λυτρωτές και πέσανε σφαχτάρια
και με κορμιά στοιχιώσαν αντρειωμένα
το γιοφύρι που αργά θα μας περάση
στη νέα την πλάση.
Κ. Παλαμάς
Ο Κώστας Γαβριηλίδης γεννήθηκε το Δεκέμβριο 1897 στο χωριό Κάτω Τσαπίκ στο Νότιο Καύκασο.
Οι γονείς μου εγκαταστάθηκαν στο χωριό αυτό, όπως και όλοι οι κάτοικοί του, αμέσως μετά το Ρωσσο-Τουρκικό πόλεμο… οι κάτοικοι και των δύο χωριών (Άνω - Κάτω Τσαπίκ) συνδέονταν αναμεταξύ τους με συγγενικούς δεσμούς και ουδέποτε προέκυψαν ανάμεσά τους διαφορές και ζητήματα, τόσο συνηθισμένο άλλωστε σε γειτονικά χωριά. Η γης ήταν κοινοτική. Κανείς δεν είχε ιδιόκτητο χωράφι.
Τα πρώτα γράμματα τα έμαθα στο Δημοτικό σχολείο του χωριού μου. Όλα τα μαθήματα γίνονταν στη Ρούσικη, μαθαίναμε όμως και ελληνική ανάγνωση. Και μονάχα τις προσευχές τις μαθαίναμε και στις δύο γλώσσες. Αξέχαστη θα μου μείνει για πάντα, όπως και σε κάθε άνθρωπο, η περίοδος αυτή της ζωής μου. Όμως με την περίοδο αυτή συνδέεται ένα πολύ λυπηρό γεγονός της ζωής μου. Ο θάνατος του μεγάλου αδελφού μου. Ο αδερφός μου πέθανε λίγες μέρες μετά το Πάσχα το 1906… από τότε το γέλιο της μάνας μου δεν ξαναφώτισε το πρόσωπό της.
Το 1907 ο Κώστας Γαβριηλίδης γράφτηκε στο Πρακτικό Λύκειο στο Καρς.
Στο Λύκειο πηγαίναμε με φόβο και δειλία και αργήσαμε να πάρουμε τον αέρα του. Ωσότου ετοιμασθεί στο ράφτη η σχολική στολή, φορούσα τα ρούχα του χωριού που προκαλούσαν τις κοροϊδίες και τα γέλια των μαθητών. Ντρεπόμουνα τόσο πολύ που στα διαλείμματα στεκόμουν στο ίδιο πάντα μέρος κοντά στην πόρτα της αίθουσας κολλημένος στον τοίχο.
Κάθε χρόνο στις διακοπές πήγαινα στο χωριό. Στο χωριό βοηθούσα στις γεωργικές εργασίες. Πήγαινα στο κόψιμο του χόρτου, στο θέρο, στ αλώνισμα και στο δάσος για ξύλα. Έμαθα να χειρίζομαι την κόσσα και είχα γίνει καλός θεριστής… πιο πολύ μου άρεσε να βοηθάω τον πάτέρα στην δουλειά του κτίστη και του μαραγκού…
Μεγάλωσα μέσα στη φτώχεια και τις στερήσεις. Ο πατέρας μου ήτανε φτωχός και την φροντίδα για την μόρφωσή μου την είχε αναλάβει ο θείος μου ο παπάς…
Πολύ γρήγορα όμως αναγκάστηκε να εγκαταλείψω τις σπουδές μου. Τον Αύγουστο του 1913 πέθανε ο θείος μου Παπαγιάννης και κάθε σκέψη για συνέχιση των σπουδών μου έπρεπε να εγκαταλειφθεί.
Το δίπλωμα του δασκάλου το πήρα την άνοιξη του1914 και ένα χρόνο αργότερα διορίστηκα δάσκαλος σε ένα από τα μεγαλύτερα ελληνικά χωριά στο Μπελίκ Μπας.
Στις 29 του Ιούνη του 1915 παντρεύτηκα την κοπέλα που πρώτη φορά αγάπησα στη ζωή μου. Η Σιώτα ήταν εξαιρετικό κορίτσι. Σ όλο το διάστημα της φουρτουνιασμένης μου ζωής και της σκληρής δοκιμασίας ούτε μια στιγμή δεν γκρίνιαξε.
