Πριν έξι περίπου μήνες στο Μπαγκλαντές κατέρρευσε ένα υποτιθέμενο εργοστάσιο παρασέρνοντας στο θάνατο 1132 ανθρώπους και τραυματίζοντας-βαρύτατα τους περισσότερους-ες, περίπου άλλους 2000. Μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες που είχαν στη δούλεψή τους τους εργαζόμενους-ες εξέφρασαν μέσω των εκπροσώπων τους την θλίψη τους και τον αποτροπιασμό τους για αυτό το έγκλημα και μετά συνέχισαν να συνεδριάζουν για τις μεθόδους που θα ακολουθούν ώστε να μειώνεται ολοένα και περισσότερο το κόστος παραγωγής και, κατά συνέπεια, η κατά κεφαλήν αμοιβή που προσφέρουν για την εργασία. Τόσο μακριά μα τόσο κοντά!
Του Χρήστου Καραγιαννίδη
Δε μπορούμε να ξεχάσουμε βέβαια την Ρικομέξ και τις άλλες επιχειρήσεις που κατέρρευσαν πριν 14 χρόνια σαν τραπουλόχαρτα σκεπάζοντας ζωές και όνειρα κάτω από τόνους μπετόν. Ζωές εργαζομένων για να μη ξεχνιόμαστε. Τόσο κοντά μα τόσο μακριά (από τη μνήμη μας).
Και η γεωγραφική αλλά και η χρονική απόσταση των εγκλημάτων που ανέφερα πιο πάνω έχει πλέον εκμηδενιστεί. Εταιρία πώλησης παιχνιδιών που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 2013 παρουσίασε ρεκόρ τζίρου που ξεπερνούσε τα 500 εκατομμύρια ευρώ. Την ίδια στιγμή προσλαμβάνει εργαζόμενους και εργαζόμενες με τετράωρη (που στην ουσία είναι εξάωρη και βάλε) απασχόληση πληρώνοντάς τους με 180 ευρώ τον μήνα, δηλαδή 2,25 ευρώ την ώρα. Την ευελφάλεια της Διαμαντοπούλου, την θυμάστε;
Η διόγκωση της ανεργίας έχει δημιουργήσει έναν στρατό απελπισμένων ανθρώπων που προσφέρουν την εργασία τους για ψίχουλα. Αυτές είναι λοιπόν οι ευκαιρίες που αναπτύσσονται μέσα στην κρίση: Ευκαιρίες για το κεφάλαιο, που με λιγότερα χρήματα μεγιστοποιεί τα κέρδη του, που με λιγότερη εργατική εξουσία επιβάλλεται σε δεκάδες εργαζόμενους και εργαζόμενες, που με περισσότερο φόβο ηγεμονεύει κοινωνικά και διαβιεί πλουσιοπάροχα, εκμεταλλευόμενο την παράταση της θρυλούμενης οικονομικής καταστροφής. Η εργοδοτική βία έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις, ώστε ακόμη και ο υφυπουργός εργασίας, κ. Κεγκέρογλου, εντελώς κυνικά να ομολογεί πως το δίκιο είναι με το μέρος των επιχειρήσεων και οι απολύσεις πρέπει να είναι όπως στις γαλέρες, που όταν οι σκλάβοι δεν απέδιδαν στο κουπί τους πετούσαν στο θάλασσα.
Ξαναγυρνώντας στην επιχείρηση και παίρνοντας υπόψην μαρτυρίες εργαζομένων, η κατάσταση έχει ως εξής: εργαζόμενοι και εργαζόμενες είναι ταυτόχρονα ταμίες, καθαρίστριες, αχθοφόροι, πωλητές-τριες και οτιδήποτε άλλο χρειάζεται η επιχείρηση. Τους εργαζόμενους αυτούς τους παρακολουθούν οι ελεγκτές οι οποίοι με την σειρά τους δινουν αναφορά στους υποδιευθυντές κι αυτοί με τη σειρά τους στους διευθυντές. Ένα υποδειγματικό στρατόπεδο εξευτελιστικά αμειβόμενης εργασίας. Κάνεις και καμία δε μπορεί να παραπονεθεί, να αρρωστήσει, να μιλήσει σε κινητό γιατί απαγορεύεται, να καθίσει σε καρέκλα η σε κάποιο πάγκο γιατί κηλιδώνεται η εταιρική εικόνα. Ευτυχώς, εδώ ακόμη δε πέφτουν τα κτίρια όπως στο Μπαγκλαντές.
