Και αφού δεσμεύτηκαν στην τρόικα οι κυβερνώντες για αποχωρήσεις 15.000 δημοσίων υπαλλήλων μέχρι το τέλος του 2014, ο μεν πρωθυπουργός, με το κύρος που αντλεί από τη θέση του, αποφάνθηκε για τη μονιμότητα αυτής της ενέργειας, γιατί «το Σύνταγμα δεν απαγορεύει να απολυθούν δημόσιοι υπάλληλοι που η οργανική τους θέση καταργείται», ενώ συγχρόνως και ό ίδιος και ο υπουργός του Α. Μανιτάκης υπόσχονται
πρόσληψη ισάριθμων άλλων. Ο υπουργός μάλιστα Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της κυβέρνησης Σαμαρά Α. Μανιτάκης δείχνει περήφανος στους προ δεκαπενθημέου Νέους Φακέλους του Α. Παπαχελά, γιατί έπεισαν την τρόικα τους ποσοτικούς στόχους ότι πρέπει να τους συνδυάζουν με ποιοτικούς. Κι έτσι με νέες διαδικασίες, κατά δήλωσή του, θα πάρουν νέο προσωπικό για την ανανέωση της διοίκησης, φυσικά με αξιοκρατικά κριτήρια.
Σίγουρα αυτές οι δηλώσεις, και γι’ αυτό γίνονται, χαϊδεύουν τα αυτιά, αποπροσανατολίζουν τη σκέψη της πλειοψηφίας των απολυμένων του ιδιωτικού τομέα, των νέων ανέργων, των επισφαλών εργαζομένων κλπ. Και βέβαια σε καμιά περίπτωση ο αριστερών καταβολών κος Μανιτάκης δεν μπορεί να κατηγορηθεί για φασισμό, ούτε καν για αυθαιρεσία. Γιατί όταν μιλά η κυρίαρχη ιδεολογία για φασισμό παρουσιάζει τα πράγματα απλά, με ενέργειες και σύμβολα ευδιάκριτα και οι φασίστες της Χρυσής Αυγής τη βοηθούν σ’ αυτό όσο μπορούν καλύτερα. Ο λόγος τους και οι πράξεις τους, που φτάνουν σε βαθμό απίστευτης χυδαιότητας, χωρίζουν τα στρατόπεδα ξεκάθαρα σε δύο, κι έτσι τα επιχειρήματα κι εκείνων από το «συνταγματικό τόξο» που αν και εδράζονται σε αφετηρίες αυταρχικές ή και φασίζουσες χρησιμοποιούν λογικοφανή πειστικότητα, εγγράφονται σαν μέρος του δημοκρατικού διαλόγου. Σαν κι αυτόν που ανέπτυξαν οι «αριστεροί» υπουργοί της κυβέρνησης, Μανιτάκης και Ρουπακιώτης, που αφορούσε τους συμβασιούχους οι οποίοι δικαιώνονται από ασφαλιστικά μέτρα. Η ρύθμιση, που για τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης Μανιτάκη αφορά μόνο χρονικούς περιορισμούς από τα ασφαλιστικά μέτρα και την προσωρινή διαταγή μέχρι την κύρια αγωγή, ενώ για τον υπουργού Δικαιοσύνης Ρουπακιώτη μ’ αυτήν «επιχειρείται να καταργηθούν όσα στοιχεία έχουν απομείνει στο Κράτος Δικαίου», τελικά θα επανακατατεθεί μετά το Πάσχα με νέα διατύπωση, που θα εξασφαλίζει τη συναίνεση όλων των μερών. ¨Ολο το πρόβλημα δεν ήταν λοιπόν παρά θέμα διατύπωσης.
Εδώ και καιρό εκείνο που πια προκαλεί σχεδόν τρόμο δεν είναι τα ίδια τα μέτρα της εκτελεστικής εξουσίας όσο η μεθόδευσή τους, οι αναλύσεις και τα επιχειρήματα που επιστρατεύονται για να τα δικαιολογήσουν. Επίσημα χείλη βάλθηκαν να κάνουν μια διαφορετική, εν κενώ, ανάγνωση της οικονομικής και πολιτικής πραγματικότητα και δεν ήταν δύσκολο με μερικές συνεντεύξεις και εξαγγελίες να πείσουν για θέματα με τα οποία χρόνια τώρα μας σφυροκοπούσαν. Οι μηχανισμοί κυκλοφορίας ιδεών και επιχειρημάτων λειτουργούσαν και λειτουργούν πολύ καλά. Διακήρυτταν και διακηρύττουν την αντικειμενικότητα και την αξιοκρατία, πως είναι από τις μεγάλες και ουσιαστικές κατακτήσεις του δημοκρατικού κράτους, εφόσον δημοκρατία είναι το αντίθετο της αυθαιρεσίας, την ίδια στιγμή που οι ενέργειές των κυβερνώντων το διαψεύδουν.