Τον Ιούνιο του1916 επιστρατεύθηκα.
Το Φλεβάρη του 1917 ο λαός ξεχύθηκε στους δρόμους. Οι απεργίες που άρχισαν από την αρχή του μήνα γενικεύθηκαν. Η οργή του λαού ήταν απέραντη. Τίποτα δεν μπορούσε να συγκρατήσει τη μανιασμένη θύελλα της λαϊκής αγανάκτησης, οι στρατιώτες της Πετρούπολης ενώθηκαν με το λαό. Η επανάσταση βρήκε τη Μεραρχία μας στο δρόμο για το Μπογιαζίτ. Ο σχηματισμός ο δικός μας είχε εγκατασταθεί σε κάτι παράγκες δίπλα στο σιδηροδρομικό σταθμό. Ομιλητές ερχόντουσαν κι απ’ τα διάφορα κόμματα, κυρίως από τα κόμματα της αριστεράς.
Υποδιοικητής του σχηματισμού μας ήταν ο λοχαγός Νοβοσίλτσεφ, εξαιρετικός άνθρωπος…από αυτόν είχα πάρει την πρώτη κοινωνική και πολιτική κατάρτιση. Απ αυτόν πήρα τα πρώτα κοινωνικά μαθήματα. Μου μιλούσε πάνω σ’ όλα τα προβλήματα. Για τον πόλεμο και τα αίτια που τον προκαλούν. Για την οργάνωση της κοινωνίας. Για την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Τα γεγονότα του 1917 συγκλονιστικά. Νίκη της επανάστασης, δημιουργία της επαναστατικής κυβέρνησης, ψήφισμα του διατάγματος για την ειρήνη, ψήφισμα για την κατάργηση των τσιφλικιών και το μοίρασμα της γης στους αγρότες.
1918.Ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου και επέμβαση των ξένων δυνάμεων ενάντια στην νεαρή σοβιετική εξουσία. Αρχές του καλοκαιριού του 1920 το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού εγκαταλείπει την περιοχή του Καυκάσου και αναχωρεί για την Ελλάδα. Λίγες μέρες πριν την αναχώρηση για την Ελλάδα πεθαίνει η μητέρα του Κώστα Γαβριηλίδη.
Μετά από αφάνταστες ταλαιπωρίες η οικογένεια Γαβριηλίδη θα εγκατασταθεί στο χωριό Κούσοβο (Κοκκινιά).
Όταν έφτασα στο χωρίο στο Κούσοβο, που ήταν έδρα κοινότητας, βρήκα στο όνομά μου ένα έγγραφο της Υποδιοικήσεως Κιλκίς με το οποίο διοριζόμουνα πρόεδρος κοινότητας με πενταμελές κοινοτικό συμβούλιο…
Γεμάτη από στερήσεις η ζωή… ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καμία. Δουλειά δεν υπήρχε πουθενά. Ζώα και γεωργικά εργαλεία για να επιδοθούμε στην καλλιέργεια δεν είχαμε. Από τις πρώτες μέρες επιδοθήκαμε να σκάψουμε από ένα χωράφι με φτυάρια για να σπείρουμε λίγα καλαμπόκια. Με την γυναίκα μου και την νύφη μου σκάψαμε ενάμισι στρέμμα χωράφι και το σπείραμε κριθάρι. Περάσαμε μια περίοδο δραματική. Ο κόσμος λιποθυμούσε από την πείνα. Τα παιδιά μας είχαν μείνει πετσί και κόκαλο… η ελονοσία χειροτέρεψε ακόμα πιο πολύ την κατάσταση. Άρχισαν οι θάνατοι από πείνα και εξάντληση. Τότε μέσα σε δύο μήνες έχασα και τις δύο μου αδελφές… πέρασε καιρός μέρα με την μέρα η ζωή μας άλλαζε. Κάθε φορά και με κάτι καινούριο πλουτίζαμε το νοικοκυριό μας… τώρα όλοι σχεδόν είχαμε κότες, και οι περισσότεροι απέκτησαν κι από μία ή δυο κατσίκες… υπήρχαν και μερικές γελάδες στο χωριό… σα ν’ άρχιζε να ζωντανεύει το χωριό…
Από τις πρώτες μέρες που εγκατασταθήκαμε στο Κούσοβο καταπιάστηκα και με τις κοινοτικές υποθέσεις.
MΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ – ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ – ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Επέστρεφα από το Κιλκίς στο χωριό μου. Στην είσοδο του χωριού και πάνω στο δρόμο πεταμένοι με τα κουρέλια τους εκατοντάδες πρόσφυγες, που προορίζονταν να εγκατασταθούν στο χωριό Ποντοκερασιά. Το θέαμα των ανθρώπων αυτών ήταν απελπιστικό. Τσακισμένοι από την κούραση και τις ταλαιπωρίες δεν μπορούσαν να σταθούν στα πόδια τους. Πολλοί ήταν άρρωστοι. Μπροστά στην πόρτα του σπιτιού μου βρήκα στρωματσάδα καμία δεκαριά βαριά αρρώστους που βογκούσαν διαρκώς…έσπευσα να τους μεταφέρω όλους σε σπίτια. Ζήτησα από τους Βουλγάρους του χωριού και τους Θρακιώτες που είχαν τα κοπάδια τους να μου φέρουν όλο το γάλα της βραδιάς και το μοίρασα στον κόσμο.
Αρχίζει η δράση του Κ Γαβριηλίδη για την προστασία των προσφύγων και την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους. Ταυτόχρονα προβάλει η επιτατική ανάγκη της συνεταιριστικής οργάνωσης στο χωριό. Τα μέσα που χορηγούσε η Εθνική Αποκατάσταση Προσφύγων ήταν ανεπαρκή για να καλύψουν τις τεράστιες ανάγκες των αγροτών. Επιτακτικά πρόβαλε η ανάγκη του δανεισμού, πράγμα που από τις πρώτες κιόλας μέρες είχε αρχίσει να ρίχνει τους διάφορους παραγωγούς στα νύχια της τοκογλυφίας. Αγροτικοί συνεταιρισμοί υπήρχαν αλλά ήταν κυρίως πιστωτικοί και κατευθύνονταν από την Εθνική Τράπεζα Ελλάδος. Το κράτος και η Τράπεζα ευνόησαν μόνο την ίδρυση των Γεωργικών Πιστωτικών Συνεταιρισμών και φρόντισαν να τους περιορίσουν στα στενά πιστωτικά τους καθήκοντα. Γράφει ο Γαβριηλίδης για τους συνεταιρισμούς:
Ο συνεταιρισμός είναι μία μορφή ταξικής πάλης και το περιεχόμενο της πάλης αυτής είναι πρώτα απ’ όλα πολιτικό. Είναι ακατανόητη η προσπάθεια του χωρισμού της πολιτικής από κάθε άλλη οικονομική ή κοινωνική κίνηση…
Έτσι είτε το θέλουμε είτε όχι, οι γεωργικοί συνεταιρισμοί πρέπει να γίνονται και γίνονται όργανα πάλης της αγροτιάς. Οι γεωργικοί συνεταιρισμοί από τη φύση τους και για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα της αγροτιάς διεξάγουν σκληρό αγώνα ενάντια στην καπιταλιστική και παρασιτική εκμετάλλευση. Ταυτόχρονα προσαρμόζουν τα μέλη τους στις καινούργιες μεθόδους τεχνικής και επιστημονικής καλλιέργειας που επιβάλλει η ανάπτυξη της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας.
Το 1927 ιδρύθηκε η ΕΝΩΣΗ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ ΚΙΛΚΙΣ.
Το 1928 ο Κώστας Γαβριηλίδης εκλέγεται πρόεδρος της ΕΝΩΣΗΣ και αντιπρόεδρος ο Μύρων Παπαδόπουλος, που εκτελέστηκε από τους γερμανούς κατακτητές την Πρωτομαγιά του 1944 στο σκοπευτήριο της Καισαριανής.
Το 1929 ξεσπά η παγκόσμια οικονομική κρίση.
