Σάββατο 27 Απριλίου 2013

Να επενδύσουμε στο χρηματιστήριο των αγώνων


    του Βασίλη Λιόση (*)   
Κατ΄ αρχάς να ευχαριστήσω για τη σημερινή πρόσκληση στην πολύ χρήσιμη σημερινή εκδήλωση της Πρωτοβουλίας. Περνάω ευθύς αμέσως στα επίμαχα ζητήματα.   

Η καπιταλιστική κρίση που έχει αγκαλιάσει σχεδόν το σύνολο των χωρών εκδηλώνεται με ιδιαίτερη σφοδρότητα στην Ελλάδα. Πώς ερμηνεύεται όμως το γεγονός ότι όλη η υφήλιος έχει στραμμένα τα μάτια της σε μια κουκίδα του χάρτη; Τι είναι αυτό που μας οδηγεί να μιλήσουμε για ελληνική ιδιαιτερότητα;


Κωδικοποιώντας μιαν απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα έλεγα πως:

[i] Η κρίση του καπιταλισμού παράγεται σε τελική ανάλυση από τη μήτρα της βασικής αντίθεσης του. Επομένως, η Ελλάδα δε θα μπορούσε και δεν έχει ξεφύγει από αυτό το «σιδερένιο» κανόνα. Τα πολιτικά και οικονομικά μέτρα που λαμβάνονται στην Ελλάδα είναι το απότοκο της προσπάθειας του ελληνικού κεφαλαίου να μεταφέρει τις συνέπειες της κρίσης στην εργατική τάξη κι εν γένει στον ελληνικό λαό.

[ii] Αυτό σε συνδυασμό με το χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού (Ελλάδα εξαρτημένη και μέσου επιπέδου ανάπτυξης) δίνουν μια βασική απάντηση στο ερώτημα γιατί οι εργαζόμενοι δέχονται τη χειρότερη αντεργατική επίθεση από την εποχή της μεταπολίτευσης κι εντεύθεν. Η εξάρτηση της Ελλάδας βαθαίνει σε όλα τα επίπεδα (οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό, διπλωματικό, διατροφικό, τεχνολογικό), ενώ πλέον υπάρχουν έντονα σημάδια νεοαποικιοκρατίας.

[iii] Όμως αυτή η προσπάθεια δεν είναι μόνο σε επίπεδο εθνοκρατικού σχηματισμού αλλά και σε διακρατικού. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως εντός της ΕΕ κυρίως η Γερμανία επιχειρεί και το έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό, να αποσείσει από τις πλάτες της την κρίση και να τη μεταφέρει στους αδύναμους κρίκους όπως η Ελλάδα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι τα πλεονάσματα του Βορρά ισούνται με τα ελλείμματα του Νότου.

[iv] Η δημιουργία ΕΟΖ εντός της Ελλάδας είναι ακόμη μια στόχευση των μονοπωλίων που θα έχουν εξασφαλίσει φθηνότατο και αξιόπιστο εργατικό δυναμικό, φορολογική ασυλία, πλεονεκτική γεωγραφική θέση παραγωγής προϊόντων.

[v] Το ενεργειακό ζήτημα δίνει ακόμη μιαν απάντηση της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Με δεδομένη την ενεργειακή ένδεια της Γερμανίας αλλά και την ανακάλυψη πλούσιων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου εντός της ελληνικής επικράτειας, μπορούμε να καταλάβουμε τι πλιάτσικο ετοιμάζεται στη χώρα από πολυεθνικές εταιρείες. Και για να γίνει απροκάλυπτα πρέπει να τηρούνται δυο προϋποθέσεις: η χώρα να είναι καταχρεωμένη και ο λαός της εξαθλιωμένος.


Α. Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Αν και η σύνθεση του ακροατηρίου είναι τέτοια που μάλλον δε χρειάζεται να πεισθούμε για τη φύση της ΕΕ, επιτρέψτε μου να υπενθυμίσω μερικές βασικές σταθερές.

