‘’Συντρίβουμε τον εξτρεμισμό στην Ελλάδα. Θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και το άλλο άκρο και ειδικά αυτούς που μιλάνε για έξοδο από ΕΕ και ΝΑΤΟ’’.
Πρόκειται για δήλωση του Πρωθυπουργού, από την αυλή του υπερ-ατλαντικού αφεντικού του, στις ΗΠΑ, στις 1/10/2013.
Σε ποιούς αναφέρεται άραγε ο Πρωθυπουργός;
Την ίδια μέρα ο Δ. Κουτσούμπας ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, δήλωνε από τις Βρυξέλες σχετικά με το στόχο εξόδου από ευρώ και ΕΕ, που τίθεται από ‘’αριστερές’’ (τα εισαγωγικά του ΔΚ, υπονοούν ότι δεν πρόκειται για πραγματικά αριστερές) δυνάμεις: ‘’ Εντάξει, μπορεί να φύγουμε απ' το ευρώ και να πάμε στη δραχμή ή σε ένα άλλο νόμισμα ή να φύγουμε απ' την ΕΕ. Οι αντιλαϊκοί νόμοι, η καπιταλιστική βαρβαρότητα, το σύστημα που υπάρχει, δεν θα εξακολουθεί να ζει και να βασιλεύει;’’
Η χρονική σύμπτωση των δύο δηλώσεων είναι ασφαλώς τυχαία, αλλά η τύχη παίζει πάντα άσχημα παιχνίδια. Η επιμονή του ΚΚΕ να θεωρεί την αυτοτελή πρόταξή του σήμερα αποπροσανατολιστική και λαθεμένη, είναι πάγια θέση των τελευταίων χρόνων.
Δύσκολα θα ισχυριστεί κανείς ότι ο Σαμαράς, άφηνε υπονοούμενα για το ΣΥΡΙΖΑ. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης απορρίπτει σταθερά, από πεποίθηση και όχι από άποψη τακτικής την ανάγκη εξόδου από ευρωζώνη και ΕΕ. Αλλά και την έξοδο από το ΝΑΤΟ την έχει κάνει ‘’όραμα’’ και όχι πολιτικό στόχο της επομένης μέρας.
Θα ήταν αφέλεια να νομίσει κανείς ότι αυτή η αναφορά του Σαμαρά γίνεται για να στοχοποιηθεί απλά η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ως το ‘’άλλο άκρο’’ που θέτει το ζήτημα της εξόδου από ληστο-συμμαχία εκπόνησης και επιβολής των μνημονίων, από κοινού με τους εγχώριους ‘’πρόθυμους’’ στην Ελλάδα.
Ο επικεφαλής της ακροδεξιάς αντεργατικής κυβέρνησης, που έχει δουλική υποχρέωση απέναντι σε κάθε Μελισσανίδη (δηλαδή στην ντόπια αστική τάξη) και σε κάθε Μέρκελ και Ομπάμα, κάνει κάτι πιο ουσιαστικό: Θέτει τα απαραίτητα όρια του αποδεκτού. Το λεγόμενο ‘’συνταγματικό τόξο’’ ξεκινάει από την αναγνώριση του μονοπωλίου της οικονομικής και πολιτικής βίας της εγχώριας εξουσίας του κεφαλαίου και τελειώνει με την παραδοχή της αιώνιας υποταγής στους υπερεθνικούς δυνάστες των λαών τύπου ΕΕ και ΝΑΤΟ.
Σε μια κοινωνία σαν την καπιταλιστική, αυτός που δίνει ‘’δουλειά και ψωμί’’, έχοντας την ιδιοκτησία, το νόμο, τα χρήματα, τις τράπεζες και το κράτος με το μέρος του, έχει και την πραγματική εξουσία ελέγχου της κοινωνικής και πολιτικής συμπεριφοράς των εργαζομένων, που αισθάνονται και είναι εξαρτημένοι από αυτόν. Θα μπορούσαμε να το πούμε απλά: Νόμος και μέτρο των πάντων είναι το συμφέρον του κάθε εργοδότη...
Αλλά δεν κυβερνάει ποτέ ένας Βαρδινογιάννης. Η εξουσία του κεφαλαίου χρειάζεται ένα κρατικό, θεσμικό και κομματικό πολιτικό σύστημα που στο πλαίσιο ιδιαίτερων ρόλων, θα πρέπει να μπορεί να αναλάβει αυτή τη δουλειά. Και αυτό το πολιτικό σύστημα σήμερα, μετά από την κοινωνική σφαγή των μνημονίων, είναι σε κατάρρευση. Το γενικό ‘’κόμμα’’ της αστικής τάξης, δηλαδή το κράτος της, κάθε άλλο παρά άχρηστο είναι ή υπολειτουργεί. Αλλά δεν μπορεί ποτέ να κρατήσει τα γκέμια χωρίς την ιδιαίτερη μεσολάβηση ενός κομματικού πολιτικού συστήματος, κατά προτίμηση διπολικού, που να μπορεί να πείθει και να ενσωματώνει.