Τα αγροτικά προϊόντα μένουν απούλητα στα χέρια των παραγωγών ή πουλιόντουσαν σ’ εξευτελιστικές τιμές. Οι τιμές στα καπνά πέσανε αφάνταστα. Τον αγώνα τον αναλαμβάνουν οι ΕΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ. Οργανώνεται το πρώτο συλλαλητήριο ενάντια στην κυβέρνηση στο Κιλκίς. Στο πλευρό τους ολόκληρη η αγροτιά και όλες οι άλλες παραγωγικές τάξεις. Οι επαγγελματίες και οι μικρέμποροι κλείσανε τα καταστήματά τους και πήραν μέρος στο συλλαλητήριο.
Λίγο αργότερα εκπρόσωποι του κινήματος συναντιόνται με τον πρωθυπουργό Ελ. Βενιζέλο. Στη σύσκεψη ο Βενιζέλος παραπέμπει το ζήτημα στον αρμόδιο υπουργό και σε μια επιτροπή.
Ο Γαβριηλίδης θα του απαντήσει:
– Κύριε πρόεδρε οι κύριοι που μας αναφέρατε είναι ο μεν ένας καπνοβιομήχανος, ο δε άλλος καπνέμπορος. Εμείς ζητήσαμε να σας δούμε για να σας εκθέσουμε τις απόψεις των καπνοπαραγωγών που είναι τελείως διαφορετικές από αυτές που έχουν οι καπνοβιομήχανοι και οι καπνέμποροι.
Το 1932, 1933, και μέχρι το 1935 ο Γαβριηλίδης εκλέγεται βουλευτής του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας του οποίου υπήρξε μέλος από το 1923.
Το 1936 ιδρύεται από το ΚΚΕ και το ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ το ΠΑΛΛΑΪΚΟ ΜΕΤΩΠΟ. Ο Γαβριηλίδης κατεβαίνει υποψήφιος στις δημοτικές εκλογές στο Κιλκίς και κερδίζει. Λίγες μέρες αργότερα κηρύσσεται η δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Ο Γαβριηλίδης συλλαμβάνεται και εκτοπίζεται στην Ανάφη μαζί με τους Σιάντο Σβώλο, Γληνό και άλλους.
Το βαπόρι άρχισε να σαλπάρει και τότε είδα τους εργάτες από την αποβάθρα να με χαιρετούν με τη γροθιά τους υψωμένη.
Λίγους μήνες αργότερα μεταφέρεται στην Αθήνα λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας και υποβάλλεται σε εγχείρηση στομάχου. Μετά την εγχείρηση δραπετεύει και περνά στην παρανομία.
Στα βασανιστικά και ατέλειωτα χρόνια της παρανομίας μοναδική συντροφιά 2 μικρές φωτογραφίες το πορτοφόλι του. Η φωτογραφίες των παιδιών του. Τρυφερός και στοργικός πατέρας ο Γαβριηλίδης τους μιλά νοερά.
Το 1938 εκλέγεται γραμματέας του ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ. Υπό την ηγεσία του Γαβριηλίδη το Αγροτικό Κόμμα γίνεται ριζοσπαστικό κόμμα.
Αν θέλετε να λέτε πως ανήκετε στο Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας θα πρέπει να ξεκαθαρίσετε και να κάνετε συνείδησή σας δύο βασικά πράγματα.
Την εργατοαγροτική συμμαχία και την αδελφική συνεργασία με το ΚΚΕ. Χωρίς συμμαχία με την εργατική τάξη και τη συνεργασία με το κόμμα της, η αγροτιά δεν μπορεί να πετύχει την κοινωνική και πολιτική απελευθέρωσή της.
Το δρόμο, τον κοινό μας δρόμο, θα τον διανύσουμε μαζί με το ΚΚΕ, χέρι-χέρι μέχρι το τέλος, μέχρι την νίκη, της αγροτιάς και της εργατιάς, όλου του εργαζόμενου λαού. Αν δεν έχετε ξεκαθαρίσει αυτά τα δύο πράγματα, το καλύτερο που μπορείτε να κάνετε είναι να φύγετε από το ΑΚΕ.