Από τότε που ξεκίνησαν οι προσπάθειες ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ υπήρξε μια καλοστημένη προπαγάνδα που επιχειρούσε να πείσει τον κόσμο ότι η ΕΟΚ ήταν ένα όραμα για μια ενωμένη Ευρώπη που περίπου θα ήταν παραδεισένια. Μάλιστα, προκειμένου να πεισθεί ο κόσμος για το «ευγενές» εγχείρημα επιστρατεύτηκαν διάφοροι διανοητές αστοί όπως ο Ζαν Μονέ που απογύμνωναν το ιμπεριαλιστικό εγχείρημα από το ταξικό του περιεχόμενο. Στην Ελλάδα υπόσχονταν πως θα φάμε με χρυσά κουτάλια και άλλα τέτοια χαριτωμένα. Ωστόσο, ήδη από το 1957 οπότε και υπογράφεται η συνθήκη της Ρώμης, διακηρύσσεται πως «η εθνική κυριαρχία θεωρείται πλέον ένα ξεπερασμένο δόγμα». Τα όσα ακολούθησαν δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για το ρόλο της ΕΟΚ/ΕΕ που ήταν ανέκαθεν ένα κατασκεύασμα των μονοπωλίων.

Τα αστικά πολιτικά κόμματα όλα τα προηγούμενα χρόνια μπόρεσαν με τη δύναμη των ΜΜΕ αλλά και την παροχή ευρωπαϊκών προγραμμάτων να εξασφαλίσουν την ανοχή, την ουδετερότητα ή και την ενεργητική στήριξη πλατιών πληθυσμιακών κατηγοριών. Ωστόσο, η παραμονή της χώρας στη λυκοσυμμαχία της ΕΕ λειτουργούσε ως βραδυφλεγής βόμβα. Αναφέρω χαρακτηριστικά:

[i] Το 1980 οι εξαγωγές των ελληνικών προϊόντων ήταν κατά 6,9 δις δρχ περισσότερες από τις εισαγωγές που προέρχονταν από τις χώρες της ΕΟΚ. Από το 1981 κι έπειτα εμφανίζεται αυξανόμενο έλλειμμα.

[ii] Στο βιομηχανικό τομέα τα πρώτα χρόνια της ένταξης οι εισαγωγές προϊόντων από χώρες της ΕΟΚ αυξήθηκε κατά 88%, ενώ οι εξαγωγές μόλις κατά 26%.

[iii] Όσον αφορά στο χρέος της Ελλάδας, από το 1979 μέχρι και το 2009 δεκαπενταπλασιάστηκε.

Β. ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΝΕ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩ

Η δημιουργία της ευρωζώνης ήταν πρώτα από όλα ένα γερμανικό αρχιτεκτόνημα, ενταγμένο στη γενικότερη στρατηγική του γερμανικού κεφαλαίου όπως αυτή σχεδιαζόταν ήδη από το 19ο αιώνα. Η επιβολή της δανειακής σύμβασης και όλων των συμπαρομαρτούντων στην Ελλάδα δεν ήταν μια σπασμωδική κίνηση του γερμανικού κεφαλαίου, αλλά μια κίνηση οργανωμένη και μεθοδευμένη, τις απαρχές της οποίας μπορούμε να βρούμε στο ξεκίνημα του 2000, οπότε και εξερράγησαν οι «φούσκες» των χρηματιστηριακών προϊόντων νέας τεχνολογίας. Η Γερμανία αντιλαμβανόμενη πως η αρνητική εξέλιξη στην «αυγή» της δεκαετίας του 2000 θα φέρει μια «χιονοστιβάδα» εξελίξεων, φρόντισε να λάβει από τότε τα μέτρα της. Συγκεκριμένα, αφού προέκυψε το προαναφερθέν πρόβλημα, αντί τα ρέοντα κεφάλαια να κατευθύνονται προς τις γερμανικές τράπεζες, τα γερμανικά κεφάλαια αποδημούσαν, με τους Γερμανούς επενδυτές να πωλούν οτιδήποτε γερμανικό και μεταξύ άλλων και τα γερμανικά τραπεζικά και κρατικά ομόλογα. Οι επιπτώσεις άρχισαν να γίνονται σοβαρές για τη γερμανική οικονομία: Η ρευστότητα άρχισε να περιορίζεται με τα γερμανικά επιτόκια να παίρνουν την ανιούσα.