Ναι, η εταιρία αυτή είναι τα Jumbo- αλλά δεν είναι η μοναδική. Μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, φαστ φουντ, ρούχων και παροχής υπηρεσιών φέρνουν την Αγγλία της εποχής του Κάρολου Ντίκενς όλο και πιο κοντά. Κι όλα αυτά με το γράμμα του νόμου. Όταν οι εκσυγχρονιστές του Σημίτη ξεκίνησαν το ξήλωμα της εργατικής νομοθεσίας, οι κεντροαριστεροί έκαναν ακόμη λόγο για προοδευτική διαχείριση. Όταν οι εμπνευστές της flexicurity έκαναν την εργασία λάστιχο, οι νεοφιλελεύθεροι μιλούσαν για το αναγκαίο κακό της ανταγωνιστικότητας. Με την κρίση όλα αυτά έγιναν πιο εύκολα.
Κι εδώ που φτάσαμε, λοιπόν, τι μένει στους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες να κάνουν; Τι μένει στους ανέργους και τις άνεργες να κάνουν; Το σίγουρο είναι ότι η αξιοπρέπεια δεν έχει τιμή, το δικαίωμα στην εργασία δεν μπορεί να είναι προϊόν επαιτείας, τα δικαιώματα των εργαζομένων δε μπορεί να παραβιάζονται και να μην ανοίγει ρουθούνι, η ζωή των ανθρώπων δε μπορεί να είναι part time. Όλα αυτά όμως δεν αλλάζουν με διαγγέλματα από την τηλεόραση ή με ανάθεση στους αρχηγούς και στους «φωτισμένους». Δεν αλλάζουν με την άρνηση των συμφερόντων των εργαζομένων στο όνομα πατρίδων και εθνικών στόχων. Δεν αλλάζουν με την υιοθέτηση των αφηγήσεων των υπεραιώνιων εχθρών και των υπεραιώνιων δυνατών που μας κρατούν δέσμιους σε χρέη.
Αλλάζουν με κοινωνικούς αγώνες και συλλογική αλληλεγγύη. Αλλάζουν όταν τολμάμε να αμφισβητήσουμε τον σιδηρούν νόμο της οικονομικής ολιγαρχίας που μας έχουν επιβάλλει.
Αλλάζουν όταν κάνουμε πολιτική με γνώμονα τις ανησυχίες του κόσμου του μόχθου. Η κοινωνική επίθεση από πλευράς των μεγάλων επιχειρήσεων είναι χειρότερη από αυτή που ακολούθησε τη καπιταλιστική κρίση του 1929. Οι κοινωνικοί συσχετισμοί υπερ μιας μικρής μειονότητας παραμένουν παγιωμένοι, ειδικά αν λάβουμε υπόψη το ποσοστό των πραγματικά φτωχών και αυτών που περνούν τώρα, ή πολύ σύντομα, το κατώφλι της φτώχειας. Εάν δε προχωρήσουμε τώρα σε ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό, εάν δεν σαρώσουμε τώρα την επίπλαστη ηγεμονία των λίγων, εάν δε διεκδικήσουμε τώρα τις ζωές μας οργανωμένα και μαζικά δε θα μας φταίει ούτε το κακό μας «ριζικό», ούτε ο φόβος του ανίκητου αντίπαλου. Θα φταίει η ιδιοτέλεια που κατακερματίζει τα κοινωνικά συμφέροντα μας και μας παγιδεύει σε αδιέξοδους ατομικούς δρόμους. Η απάντηση στον νεοφιλελεύθερο κυνισμό είναι ότι έχουμε επιλέξει να μη ζήσουμε σαν σκλάβοι, έχουμε επιλέξει να συγκρουστούμε και για να ζήσουμε σαν «πλούσιοι άνθρωποι».