Σήμερα –και αυτή είναι η εκδίκηση της κοινωνίας που αντιστέκεται- όχι μόνο δεν υπάρχει ο απαραίτητος αστικός διπολισμός, αλλά ακόμη και ο ένας πόλος, αυτός που κυβερνά, είναι τουλάχιστον κουτσός.
Μοναδική λύση, μετά το αμφοτερόπλευρο κάψιμο των ΛΑΟΣ και ΔΗΜΑΡ και τη σχετική εξαφάνιση του ΠΑΣΟΚ, είναι η ανασύνθεση του δεξιού και ακροδεξιού χώρου, με πυρήνα τη ΝΔ και με επιστράτευση της φασιστικής δεξιάς.
Αυτές οι σκέψεις κλώθονται εδώ και δύο χρόνια περίπου και συχνά διατυπώνονται και ζυμώνονται δημόσια. Ο καθένας ωστόσο καταλαβαίνει ότι μια άμεση συνεργασία ΝΔ-Χρυσής Αυγής, είναι εξαιρετικά δύσκολη.... Κατέστη μάλιστα σχεδόν αδύνατη μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και την δημοκρατική αντιφασιστική αφύπνιση που ακολούθησε.
Ο μονόδρομος για τον αστικό κόσμο, προϋποθέτει την πλήρη αναδόμηση ειδικά του ναζιστικού μορφώματος, όχι για να αχρηστευτεί, αλλά για να μπορέσει να διατηρήσει στοιχεία χρησιμότητας.
Η Χρυσή Αυγή, πρέπει να ‘’κοντύνει’’, αλλά όχι να εξαφανιστεί. Αυτή είναι η ουσία για την κυβέρνηση. Άλλωστε, το κυνηγητό γίνεται για συγκεκριμένες ‘’εγκληματικές πράξεις’’ συγκεκριμένων προσώπων και όχι για τον ναζιστικό μισανθρωπισμό του κόμματος γενικά. Αυτό διατυπώνεται ρητά. Η εικόνα της μη-προφυλάκισης των εγκληματιών, πάγωσε πολλούς, αλλά είναι ενδεικτική.
Ποιός λοιπόν και γιατί χτύπησε τη Νεο-ναζιστική συμμορία;
Η ΝΔ, οπότε ‘’σιγά τα αυγά’’;
Ή το λαϊκό κίνημα, οπότε ‘’ας κρατήσουν οι χοροί’’;
Δεν υπάρχει τέτοιο δίλημμα. Αλίμονο αν όλη η αλήθεια και κυρίως ο προσανατολισμός της σκέψης ή της δράσης, εξαντλείτο σε μια απλουστευτική απάντηση σε ένα μηχανιστικό ερώτημα.
Γιατί ξεχνιόμαστε; Μέχρι το στοιχείο 32 του φακέλου Δένδια, μέχρι δηλαδή τη στιγμή της δολοφονίας του Π. Φύσσα, είχαμε τις 31 υποθέσεις (μαζί με πολλές άλλες), απολύτως συγκαλυμμένες από την κυβέρνηση, το κράτος και τη δικαιοσύνη. Καμία μα καμία δυσκολία δεν υπήρχε ούτε για την εξιχνίαση των εγκλημάτων, ούτε για τη σύλληψη και παραδειγματική τιμωρία των ναζιστών δολοφόνων. Όλα όσα δείχνουν σήμερα τα κανάλια, ο κόσμος της αριστεράς και οι αγωνιστές της αντιφασιστικής και αντιρατσιστικής δράσης, τα γνωρίζουν και τα έχουν καταγγείλει επ’ ακριβώς. Το ίδιο και τα τοπικά αστυνομικά τμήματα καθώς και οι αναγνώστες εφημερίδων και οι επισκέπτες του διαδικτύου.
Η κυβέρνηση και το κράτος συγκάλυπταν. Όχι από ανικανότητα. Από επιλογή και σκοπιμότητα. Οι φασίστες και η δράση τους ήταν χρήσιμοι. Στον αποπροσανατολισμό των φτωχών και των ανέργων. Αντί να πολεμούν τους πάνω, να σφάζονται μεταξύ τους. Αντί να βαθαίνει η αντιμνημονιακή οργή σε αντικαπιταλιστική και αντι-ΕΕ στάση, να εγκλωβίζεται σε εθνικιστικά και υπεραντιδραστικά πλαίσια.