Τότε ήταν, λοιπόν, που το σχέδιο μπήκε σε εφαρμογή: η Γερμανία χρειαζόταν άμεσα την κυκλοφορία του ενιαίου νομίσματος, κάτι που θα εμπόδιζε τα υπόλοιπα κράτη να πηγαίνουν σε υποτίμηση των εθνικών νομισμάτων τους και άρα να τονώνουν τις εξαγωγές τους. Επίσης, σχεδίαζε τη χρησιμοποίηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ως μια δεξαμενή που θα διοχέτευε με φθηνό χρήμα τις υπόλοιπες χώρες προκειμένου να τονωθούν οι γερμανικές εξαγωγές. Όπως εύστοχα τόνισε ο πανεπιστημιακός Λ. Βασαπόλο «[…] το ίδιο το ευρώ μπορεί να θεωρηθεί ως ένα είδος “σούπερ μάρκου”: Ως δεδομένο έτσι οι συναλλαγματικές ισοτιμίες των άλλων ευρωπαϊκών χωρών δεν καθορίστηκαν από το σχετικό τους πλούτο, αλλά από τις πολιτικές, οικονομικές ανταγωνιστικές ανάγκες της Γερμανίας».

Η υιοθέτηση του ευρώ αύξησε το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας υπερβαίνοντας αυτό της Ιαπωνίας και της Κίνας και φέρνοντάς την στην πρώτη θέση παγκοσμίως σε εξαγωγές. Ταυτόχρονα κι ενώ οι γερμανικές εξαγωγές ακολουθούσαν αύξουσα πορεία, δε συνέβαινε το ίδιο με τις ελληνικές εξαγωγές στη Γερμανία που έβαιναν μειούμενες: οι εισαγωγές των ελληνικών προϊόντων στη Γερμανία το 1992 ήταν 2,2 δις δολάρια, ενώ το 2002, έτος υιοθέτησης του ευρώ, ήταν 1,7 δις δολάρια.

Συγχρόνως με όλα τα παραπάνω, δε θα πρέπει να μας διαφεύγει πως η θέσπιση του ευρώ ευνόησε ευρύτατα τμήματα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και όχι μόνο του γερμανικού, αφού διευκολύνθηκε η κίνηση των κεφαλαίων και ανεξαρτητοποιήθηκαν οι κεντρικές τράπεζες από τις εθνικές νομοθεσίες. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την οδηγία Μπολκενστάιν, την ευελφάλεια κ.ά. μείωσαν δραματικά την τιμή της εργατικής δύναμης της ευρωπαϊκής εργατική τάξης.

Γ. ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΤΕΘΕΙ

Η περίοδος που διανύουμε από το 2010 κι έπειτα είναι εξαιρετικά πυκνή σε γεγονότα. Η κρισιακή φάση έφερε κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις και νέους συσχετισμούς. Πολιτικές προτάσεις συγκροτήθηκαν, μεταλλάχθηκαν, αναπροσαρμόστηκαν. Θα επιχειρήσω, λοιπόν, να κάνω μια κριτική προσέγγιση των κυριότερων προτάσεων που κατατέθηκαν.