Για να μη διαβούμε και την τελευταία πόρτα της κοινωνίας Jumbo.
http://www.rednotebook.gr
Του Χρήστου Καραγιαννίδη
Δε μπορούμε να ξεχάσουμε βέβαια την Ρικομέξ και τις άλλες επιχειρήσεις που κατέρρευσαν πριν 14 χρόνια σαν τραπουλόχαρτα σκεπάζοντας ζωές και όνειρα κάτω από τόνους μπετόν. Ζωές εργαζομένων για να μη ξεχνιόμαστε. Τόσο κοντά μα τόσο μακριά (από τη μνήμη μας).
Και η γεωγραφική αλλά και η χρονική απόσταση των εγκλημάτων που ανέφερα πιο πάνω έχει πλέον εκμηδενιστεί. Εταιρία πώλησης παιχνιδιών που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 2013 παρουσίασε ρεκόρ τζίρου που ξεπερνούσε τα 500 εκατομμύρια ευρώ. Την ίδια στιγμή προσλαμβάνει εργαζόμενους και εργαζόμενες με τετράωρη (που στην ουσία είναι εξάωρη και βάλε) απασχόληση πληρώνοντάς τους με 180 ευρώ τον μήνα, δηλαδή 2,25 ευρώ την ώρα. Την ευελφάλεια της Διαμαντοπούλου, την θυμάστε;
Η διόγκωση της ανεργίας έχει δημιουργήσει έναν στρατό απελπισμένων ανθρώπων που προσφέρουν την εργασία τους για ψίχουλα. Αυτές είναι λοιπόν οι ευκαιρίες που αναπτύσσονται μέσα στην κρίση: Ευκαιρίες για το κεφάλαιο, που με λιγότερα χρήματα μεγιστοποιεί τα κέρδη του, που με λιγότερη εργατική εξουσία επιβάλλεται σε δεκάδες εργαζόμενους και εργαζόμενες, που με περισσότερο φόβο ηγεμονεύει κοινωνικά και διαβιεί πλουσιοπάροχα, εκμεταλλευόμενο την παράταση της θρυλούμενης οικονομικής καταστροφής. Η εργοδοτική βία έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις, ώστε ακόμη και ο υφυπουργός εργασίας, κ. Κεγκέρογλου, εντελώς κυνικά να ομολογεί πως το δίκιο είναι με το μέρος των επιχειρήσεων και οι απολύσεις πρέπει να είναι όπως στις γαλέρες, που όταν οι σκλάβοι δεν απέδιδαν στο κουπί τους πετούσαν στο θάλασσα.
Ξαναγυρνώντας στην επιχείρηση και παίρνοντας υπόψην μαρτυρίες εργαζομένων, η κατάσταση έχει ως εξής: εργαζόμενοι και εργαζόμενες είναι ταυτόχρονα ταμίες, καθαρίστριες, αχθοφόροι, πωλητές-τριες και οτιδήποτε άλλο χρειάζεται η επιχείρηση. Τους εργαζόμενους αυτούς τους παρακολουθούν οι ελεγκτές οι οποίοι με την σειρά τους δινουν αναφορά στους υποδιευθυντές κι αυτοί με τη σειρά τους στους διευθυντές. Ένα υποδειγματικό στρατόπεδο εξευτελιστικά αμειβόμενης εργασίας. Κάνεις και καμία δε μπορεί να παραπονεθεί, να αρρωστήσει, να μιλήσει σε κινητό γιατί απαγορεύεται, να καθίσει σε καρέκλα η σε κάποιο πάγκο γιατί κηλιδώνεται η εταιρική εικόνα. Ευτυχώς, εδώ ακόμη δε πέφτουν τα κτίρια όπως στο Μπαγκλαντές.