Το 1938 συλλαμβάνεται και στέλνεται στις φυλακές της Κέρκυρας όπου κρατούνται οι Ζαχαριάδης, Ζέβγος και άλλοι.
Ένα χρόνο αργότερα αφήνεται ελεύθερος. Θα ξανασυλληφθεί το 1941 και θα φυλακιστεί στα Τρίκαλα και στη Λάρισα.
Στις 12/9/1943 ανεβαίνει στην ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ και παίρνει μέρος στην Κεντρική Επιτροπή του ΕΑΜ σαν γενικός γραμματέας του ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ.
Μετά την απελευθέρωση ακολουθούν τα δραματικά γεγονότα στην Αθήνα. Το αιματοκύλισμα του αθηναϊκού λαού στο Σύνταγμα και ο Δεκέμβρης του ‘44.
Μας οδήγησαν στην Ψυτάλλεια.
Εκεί ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο περάσαμε το μαρτύριο της δίψας, της ζέστης και της πείνας. Ο σαδισμός του κράτους και των οργάνων του και η μανία με την οποία εκδηλώθηκε σε βάρος των χιλιάδων συλληφθέντων δεν περιγράφεται. Το μαρτύριο αυτό συνεχίστηκε και μέσα στο αρματαγωγό του πολεμικού ναυτικού, όπου είχαμε εγκλωβιστεί σαρδελοειδώς χίλιοι πεντακόσιοι περίπου κρατούμενοι. Μαζί μου την ίδια μέρα αποβιβάστηκαν ο Μήτσος Παρτσαλίδης και ο μακαρίτης Παπαρήγας…
Στις 29 του Γενάρη μεταφερθήκαμε μαζί με τον στρατηγό Μάντακα στο Μακρονήσι. Από την Αθήνα στο Λαύριο μεταφερθήκαμε με κλούβα και αλυσοδεμένοι με τον Μάντακα.
Ο Μανώλης σ’ όλη την διαδρομή ήταν αμίλητος και σε μία στιγμή μου λέει:
– Πρώτη φορά φοράω χειροπέδες και δε θα το ξεχάσω ποτέ.
Στο Μακρονήσι φτάσαμε ένα μουντό απόγευμα. Σε λίγο έφτασε ο διοικητής των στρατιωτικών φυλακών (ΣΦΑ) Βασιλόπουλος, ο μετέπειτα σφαγιαστής του `Α τάγματος, ο οποίος μας παρουσιάστηκε με όλους τους τύπους της ευγένειας…μας εγκατέστησαν προσωρινά στην σκηνή ενός αξιωματικού.
Εκεί επιτέλους μάθαμε πως δίπλα στις φυλακές ιδρύεται ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΠΕΙΘΑΡΧΗΜΕΝΗΣ ΔΙΑΒΙΩΕΩΣ.
Μετά από δύο μέρες μεταφέρθηκε από την Σέριφο και ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης…μετά ο Χατζημιχάλης, Λούλης και Χατζήμπεης. Έτσι εμείς οι έξη «ιδρύσαμε» το στρατόπεδο πειθαρχημένης διαβιώσεως.
Από την πρώτη μέρα οργανώσαμε τη ζωή μας. Μίλησα στην πρώτη μας συγκέντρωση.
Ο μοναρχοφασισμός και οι αγγλοαμερικάνοι διάλεξαν το μέρος αυτό για να πετύχουν τη φυσική και ηθική μας εξόντωση…ο δρόμος μας θα είναι πολύ μακρύς και κουραστικός…ένας πρέπει να είναι ο αντικειμενικός μας σκοπός.
ΝΑ ΒΓΟΥΜΕ ΑΠΟ ΔΩ ΟΧΙ ΜΟΝΑΧΑ ΖΩΝΤΑΝΟΙ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΟΤΕΡΟ ΔΥΝΑΤΟΙ ΑΠ’ ΟΤΙ ΜΠΗΚΑΜΕ ΣΩΜΑΤΙΚΑ, ΨΥΧΙΚΑ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ.