[i] Η λογική του «δεν έχει σημασία το ευρώ ή η δραχμή», ή που λέει πως «το αίτημα εξόδου από την ΕΕ δεν έχει νόημα αν δε συνοδεύεται από το σοσιαλιστικό πλαίσιο», ή ότι «η πρόταση για κατάργηση των μνημονίων και της μονομερούς παύσης πληρωμών είναι διαχειριστικό αίτημα και λοξοκοιτά σε συμμαχίες με τμήματα της αστικής τάξης», δεν έχει καμία σχέση με τη διαλεκτική σκέψη, με την επαναστατική τακτική, με την υπηρέτηση του στρατηγικού στόχου. Η ταύτιση της τακτικής με τη στρατηγική το μόνο που πετυχαίνει είναι η όλο και μεγαλύτερη απομάκρυνση από το στρατηγικό στόχο.

[ii] Από την άλλη είναι αντιφατικό όταν διαπιστώνεται από δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η ανάγκη ενός συνεκτικού αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού πακέτου αιτημάτων που περιέχει τη μονομερή παύση πληρωμών, την κατάργηση των μνημονίων, την εθνικοποίηση των τραπεζών, την έξοδο από την ΕΕ κ.ά., ενώ από την άλλη θεωρείται θέση αρχής η μη συμμετοχή σε κυβέρνηση δυνάμεων που τείνουν να στηρίξουν ένα τέτοιο πρόγραμμα (όπως βεβαίως δεν μπορεί να θεωρηθεί θέση αρχής και η συμμετοχή). Επιπλέον ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν είναι σωστό κατά τη γνώμη μου να χαρακτηρίζεται ως αντικαπιταλιστικό γιατί αυτό στενεύει αφόρητα τη δυνατότητα συμμαχιών. Αντικαπιταλιστικό μπορεί και να σημαίνει την πρόθεση κοινωνικοποίησης των πάντων από την πρώτη ημέρα: από το περίπτερο μέχρι και τη μεγάλη βιομηχανία.

[iii] Όσον αφορά στο «σχέδιο Β», μοιάζει με μονομανία η επικέντρωση στο ζήτημα του ευρώ. Δε γίνεται σαφές αν η εφαρμογή αυτού του σχεδίου θα είναι το εφαλτήριο για την κοινωνική ανατροπή ή για μια «χρηστή» διαχείριση που απλώς θα στοχεύει σε μια πιο δίκαιη ανακατανομή του πλούτου. Θα πρέπει να είμαστε κάθετοι: ένα μοντέλο κεϋνσιανής ή νεοκεϋνσιανής διαχείρισης είναι και ουτοπικό και αποπροσανατολιστικό για το λαϊκό κίνημα. Οποιοδήποτε πρόγραμμα ριζοσπαστικής κατεύθυνσης θα πρέπει να έχει στρατηγική στόχευση την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης. Δεν πρόκειται για μια ιδεοληψία περασμένων εποχών όπου λειτουργούσε το λεγόμενο «αριστερόμετρο» και που ο καθένας κοίταζε να κάνει μια πρόταση που να βρίσκεται αριστερότερα κάποιας άλλης, μόνο και μόνο για να αυτοϊκανοποιηθεί ο ίδιος και το ακροατήριό του. Η ανατροπή είναι αδήριτη ανάγκη και το ζητούμενο είναι η εύρεση του προσφορότερου δρόμου για την προσέγγισή της.