Ναι, η εταιρία αυτή είναι τα Jumbo- αλλά δεν είναι η μοναδική. Μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, φαστ φουντ, ρούχων και παροχής υπηρεσιών φέρνουν την Αγγλία της εποχής του Κάρολου Ντίκενς όλο και πιο κοντά. Κι όλα αυτά με το γράμμα του νόμου. Όταν οι εκσυγχρονιστές του Σημίτη ξεκίνησαν το ξήλωμα της εργατικής νομοθεσίας, οι κεντροαριστεροί έκαναν ακόμη λόγο για προοδευτική διαχείριση. Όταν οι εμπνευστές της flexicurity έκαναν την εργασία λάστιχο, οι νεοφιλελεύθεροι μιλούσαν για το αναγκαίο κακό της ανταγωνιστικότητας. Με την κρίση όλα αυτά έγιναν πιο εύκολα.
Κι εδώ που φτάσαμε, λοιπόν, τι μένει στους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες να κάνουν; Τι μένει στους ανέργους και τις άνεργες να κάνουν; Το σίγουρο είναι ότι η αξιοπρέπεια δεν έχει τιμή, το δικαίωμα στην εργασία δεν μπορεί να είναι προϊόν επαιτείας, τα δικαιώματα των εργαζομένων δε μπορεί να παραβιάζονται και να μην ανοίγει ρουθούνι, η ζωή των ανθρώπων δε μπορεί να είναι part time. Όλα αυτά όμως δεν αλλάζουν με διαγγέλματα από την τηλεόραση ή με ανάθεση στους αρχηγούς και στους «φωτισμένους». Δεν αλλάζουν με την άρνηση των συμφερόντων των εργαζομένων στο όνομα πατρίδων και εθνικών στόχων. Δεν αλλάζουν με την υιοθέτηση των αφηγήσεων των υπεραιώνιων εχθρών και των υπεραιώνιων δυνατών που μας κρατούν δέσμιους σε χρέη.
Αλλάζουν με κοινωνικούς αγώνες και συλλογική αλληλεγγύη. Αλλάζουν όταν τολμάμε να αμφισβητήσουμε τον σιδηρούν νόμο της οικονομικής ολιγαρχίας που μας έχουν επιβάλλει.
Αλλάζουν όταν κάνουμε πολιτική με γνώμονα τις ανησυχίες του κόσμου του μόχθου. Η κοινωνική επίθεση από πλευράς των μεγάλων επιχειρήσεων είναι χειρότερη από αυτή που ακολούθησε τη καπιταλιστική κρίση του 1929. Οι κοινωνικοί συσχετισμοί υπερ μιας μικρής μειονότητας παραμένουν παγιωμένοι, ειδικά αν λάβουμε υπόψη το ποσοστό των πραγματικά φτωχών και αυτών που περνούν τώρα, ή πολύ σύντομα, το κατώφλι της φτώχειας. Εάν δε προχωρήσουμε τώρα σε ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό, εάν δεν σαρώσουμε τώρα την επίπλαστη ηγεμονία των λίγων, εάν δε διεκδικήσουμε τώρα τις ζωές μας οργανωμένα και μαζικά δε θα μας φταίει ούτε το κακό μας «ριζικό», ούτε ο φόβος του ανίκητου αντίπαλου. Θα φταίει η ιδιοτέλεια που κατακερματίζει τα κοινωνικά συμφέροντα μας και μας παγιδεύει σε αδιέξοδους ατομικούς δρόμους. Η απάντηση στον νεοφιλελεύθερο κυνισμό είναι ότι έχουμε επιλέξει να μη ζήσουμε σαν σκλάβοι, έχουμε επιλέξει να συγκρουστούμε και για να ζήσουμε σαν «πλούσιοι άνθρωποι».
Για να μη διαβούμε και την τελευταία πόρτα της κοινωνίας Jumbo.
http://www.rednotebook.gr