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα και η κατακραυγή που ακολούθησε, αφαίρεσε πολιτικό χρόνο από την κυβέρνηση και την υποχρέωσε να κινηθεί με διαφορετικό τρόπο και με διαφορετική ταχύτητα. Η επίδραση του λαϊκού παράγοντα δε μετριέται μόνο με πολιτικές εκλογικές μετατοπίσεις ή συγκροτημένη κινηματική δράση.
Η κυβέρνηση ήταν αυτή που πήρε στη συνέχεια την πρωτοβουλία των κινήσεων και οδηγεί τα πράγματα ακόμη πιο αντιδραστικά και αυτό σηματοδότησε η δήλωση του Σαμαρά. Δε χωρά καμία ταλάντευση πάνω σε αυτό. Ο δήθεν ‘’αντιφασισμός’’ του Σαμαρά, θα είναι το δόκανο για την εξόντωση του λαϊκού ριζοσπαστισμού, της πάλης ενάντια στην κοινωνική σφαγή του μνημονίου. Το ζητούμενο είναι η υποταγή στον ογκούμενο κοινωνικό εκφασισμό της καθημερινής ζωής, μέσα από την επικράτηση ενός κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού.
Αλλά το να έχει την κυβέρνηση την πρωτοβουλία των κινήσεων, δεν σημαίνει πως μπορεί να έχει και την απόλυτη υπεροχή ή την ικανότητα να οδηγήσει τα πράγματα επακριβώς με βάση κάποιο σιδερένιο σχέδιο. Η κίνηση αυτή της κυβέρνησης, η κλιμάκωση δηλαδή της πολιτικής αντιπαράθεσης, ήταν ένα αναγκαστικό άλμα προς ένα αντιδραστικό κενό, με αβέβαιη έκβαση.
Και αλλιώς μπορούμε να το δούμε. Στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα, οι διαχειριστές της εξουσίας, για λόγους δικής τους πολιτικής και εκλογικής αναπαραγωγής, παρά το γεγονός ότι μπορούν να αποκρούουν την απεργιακή πίεση, θα ήθελαν ίσως λιγότερες απολύσεις ή μέτρα οικονομικής εξόντωσης ειδικά σε ορισμένους κλάδους (πχ αστυνομία, στρατιωτικοί). Δεν τους αφήνουν όμως κανένα περιθώριο ούτε η τρόικα ούτε τα αφεντικά τους εν γένει. Η επιθετικότητα που επιδεικνύουν και εδώ, προδίδει και τα στενά όρια που έχουν για να κινηθούν.
Κίνδυνος επιτυχίας της κυβερνητικής κίνησης θα υπάρχει μόνο αν το μαζικό λαϊκό κίνημα και η αριστερά, αποδεχτούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο του διλήμματος ‘’φασισμός ή μνημόνιο’’ που προσπαθεί να πλασάρει η κυβέρνηση.
Αντίθετα, με θαρραλέο και αποφασιστικό τρόπο, μπορεί να συγκροτηθεί μια άλλη απάντηση.
Αγώνας για ψωμί και δημοκρατία, ενάντια σε μνημόνια, ανεργία, φτώχεια και φασισμό.
Αγώνας για ανατροπή, ενάντια σε κάθε σταθεροποίηση της αντεργατικής πολιτικής
Ίσως βοηθήσει σε αυτή τη συζήτηση η υπενθύμιση μιας είδησης που πέρασε σχεδόν στα ψιλά. Αφορά, την ταχύτατη δρομολόγηση από την ελληνική κυβέρνηση, της τροϊκανής απαίτησης (υπαγορευμένης σχολαστικά και παλαιόθεν από τον ντόπιο ΣΕΒ), για κατάργηση του βασικού μισθού και ‘’απελευθέρωση’’ των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ευρωπαίου Επιτρόπου Ολι Ρεν, η τρόικα έχει ζητήσει -και η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει- να αλλάξει το νομικό πλαίσιο που διέπει τιςομαδικές απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα προκειμένου να μην απαιτείται έγκριση των ομαδικών απολύσεων από τον εκάστοτε υπουργό Εργασίας ή τον Περιφερειάρχη. Άμεση επίπτωση οι μαζικές απολύσεις αλλά και η αντικατάσταση παλιών με νέους, με μισθούς των 500 ευρώ.