[iv] Θα σταθώ, όμως, ιδιαίτερα στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ για δυο βασικά λόγους: επειδή τα έφερε έτσι η ιστορική συγκυρία που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται κοντά στην κυβερνητική εξουσία κι επειδή ακολουθεί μια πορεία που γίνεται όλο και πιο δεξιόστροφη. Πέρα από τις παλινωδίες της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει μια σταθερή θέση και αυτή είναι περί παραμονής στο ευρώ. Ρωτάω λοιπόν: τι άλλο χρειάζεται για να αλλάξει η θέση περί παραμονής; Πόσο πρέπει να φτάσει η ανεργία στην Ελλάδα όταν είναι κοντά στο 30%, ενώ για τους νέους προσεγγίζει το 60%; Δε φτάνουν οι 3.000 αυτοκτονίες; Δε φτάνει η διάλυση των εργασιακών σχέσεων; Δε φτάνει η απώλεια χιλιάδων ευρώ σε κάθε ελληνική οικογένεια; Δε φτάνει η εκχώρηση της εθνικής ανεξαρτησίας και τα φαινόμενα νεοαποικιοκρατίας; Και δεν πρέπει να παρθεί υπόψη ότι σήμερα η άποψη των Ελλήνων εργαζομένων για την ΕΕ έχει αλλάξει άρδην; Αναφέρω χαρακτηριστικά: με βάση δημοσκόπηση της GPO στην ερώτηση για το «αν η ΕΕ εξελίσσεται σε μια ένωση κρατών υπό τη γερμανική κυριαρχία», συμφωνώ και μάλλον συμφωνώ απάντησε το 91,2%. Στην ερώτηση για το «αν η ΕΕ όπως είναι σήμερα λειτουργεί προς όφελος των λαών», όχι και μάλλον όχι απάντησε το 90,1%. Στην ερώτηση αν «είναι εφικτή η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για κατάργηση του Μνημονίου με παραμονή στο ευρώ», όχι και μάλλον όχι απάντησε το 75,6%. Στην ερώτηση για το αν «η χώρα μας πρέπει αν παραμείνει πάση θυσία στη ζώνη του ευρώ», όχι και μάλλον όχι απάντησε το 38,5%. Μάλιστα στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ το ποσοστό αυτό ήταν 65,7%. Σε αντίστοιχη δημοσκόπηση της Public issue στην ερώτηση «τι γνώμη έχετε για το ευρώ», αρνητικά απάντησε το 42%, ενώ για την ΕΕ, αρνητικά απάντησε το 66%. Και πάλι στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ αρνητική γνώμη για το ευρώ είχε το 63%.

Φίλοι και συναγωνιστές, όλο και περισσότεροι αγωνιστές σήμερα αντιλαμβάνονται πως δε γίνεται να κάνουμε διαλόγους κωφών, να βγάζουμε δεκάρικους ή να χτυπάμε τα στήθη μας σα μανιάτισσες μοιρολογίστρες για το κακό που μας βρήκε. Το κίνημα είναι όντως σε πολύ δύσκολη θέση, αλλά η ιστορία έχει γυρίσματα. Άλλωστε οι φόβοι του Γιούνκερ για κοινωνική έκρηξη και οι παλαιότερες προειδοποιήσεις του Σόρος για τους λαούς που θα διεκδικήσουν ό,τι τους έχουν πάρει, ας ληφθούν σοβαρά υπόψη. Οι δυνάμεις που αγωνιούν για το μέλλον του τόπου και του λαϊκού κινήματος πρέπει να είναι προετοιμασμένες για την επόμενη ιστορική καμπή. Μέχρι, όμως, αυτή να εμφανιστεί απαιτείται:

[i] Ανοικτός και ειλικρινής διάλογος. Η συντροφική κριτική πρέπει να είναι συστατικό στοιχείο αυτού του διαλόγου.

[ii] Διερεύνηση της δυνατότητας για τη σύμπηξη ενός κοινωνικού και πολιτικού μετώπου με τη διαμόρφωση ενός Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού προγράμματος.

[iii] Συντονισμός μέσα στο κίνημα, στα αιτήματα, στις γενικές συνελεύσεις, στις πορείες και στις απεργίες. Κρίσιμο σημείο θα είναι η προσπάθεια αναζωογόνησης του εργατικού κινήματος.