Για να πετύχουμε το σκοπό μας πρέπει να είσαστε μονιασμένοι, αγαπημένοι…να αναπτύξουμε στον υπέρτατο βαθμό το αίσθημα της αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας ανάμεσά μας…
Πρέπει να τονιστεί με ιδιαίτερη σημασία η βοήθεια που προσέφεραν οι αξιωματικοί του Γ Κέντρου Παρουσιάσεως Αξιωματικών. Ψυχή αυτής της δουλειάς ο συνταγματάρχης Μουστεράκης, υπέροχος άνθρωπος και ανδρείος στρατιώτης.
29η ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ - 1η ΜΑΡΤΙΟΥ ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΩΝ ΤΟΥ `Α ΤΑΓΜΑΤΟΣ
Το Νοέμβρη του 48 μας μεταφέρουν με καΐκι σε καινούριο χώρο στη Μακρόνησο, στους Φούρνους στον Αη Γιώργη.
Ο χειμώνας πλάκωσε βαρύς.
Ο βοριάς που είναι και ο κυρίαρχος καιρός, μας θέριζε κυριολεκτικά. τίποτα δεν μπορούσε να μας πλησιάσει. Και μέρες και βδομάδες περάσαμε χωρίς τρόφιμα, χωρίς νερό…οι σκηνές η μια μετά την άλλη σχίζονταν και γκρεμίζονταν…άρχισαν και τα σοβαρά προβλήματα συνεργασίας ανάμεσά μας.
Τον Οκτώβριο του 1949 άρχισε η μεταφορά και η παράδοση στο ΑΕΤΟ των νέων μέχρι ηλικίας 32 ετών.
Ήταν τραγικά τα νέα που μας ήρθαν από την πρώτη αποστολή. Απερίγραπτοι οι βανδαλισμοί με τους οποίους τους υποδέχθηκαν οι κανίβαλοι. Στην άρνηση να υποβάλουν δηλώσεις μετανοίας, αξιωματικοί, αλφαμίτες και στρατιώτες, οπλισμένοι με ξύλα, με ρόπαλα, με μπαμπού, με υποκοπάνους, με ορθοστάτες των σκηνών και συρματόσχοινα, άρχισαν να δέρνουν στα τυφλά, σπάζοντας κεφάλια χέρια, πλευρά, σπονδυλικές στήλες. υπήρχαν αρκετοί σκοτωμένοι. Ουδέποτε όμως αποκαλύφτηκε ο πραγματικός αριθμός. Πολλοί τρελάθηκαν…ύστερα από τους ομαδικούς βασανισμούς επακολούθησαν οι ατομικοί με φάλαγγα, με νυχτερινές απαγωγές, με ρίψιμο στη θάλασσα και το κάψιμο με αναμμένο σίδερο…
Στις 5 του Δεκέμβρη ξεκίνησε για το ΒΕΤΟ και η τελευταία φάλαγγα… στη φάλαγγα αυτή ήμουνα κι εγώ με το Σαράφη και το Χατζημιχάλη.
Σχεδόν εξ ολοκλήρου η φάλαγγά μας αποτελείτο από γέρους, αρρώστους και αναπήρους. Εγώ μόλις έσερνα τα πόδια μου.
Στο ΒΕΤΟ μας μίλησε ο Ξηρουχάκης. Μετά πήγαμε στους λόχους.
Είδα πολλούς από αυτούς που υπέκυψαν. Ο πόνος και η θλίψη ζωγραφισμένοι στα πρόσωπά τους. Είχαν γίνει πραγματικά πτώματα, χωρίς δύναμη να αντιδράσουν. Τους μίλησα.
Όχι τους έλεγα, δεν πρέπει να χάσετε το ηθικό σας. Αυτό ακριβώς επιδιώκει ο εχθρός. Μην αφήστε τον εαυτό σας στο κατρακύλισμα. Χάσατε μια μάχη από την οποία βγήκατε τραυματισμένοι. Όμως ο αγώνας συνεχίζεται και θα δοθούν ακόμα πολλές μάχες…
Μην ξεχνάτε ποτέ το σύρμα τον 7ο λόχο. Οι σύντροφοί σας βασανίζονται εκεί πάνω. Από τη στάση σας θα εξαρτηθεί και η δική τους η τύχη. Όσο κρατήστε και δεν προχωράτε στις ομιλίες και στα γράμματα, τόσο ξαλαφρώνει και η δική τους θέση. Ενισχύστε το σύρμα με τη στάση σας.
