάν στέλνοντας τους μάλιστα και μήνυμα αμέσως μετά τις εκλογές; «Δεν θα παραδώσουμε τη χώρα στην Πενσιλβάνια και στις προεκτάσεις της εντός της χώρας», είπε με τους αποδέκτες να βρίσκονται στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.
Σαφώς οι Αμερικανοί δεν θέλουν να χάσουν το παιχνίδι στην περιοχή, αλλά συνήθως τάσσονται με το μέρος των ισχυρών. Και στις δύο όχθες του Αιγαίου ο ισχυρός είναι η Τουρκία. Άλλωστε όπου επενέβησαν οι ΗΠΑ ήταν σε βάρος των δικαιωμάτων της Ελλάδας (βλέπε Ύμια ή Κυπριακό).
Η Ελλάδα το μόνο που θα μπορούσε να ωφεληθεί, αν βεβαίως εκμεταλλευτεί την κατάσταση, είναι σε μία στρατιωτική στήριξη από τις ΗΠΑ. Στη βοήθεια με τη διάθεση δωρεάν οπλικών συστημάτων, τα οποία θα ενίσχυσαν τις Ένοπλες Δυνάμεις, δεδομένου ότι η τρόικα δεν έχει αφήσει χρήματα ή δεν επιτρέπει να χρησιμοποιηθούν κονδύλια για αμυντικές δαπάνες ούτε καν για σφαίρες.
Πέτυχαν, με βοήθεια εκ των έσω, τον αφοπλισμό της Ελλάδας σε μία περίοδο που η Τουρκία συνεχίζει να εξοπλίζεται σαν «αστακός» και ισχυροποιείται στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.