[iv] Να εξηγείται στο λαό πως η οποιαδήποτε φιλολαϊκή πολιτική θα είναι πορεία ταξικής σύγκρουσης και μάλιστα σκληρής και ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή κατάληξή της δεν μπορεί παρά να είναι η ενεργητική λαϊκή συμμετοχή και η στήριξη του όποιου ριζοσπαστικού εγχειρήματος από την πλευρά της εργατικής τάξης.

* * * *

Η σημερινή κατάσταση που βιώνει η συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού μοιάζει με ένα κακό όνειρο. Δυστυχώς, όμως, πρόκειται για μια πραγματικότητα που ενέσκηψε βίαια, που ροκανίζει τις ζωές μας, που έχει σπείρει την απόγνωση, το άγχος και την κατάθλιψη. Στο άμεσο μέλλον θα υπάρξει χειροτέρευση των όρων ζωής των εργαζομένων με υπαρκτή την πιθανότητα κουρέματος των καταθέσεων. Το πιθανό μελλοντικό κούρεμα σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ανεργία και την επιδείνωση των δεικτών απόλυτης και σχετικής εξαθλίωσης θα έχει απρόσμενες εξελίξεις στο επίπεδο της οικονομίας, της πολιτικής και της κοινωνίας. Καθήκον όσων κατανοούν την ανάγκη αντίστασης σε αυτήν τη ζοφερή κατάσταση δεν είναι ούτε να περιγράφουν απλώς τα δεινά των εργαζομένων, ούτε να παριστάνουν τους δονκιχώτες που παλεύουν με ανεμόμυλους, ούτε να τους ενδιαφέρει η διαχείριση της κατάστασης αλλά ούτε και να καμώνονται τους άκαμπτους υπερεπαναστάτες, ενώ πρακτικά βρίσκονται σε πλήρη αδράνεια.

Υπάρχει μια τεράστια ιστορική εμπειρία από το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα και ειδικά από αυτόν εδώ τον τόπο. Πρόκειται για ένα θησαυρό στα χέρια μας. Ας ανοίξουμε το ιστορικό σεντούκι και ας αντικρύσουμε τα τιμαλφή. Δεν έχουμε δικαίωμα να τα εκτιμήσουμε ως άνθρακα και να τα πετάξουμε, αλλά να τα βάλουμε στο χρηματιστήριο των αγώνων. Διαφορετικά θα χρεοκοπήσουμε πολιτικά και η ιστορική ευθύνη που θα πάρουμε θα είναι τεράστια και κανείς δε θα μας συγχωρήσει για αυτό το ατόπημα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  1. 1. Λ. Βασαπόλο: «Ευρώ, το σούπερ – μάρκο», Πριν, 15/7/2012.
  2. 2. Παναγιώτου Πάνου, «Πώς η Γερμανία υπερχρέωσε και χρεοκόπησε το Νότο για να σωθεί η ίδια από την κατάρρευση», περιοδικό Επίκαιρα, τ. 142, 5/7-17/7/12.
  3. 3. Λιόσης Βασίλης, Ιμπεριαλισμός και Εξάρτηση, εκδ. ΚΨΜ
  4. 4. ΝΑΡ, Πανελλαδικό σώμα για την καπιταλιστική κρίση, Ιανουάριος 2011
  5. 5. Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής, Ευρώ ή Δραχμή, Σχέδιο Β, εκδ. Κοροντζή
  6. 6. www.syriza.gr
  7. 7. Για τη δημοσκόπηση της GPO βλέπε στο  http://www.megatv.com/anatropi/default.asp?catid=18188
  8. 8. Για τη δημοσκόπηση της Public issue βλέπε στο www.iskra.gr
(*) Τοποθέτηση στην Ημερίδα της Πρωτοβουλίας κατά του Ευρώ και της ΕΕ  με θέμα «Έξοδος από Ευρωζώνη και  ΕΕ:  Αναγκαιότητα, Δυνατότητα, Προοπτικές» που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη, 24/4/2013 στην ΑΣΣΟΕ