Η άποψη του Γαβριηλίδη πάνω στο συγκεκριμένο θέμα είναι σταθερή. Όλος αυτός ο κόσμος δεν μπορεί, δεν επιτρέπεται να φύγει από το κίνημα. Πρέπει να επανέλθει και πάλι κοντά μας και θα επανέλθει. Πρέπει να τους δώσουμε τη δυνατότητα με τη δουλειά τους, με τους αγώνες τους, να ξανασηκώσουν ψηλά το κεφάλι.
Στην σκηνή ενός συντρόφου ο Γαβριηλίδης θα μάθει για την τύχη του ανιψιού του Γιάννη. Τον Γιάννη που τον μεγάλωσε σαν παιδί του, τον σπούδασε και που τώρα βρισκόταν στο νοσοκομείο της Μακρονήσου βαριά τραυματισμένος από τα βασανιστήρια.
Την νύχτα της 8ης του Δεκέμβρη ακούστηκε η φωνή του Ξηρουχάκη.
«Γκρεμίστε τις σκηνές, αναποδογυρίστε τα πάντα, χτυπάτε, σκοτώστε, εξοντώστε τους εχθρούς της πατρίδας».
Μας μεταφέρουν στο γήπεδο… στο χώρο αυτό έχουν γίνει τα πιο απάνθρωπα βασανιστήρια, τα πιο τερατώδη εγκλήματα. Εδώ σκοτώσανε τον φίλο μου Αλ. Νικητίδη και τον ρίξαν ύστερα στη θάλασσα. Εδώ σκοτώσανε τον Χαραλαμπόπουλο… εδώ χύθηκε αίμα, άφθονο αίμα.
Το ίδιο βράδυ παθαίνω κρίση στηθαγχικού παροξυσμού.
Μεταφέρεται στο στρατιωτικό νοσοκομείο Μακρονήσου και μετά στο νοσοκομείο της Αγίας Όλγας στην Αθήνα.
Λίγες μέρες αργότερα αναλαμβάνει το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης ο Γεώργιος Παπανδρέου.
Ο Κώστας Γαβριηλίδης μεταφέρεται ξανά στην Μακρόνησο και μετά στον Άη Στράτη.
Στις εκλογές του 1951 εκλέγεται πρώτος βουλευτής της Θεσσαλονίκης και μαζί με άλλους έξι εξόριστους βουλευτές Σαράφη, Χατζημιχάλη, Τσόχα, Πρωιμάκη, Ιμβριώτη μεταφέρονται στην Αθήνα.
Μετά την ακύρωση της εκλογής τους από το εκλογοδικείο εκλέγεται γενικός γραμματέας της ΕΔΑ, και αναλαμβάνει την διεύθυνση της εφημερίδας ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ, όργανο της ΕΔΑ.
Το 1952 παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας ξαναστέλνεται στον Άη Στράτη. Παθαίνει εγκεφαλικό επεισόδιο. Παλεύει μόνος του χωρίς φάρμακα. Απεγνωσμένα ο γιατρός Φλούτζης προσπαθεί να του δώσει τις πρώτες βοήθειες.
Στις 27 Σεπτεμβρίου μέρα ίδρυσης του ΕΑΜ, ο Γαβριηλίδης αφήνει την τελευταία του πνοή στον Άη Στράτη.
Μ.Κ.
Βιβλιογραφία:
- Σε Ώρες Ευθύνης – Μακρόνησος, Κ. Γαβριηλίδης, 1995.
- Κώστας Γαβριηλίδης, Αυτοβιογραφία, εκδ. Εντός, 2004.
- Το Ημερολόγιο της Ανάφης στη Δικτατορία του Μεταξά, Κ. Γαβριηλίδης, εκδ. Εντός, 1997.
- Μακρόνησος. Ιστορικός τόπος, (Συλλογικό) εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2002.