Σαν να μην είναι το κράτος ουσιαστικά η οικονομικοπολιτική οργάνωση της κυρίαρχης τάξης, παράγοντας ελέγχου και διεύθυνσης μιας ολόκληρης κοινωνίας, που στις λειτουργίες του περιλαμβάνει και την υποταγή των υποτελών τάξεων με τις διάφορες μορφές του, ανάλογα με τον ταξικό συσχετισμό. Γι’ αυτό κι όταν επαναλαμβάνεται ότι στη δημοκρατία θα πρέπει να πραγματώνεται το δίπτυχο αντικειμενικότητα – αξιοκρατία, ώστε ουδείς να αδικείται, ουδείς να ευνοείται, και η αντικειμενικότητα επιστρατεύεται κάθε φορά για να νομιμοποιήσει τις κυβερνητικές αποφάσεις θα πρέπει να αναρωτηθούμε ποιος και πώς ορίζει την αντικειμενικότητα. Όσες οι αντικειμενικότητες τόσες και οι δημοκρατίες. Σε μια δημοκρατία με ουσιαστική λαϊκή κυριαρχία η επάνδρωση των δημόσιων θέσεων θα γίνεται με κριτήριο το βαθμό πτυχίου, τις συνεδριακές και βιβλιοπαραγωγικές επιδόσεις ή με ανθρώπους που απολαμβάνουν την λαϊκή εμπιστοσύνη; Ποια η σκοπιμότητα αυτών των κριτηρίων με τα οποία πρέπει η δημοκρατία να συμβαδίζει; Κάποιες φορές μπορεί πράγματι η δημοκρατία να εκλέγει τους δικούς της. Όλα τα πάντα εξαρτώνται από τι είδους είναι αυτή η δημοκρατία.
Γι’ αυτό και η βασική αιχμή της δικαιολόγησης όλων των αποφάσεων των κυβερνώντων, σχετικά με την κρατική μηχανή, που αφορά τον διορισμό των λιγότερο ικανών, το ρουσφετολογικό όργιο, τον εναγκαλισμό του κράτους από τα κόμματα εξουσίας, είναι πια μια κριτική που είναι παντελώς αναξιόπιστη. Κι όχι μόνο γιατί προέρχεται από αυτούς στους οποίους όλα αυτά δικαίως καταμαρτυρούνται, αλλά γιατί κυρίως πρόκειται για κριτική στερεότυπη και περίπου αναγκαστική, για να δικαιολογούνται μειώσεις μισθών, συντάξεων, απολύσεις κλπ. παρουσιάζοντας έναιδεολογικό δίλημμα της μορφής, αξιοκρατικός κρατικός μηχανισμός κι επομένως πειθαρχικός έλεγχος κι απολύσεις ή κρατικός μηχανισμός αντιπαραγωγικός και σπάταλος κι επομένως έλλειμμα και χρέος.
Επί σοσιαλιστικού ΠΑΣΟΚ μιλούσαν για κοινωνικά κριτήρια στις προσλήψεις στο δημόσιο όταν οι καιροί, λόγω κοινωνικών συσχετισμών, επίτασσαν κοινωνικοποίηση και λαϊκότητα, επί εκσυγχρονισμού του Σημίτη για αξιοκρατικά κριτήρια, όταν οργανωμένα συρρίκνωναν τα εργατικά δικαιώματα. Επί των ημερών του μνημονίου συμπληρώθηκαν αυτά, και μάλιστα μετ’ επιτάσεως, με τα κριτήρια του ελέγχου και αντικειμενικότητας, αποδιοργανώνοντας τις μάζες και προωθώντας την εξατομίκευση, για να εξοστρακιστεί η πολιτική και ο καθένας μας να εμφανίζεται μονίμως ανάξιος, οιωνεί κατηγορούμενος, απολογούμενος και οφειλέτης.
Στη φάση αποδυνάμωσης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και ανόδου του αυταρχικού κρατισμού, με έναν διοικητικό μηχανισμό που θα αποκτά ολοένα και μεγαλύτερες δικαιοδοσίες για οργάνωση των κοινωνικών σχέσεων μακριά από κοινωνικούς ελέγχους, περισσότερο από ποτέ ο μύθος της αντικειμενικότητας, αξιοκρατίας και αποτελεσματικότητας στη δημόσια διοίκηση δεν εξυπηρετεί παρά να παγιώσει την αντίληψη για ένα… υπερβατικό κράτος και να συγκαλύψει τα ταξικά συμφέροντα που εξυπηρετεί και στα οποία θεμελιώνεται.
Η κυβερνώσα αριστερά κάνει ό,τι μπορεί για να πειστούμε για την ουδετερότητα του κράτους και άρα για τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί για τα συμφέροντα των λαϊκών δυνάμεων, αν είμαστε… άξιοι. Η μαζική μας κατήχηση με την ευγενική χορηγία της ΔΗΜ.ΑΡ και την προσωπική προσφορά των κυρίων Μανιτάκη και Ρουπακιώτη συνεχίζεται…
Πηγή : Dies brumalis
http://wwwpraxisred.blogspot.gr