Πρώτο: Το ευρώ είναι ένα παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα για τις διεθνείς τραπεζικές αγορές και τις αγορές συναλλάγματος. Αυτό σημαίνει ότι οφείλει να διατηρεί υψηλή συναλλακτική αξία διεθνώς, ανεξάρτητα από την κατάσταση των οικονομιών της ευρωζώνης. Κι αυτό μπορεί να γίνει, ειδικά σε συνθήκες ύφεσης, μόνο σε βάρος των οικονομιών της ευρωζώνης. Σε βάρος ειδικά της ζωντανής εργασίας.
Δεύτερο: Το ευρώ είναι ένα νόμισμα χωρίς την δυνατότητα προσαρμογής της συναλλαγματικής ισοτιμίας για κάθε χώρα μέλος. Όταν μια οικονομία αδυνατεί να προσαρμόσει στην κατάστασή της το νόμισμα, τότε είναι υποχρεωμένη να προσαρμοστεί η ίδια στο νόμισμα. Κι έτσι από την στιγμή που στερείται τη δυνατότητα «εξωτερικής υποτίμησης» του νομίσματος, θα πρέπει να ακολουθήσει αναγκαστικά πολιτικές «εσωτερικής υποτίμησης». Άλλος τρόπος δεν υπάρχει.
Τρίτο: Το ευρώ είναι ένα ιδιωτικό τραπεζικό νόμισμα που ελέγχεται από το πιο ισχυρό τραπεζικό καρτέλ που έχει υπάρξει ποτέ στην ιστορία και μάλιστα σε υπερεθνικό επίπεδο με επικεφαλής την ΕΚΤ. Επομένως το νόμισμα που χρειάζονται τα κράτη, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά πρέπει να το αγοράζουν από αυτό το τραπεζικό καρτέλ με συνέπεια την διόγκωση του ιδιωτικού και κρατικού χρέους.
Τέταρτο: Το ευρώ είναι ένα ενιαίο νόμισμα σταθερής κυκλοφορίας και αξίας για πολύ διαφορετικές οικονομίες με ριζικά διαφορετικά χαρακτηριστικά ανάπτυξης, παραγωγής και παραγωγικότητας. Για τις οικονομίες με περίσσευμα κεφαλαίου και παραγωγής το ευρώ ενισχύει τα πλεονάσματά τους σε βάρος των οικονομιών με παραγωγική υστέρηση και ελλείμματα. Το γεγονός αυτό γεννά στις δεύτερες οικονομίες μεγαλύτερες ανάγκες χρηματοδότησης για την κάλυψη των ελλειμμάτων τους με αποτέλεσμα την έκρηξη του χρέους, τόσο του κρατικού, όσο και του ιδιωτικού.
Πέμπτο: Η ευρωζώνη παρά τα περίφημα κριτήρια του Μάαστριχτ δεν απαλλάχθηκε ποτέ από τα ελλείμματα, δημοσιονομικά και παραγωγικά. Κι ούτε θα μπορούσε να απαλλαγεί μιας και μιλάμε για νομισματική ένωση τελείως άνισων οικονομιών. Το γεγονός αυτό πυροδότησε και πυροδοτεί διαρκώς πληθωριστικές πιέσεις, αλλά με το ευρώ ο πληθωρισμός των τιμών μετατράπηκε σε πληθωρισμό πιστωτικής επέκτασης με αποτέλεσμα να πνίγεται κυριολεκτικά η ευρωζώνη από τα τραπεζικά ενεργητικά που ξεπερνούν γύρω στις 4 φορές το συνολικό ΑΕΠ της ευρωζώνης.
Έκτο: Νομισματική ένωση σημαίνει περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας, δηλαδή δραστικός περιορισμός στην ελευθερία των κινήσεων κάθε εθνικής οικονομίας και της δυνατότητάς της να λειτουργήσει με βάση τις δικές της προτεραιότητες. Κοινό νόμισμα σημαίνει κοινές οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές που επεξεργάζονται και επιβάλλονται από τα όργανα της ένωσης με κριτήρια που καθορίζονται όχι από την κατάσταση των επιμέρους οικονομιών, αλλά των αγορών εντός και εκτός της ευρωζώνης.
Έβδομο: Το ευρώ ως ενιαίο νόμισμα προϋποθέτει ελευθερία κίνησης κεφαλαίου, προϊόντων, υπηρεσιών και εργασίας, όπου οι εθνικές ρυθμίσεις υποχωρούν και καταλύονται προς όφελος της φιλελευθεροποίησης των αγορών. Το αποτέλεσμα είναι ένας καταμερισμός εργασίας όπου εντείνονται οι μονοπωλιακές καταστάσεις παντού, μαζί με την ανισομέρεια, την ανισότητα και την αποικιακή εκμετάλλευση των αδύναμων οικονομιών από τις πιο ισχυρές.
Αντίθετα το εθνικό κρατικό νόμισμα μπορεί να συνδεθεί με την απεριόριστη έκδοση χαρτονομίσματος για να ενθαρρύνει την κερδοσκοπία, μέσα από τον πληθωρισμό, την υποτίμηση και την διολίσθηση του νομίσματος με συντριπτικά αποτελέσματα για την οικονομία και κυρίως για τα εργαζόμενα στρώματα του λαού.
Όμως μπορεί κάλλιστα να δώσει την ευκαιρία για δραστικές παρεμβάσεις στην οικονομία υπέρ των εργαζομένων και των ασθενέστερων τάξεων του λαού. Αρκεί να συνοδευτεί με τις κατάλληλες πολιτικές εθνικοποιήσεων του τραπεζικού συστήματος και των βασικών μοχλών άσκησης οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Κάτι που είναι αδύνατον να γίνει με το ευρώ.
Δημήτρης Καζάκης / krisi.gr