Η άρνηση της Μόσχας να παραδώσει το αντιαεροπορικό-αντιπυραυλικό σύστημα υψηλών προδιαγραφών, S-300, προκάλεσε την αγανάκτηση της Τεχεράνης. Τώρα, λοιπόν, αντί αυτού, η Ρωσία προτείνει στο Ιράν ένα εξίσου καλό αντιπυραυλικό σύστημα, το Antey-2500.
Η Μόσχα δεν εγκαταλείπει τις προσπάθειές της να πείσει το Ιράν να αποσύρει την αγωγή ύψους 4 δις δολαρίων για την ακύρωση της συμφωνίας παράδοσης των αντιαεροπορικών-αντιβαλλιστικών συστημάτων S-300. Σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται η πιθανότητα παράδοσης στην Τεχεράνη των
αντιαεροπορικών συστημάτων Antey-2500, τα οποία τυπικά δεν εμπίπτουν στο Διάταγμα του πρώην προέδρου, Ντμίτρι Μεντβέντιεφ, σχετικά με τους περιορισμούς στις εξαγωγές αμυντικού υλικού προς το Ιράν. Η κυβέρνηση του Ιράν δεν αποκλείεται να συμβιβαστεί. Το συγκεκριμένο θέμα θα είναι ένα από τα σημαντικότερα στη συνάντηση του προέδρου της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν με τον Ιρανό ομόλογό του, η οποία αναμένεται να πραγματοποιηθεί την 1η Ιουλίου.
Τα συστήματα Antey-2500 αποτελούν μια τροποποιημένη έκδοση του συστήματος S-300Β, το οποίο είχε αναπτυχθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις αντιαεροπορικής άμυνας του Στρατού Ξηράς. Το σύστημα αυτό δεν περιλαμβάνεται στις απαγορεύσεις του Διατάγματος του 2010. Υψηλόβαθμα στελέχη στην κρατική εξαγωγική εταιρεία της Ρωσίας, Rosoboronexport, ανέφερε ότι «αν οι Ιρανοί κάνουν δεκτή την πρόταση, αυτό θα ενισχύσει τη θέση της Ρωσίας ως αξιόπιστου εταίρου στον στρατιωτικοτεχνικό τομέα, και το Ιράν θα έχει κάθε λόγο να αποσύρει την καταγγελία στο Δικαστήριο θέτοντας τέλος σε αυτή τη διαμάχη που δεν εξυπηρετεί κανέναν».
Υπενθυμίζουμε ότι το συμβόλαιο που προέβλεπε να παραδοθούν στο Ιράν πέντε πυροβολαρχίες S-300 και ήταν αξίας περίπου 800 εκατ. δολαρίων, είχε υπογραφεί το 2007. Τρία χρόνια μετά, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υιοθέτησε ένα ακόμη ψήφισμα για το Ιράν, στο οποίο καταδίκαζε την ηγεσία της χώρας για την άρνησή της να διακόψει το πυρηνικό πρόγραμμα. Το έγγραφο επέβαλλε νέες κυρώσεις στην Τεχεράνη, μεταξύ των οποίων ήταν και η απαγόρευση παράδοσης σε αυτή σύγχρονων οπλικών συστημάτων. Τον Σεπτέμβριο του 2010 ο τότε πρόεδρος της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντιεφ, υπέγραψε Διάταγμα σχετικά με τα μέτρα εφαρμογής αυτού του ψηφίσματος, θέτοντας αναφορικά με το Ιράν αυστηρότερες κυρώσεις, από ό,τι προέβλεπε η απόφαση του ΣΑ του ΟΗΕ. Ειδικότερα, ακύρωνε τη σύμβαση για την παράδοση του S-300 στο Ιράν.
Απαντώντας, το υπουργείο Άμυνας του Ιράν και η ιρανική κρατική εταιρία Aerospace Industries Organization, κατέθεσαν προσφυγή στο διαιτητικό Δικαστήριο οικονομικών διαφορών της Γενεύης αξιώνοντας τα 800 εκατ. δολάρια (που μαζί με τις κυρώσεις έφτασαν σχεδόν τα 4 δις δολ.). Κατανοώντας ότι η πιθανότητα να χαθεί η δίκη είναι μεγάλη, η ρωσική πλευρά πρότεινε στο Ιράν να φτάσουν σε μια συμφωνία. Ως συμβιβαστική λύση η Μόσχα πρόσφερε στην Τεχεράνη το αντιαεροπορικό σύστημα Tor-M1E, αλλά η Τεχεράνη απέρριψε την προσφορά.
Το αντιπυραυλικό σύστημα, Antey-2500
Ο διευθυντής του Κέντρου κοινωνικών και πολιτικών μελετών, Βλαντίμιρ Εβσέγιεφ, ανέφερε ότι το Antey-2500 δεν είναι τόσο αντιαεροπορικό σύστημα, αλλά κυρίως σύστημα αντιβαλλιστικής άμυνας. Και σε περίπτωση που το Ισραήλ κηρύξει πόλεμο στο Ιράν, το πρώτο πλήγμα του θα περιλαμβάνει πυραύλους. Η ύπαρξη δε, του συστήματος Antey-2500, θα ενίσχυε την αεράμυνα του Ιράν. Σύμφωνα με τον Εβσέγιεφ, τυπικά η Ρωσία έχει κάθε λόγο να δηλώσει στη Δύση ότι η απόφαση να προμηθεύσει το Ιράν με τα συστήματα Antey-2500 δεν αντίκειται στο διάταγμα του 2010. Όπως διευκρίνισε, τα δυο συστήματα έχουν διαφορετικές προδιαγραφές και χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ωστόσο ότι η απόφαση αυτή ούτως ή άλλως θα προκαλέσει την οργή του Ισραήλ και των ΗΠΑ.
Ο επικεφαλής του Κέντρου στρατηγικών αναλύσεων και τεχνολογιών, Ρουσλάν Πούχοφ, αναφέρει ότι τα συγκεκριμένα συστήματα είναι αμυντικά και, δεδομένου ότι το Ιράν βρίσκεται υπό διαρκή πίεση από πλευράς τρίτων χωρών, η επιθυμία του να ενισχύσει τις αμυντικές του δυνατότητες είναι απόλυτα φυσιολογική. Σύμφωνα με πληροφορίες από το υπουργείο Εξωτερικών του Ιράν, το θέμα αυτό μπορεί να είναι το σημαντικότερο στη διάρκεια της προγραμματισμένης για την 1η Ιουλίου συνάντηση του προέδρου της Ρωσίας με τον Ιρανό ομόλογό του, απερχόμενο πρόεδρο της χώρας, Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ. Ο Ιρανός ηγέτης θα αφιχθεί στη Μόσχα για την σύνοδο κορυφής των εξαγωγέων φυσικού αερίου. Όπως επεσήμανε η πηγή, «ως το τέλος της προεδρικής θητείας του Αχμαντινετζάντ απομένει μόνο ένας μήνας, και αν δεν τον απασχολούσε το θέμα των εξοπλισμών, τότε δεν θα είχε έρθει μόνο προς χάριν της συνόδου κορυφής για το αέριο».