Πάει και ο Οκτώβριος, όπως μας έλεγαν χθες και οι έγκυροι Ξεφτεντέρηδες και οι άλλοι Χατζηλάστιχοι της Τηλεδημοκρατίας μας.
Έφυγε ένας μήνας κακός, ένας μήνας που ενώ, σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού μας, είναι ο καταλληλότερος για την καλλιέργεια και τη σπορά των χωραφιών, εμείς σπείραμε κι ετούτη τη φορά την ανοησία: πάλι μείνανε άσκαφτα τα χωράφια, καθώς περνάγαμε το χρόνο μας μιλώντας για σουξεδιάρικες ιστορίες. Ξεσκονίσαμε και τα ντουλάπια μας, βρήκαμε τις 32-τόσες δικογραφίες που αράχνιαζαν, δακρύσαμε για ξανθούλες Βουλγάρες τσιγγανοπούλες για να ξεχάσουμε τα χαμένα αντισταθμιστικά ωφελήματα από υπερκοστολογημένα υποβρύχια και είχαμε τουλάχιστον μια ονείρωξη με την ξανθή δασκάλα της παρέλασης για να ισορροπήσουμε μέσα μας το πρωτογενές πλεόνασμα της αηδίας μας.
Μπήκε ένας ακόμα χειρότερος μήνας και μας βρήκε όλους πιτσιλισμένους από το αίμα που χρειαζόταν για να ξεπλυθεί προς στιγμήν, το σαθρό πολιτικό μας σύστημα που συντηρείται, κατά περίπτωση, μόνο από το φόβο ή την απάθειά μας.
Σύμφωνα με τηλεγράφημα του πρακτορείου Reuters, ενώ οι εκπρόσωποι των πιστωτών φέρονταν αποφασισμένοι να αναβάλουν την επιστροφή τους στην Ελλάδα, διαπιστώνοντας ότι είναι αγεφύρωτες οι διαφορές ανάμεσα στα κατάστιχά τους και το σουξεδιάρικο στόρυ της ελληνικής πλευράς, αναφορικά με το κλείσιμο του δημοσιονομικού κενού για το 2014, που το εκτιμούν στα δύο δισεκατομμύρια ευρώ, τελικά θα μας κάνουν τη χάρη να προσέλθουν.
Δυο ακόμα δισεκατομμύρια που για να βρεθούν εκεί που τα ψάχνουν κι όχι εκεί που πρέπει, θα χρειαστεί να χυθεί κι άλλο αίμα, πολύ περισσότερο αίμα.
Όλοι καχύποπτοι για τα κίνητρα των δολοφόνων και κατά που βολευόμαστε ο καθένας, δίνομε το στίγμα της δικής μας ανοησίας για μια, προς το παρόν, ανεξιχνίαστη δολοφονική πράξη. Δεν πειράζει, σε δουλειά να βρισκόμαστε: φαύλοι πρωθυπουργικοί σύμβουλοι και μπιστικοί αποφαίνονται περισπούδαστα, με τη σπιρτάδα του αστυνόμου Σαϊνη, ότι «το "ανύπαρκτο" άκρο δολοφόνησε δύο υπαρκτότατους νέους ανθρώπους»∙ άλλοι κονδυλοφόροι μέσα στη βεβαιότητά που τους εξασφαλίζει ο άξιος μισθός τους, αποφαίνονται για τα κίνητρα και την πολιτική ταυτότητα των δολοφόνων που πρέπει να αντιμετωπιστούν κι αυτοί από το νέο αντιρατσιστικό νόμο (sic)∙ άλλοι πολιτικοί μαϊντανοί συγκλονισμένοι από το συμβάν, δηλώνουν με αυταπάρνηση την ετοιμότητά τους να ράψουν στα σινιέ σακάκια τους το ροζ ανεστραμμένο τρίγωνο∙ διάφοροι τυχάρπαστοι «αντιφασίστες» τρισχειρότεροι αυτοί, ίσως γιατί είναι οι πιο ηλίθιοι και οι πιο ανιδιοτελείς, χαίρονται γιατί ξεβρόμισε ο τόπος από δυο ναζήδες!
Την αλήθεια για τα κίνητρα των δολοφόνων μπορεί να την μάθομε αύριο-μεθαύριο, μπορεί και όχι. Μπορεί μια νεόκοπη τρομοκρατική οργάνωση να αναλάβει την ευθύνη, μπορεί και όχι. Μπορεί αυτή η τρομοκρατική οργάνωση να είναι δεκανίκι του παρακράτους μπορεί και όχι.
Ένα μόνο είναι βέβαιο: Δυο μάνες πενθούν, μια τρίτη αγωνιά για την τύχη του δικού της παιδιού, έξω από θάλαμο κάποιου δημόσιου νοσοκομείου κι αυτό που οφείλουμε να θυμόμαστε ετούτη την ώρα, όσοι τουλάχιστον δεν μπορούμε να συμμεριστούμε τον πόνο της μάνας, είναι ότι αυτό το δημόσιο νοσοκομείο υπολειτουργεί.
Δύο δισεκατομμύρια ευρώ που λείπουν και που θα αφαιρεθούν κι αυτά από τους επόμενους προϋπολογισμούς των δημόσιων νοσοκομείων, των δημόσιων πανεπιστημίων, των απομειναρίων των προνοιακών δομών.
Μάνες είναι κι αυτές, οι μάνες των «ναζήδων», όπως και οι άλλες μάνες. Οι μάνες των υπόλοιπων που πεθαίνουν κάθε μέρα από το κρύο, την ασιτία, την ανεργία, την κατάθλιψη που προκαλούν οι πολιτικές και οι πρακτικές της κυβέρνησης των Ολετήρων.
Αλλά όσο όλοι εμείς, οι πολλοί, οι δεξιοί, οι αριστεροί κι οι υπόλοιποι, επιμένομε -άλλοι μέσα στην απάθειά μας κι άλλοι μέσα στην παγωμάρα του φόβου μας για το ζοφερό αύριο που καραδοκεί- να ανεχόμαστε αυτήν την κυβέρνηση, κάθε τέτοια μέρα που θα ξημερώνει και θα βρίσκει αυτούς τους άθλιους στο πηδάλιο του ελληνικού σκάφους, κάθε τέτοια μέρα θα είναι μια μέρα με δάκρυα και αίμα.