Фωτоγραφία: ΕΡΑ |
Κεντρικό γεγονός του 2012 στη Ρουμανία ήταν η πολιτική κρίση, η οποία οδήγησε στην αλλαγή της κυβέρνησης και την αποτυχημένη απόπειρα ανατροπής και του προέδρου. Η πολιτική κρίση ήταν μια από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, από την οποία διέρχεται η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η διακοπή της δανειοδότησης από ξένες τράπεζες, η μείωση των εσόδων του προϋπολογισμού, καθώς και η πτώση του
επιπέδου των εισοδημάτων των Ρουμάνων πολιτών, οι οποίοι εργάζονται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξανάγκασαν την κυβέρνηση της Ρουμανίας να υιοθετήσει μια σειρά από πολύ αντιδημοφιλή μέτρα και να μειώσει δραστικά τα κοινωνικά προγράμματα. Οι ρουμανικές εφημερίδες έγραψαν ότι «το κοινωνικό κράτος πέθανε» και η αντιπολίτευση δεν μπορούσε να μην εκμεταλλευθεί αυτήν την κατάσταση. Η συμμαχία των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, η Κοινωνικο-Φιλελεύθερη Ένωση, σχηματίστηκε από ιδεολογικά απομακρυσμένα κόμματα: τους αριστερούς σοσιαλ-δημοκράτες και τους δεξιούς φιλελεύθερους. Ουσιαστικά η ενωμένη αντιπολίτευση δεν διέθετε κοινό πρόγραμμα, όμως η κοινή επιθυμία να αποπεμφθεί ο πρόεδρος και να αξιοποιηθούν οι διαθέσεις διαμαρτυρίας του εκλογικού σώματος αποδείχθηκαν επαρκείς για την επίτευξη της πολιτικής επιτυχίας.
Την άνοιξη η αντιπολίτευση κατόρθωσε να αποκτήσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, στην οποία προσχώρησε μεγάλος αριθμός «διαρροών» από την κυβερνώσα συμμαχία. Η κυβέρνηση του Τραϊάν Ουνγκουριάνου, πρώην επικεφαλής της Υπηρεσίας Εξωτερικής Κατασκοπείας της Ρουμανίας καταψηφίστηκε στη Βουλή και τη θέση της ανέλαβε το υπουργικό συμβούλιο, που σχημάτισε ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Βίκτορ Πόντα. Η κατάσταση αυτή όξυνε την πολιτική σύγκρουση μεταξύ προέδρου και αντιπολίτευσης. Κορύφωση της σύγκρουσης ήταν η απόπειρα αποπομπής του προέδρου Μπεσέσκου. Παρά το γεγονός ότι το 87 % των ψηφοφόρων, που συμμετείχαν στο Δημοψήφισμα με ερώτημα την αποπομπή ή όχι του προέδρου, ψήφισαν υπέρ της απομάκρυνσής του, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρουμανίας έκρινε το Δημοψήφισμα άκυρο, ενώ ο Μπεσέσκου διατήρησε το αξίωμά του. Η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου έγινε δεκτή με αρνητικό τρόπο από σημαντικό μέρος της κοινωνίας, καθώς δημιούργησε την εντύπωση ότι το Δικαστήριο δρούσε κατ’ εντολήν του προέδρου και όρισε αυθαιρέτως την αναγκαιότητα να υπερβαίνει το 50 % η συμμετοχή των ψηφοφόρων για την αναγνώριση των αποτελεσμάτων του Δημοψηφίσματος. Κατά την περίοδο της μέγιστης πολιτικής έντασης, εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ ευθέως ενεπλάκησαν στην εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση και εμφανώς υποστήριζαν τον πρόεδρο Μπεσέσκου. Ο πρεσβευτής των ΗΠΑ κατηγόρησε την αντιπολίτευση ότι παραβιάζει τη νομοθεσία και τις αρχές του κράτους δικαίου, ενώ ο πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μπαρόζο ανάγκασε τον πρωθυπουργό Βίκτορ Πόντα να αναγνωρίσει την ήττα του στο Δημοψήφισμα και να τερματίσει τις προσπάθειες ανατροπής του προέδρου. Το αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ απέστειλε στο Βουκουρέστι ειδικό απεσταλμένο, τον Φιλίπ Γκόρντον, ο οποίος είχε «διαπαιδαγωγητικές συνομιλίες» με τους ηγέτες της αντιπολίτευσης, ενώ δήλωσε επίσης ότι «υπάρχουν βάσιμες υποψίες για σοβαρές παραβιάσεις του νόμου», οι οποίες δήθεν έλαβαν χώρα κατά τη διαδικασία της ψηφοφορίας στο Δημοψήφισμα, αν και τους μήνες που ακολούθησαν τελικά δεν βρέθηκαν αποδείξεις για την επιβεβαίωση αυτών των κατηγοριών.
Η τόσο βίαιη και άκομψη εμπλοκή της Δύσης στις εσωτερικές υποθέσεις της Ρουμανίας και η υποστήριξη, που παρασχέθηκε στον αντιδημοφιλή πρόεδρο Μπεσέσκου, δεν μπορούσε να μην έχει συνέπειες στο πώς αντιλαμβάνεται τη Δύση η ρουμανική κοινωνία. Στην κοινωνική συνείδηση ο Τραϊάν Μπεσέσκου συνδεόταν πρωτίστως με τις οικονομικές δυσκολίες και τη διακοπή των κοινωνικών προγραμμάτων, ενώ η Δύση τώρα άρχισε να ταυτίζεται με την υποστήριξη του Τραϊάν Μπεσέσκου. Το αποτέλεσμα ήταν να διαμορφωθεί μια λογική συνειρμική αλυσίδα: φτώχεια – Μπεσέσκου – Δύση. Σημαντικό ρόλο στη διαδικασία γέννησης των αντιδυτικών και ευρωσκεπτικιστικών διαθέσεων στην κοινωνία έπαιξε και η ανοιχτή περιφρόνηση, με την οποία οι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ αντιμετώπισαν τα αποτελέσματα της λαϊκής ψηφοφορίας. Η χώρα, που πάντοτε θεωρείτο φιλοαμερικανική και φιλοευρωπαϊκή, ο ευρωσκεπτικισμός και ο αντιαμερικανισμός μπήκαν στη μόδα.
Κεντρικό γεγονός του τέλους του έτους αποτέλεσαν οι βουλευτικές εκλογές, στις οποίες η Σοσιαλ-Φιλελεύθερη Ένωση έλαβε περισσότερους από το 60 % των ψήφων των ψηφοφόρων. Παρά τη συγκριτικά χαμηλή προσέλευση, οι διαμαρτυρόμενοι ψηφοφόροι εξασφάλισαν τη νίκη της αντιπολίτευσης. Η αντιπολίτευση σχημάτισε νέα κυβέρνηση, ωστόσο για εκείνο το τμήμα του εκλογικού σώματος, που ήλπιζε στην τελειωτική νίκη επί του Τραϊάν Μπεσέσκου, η γεύση της νίκης αποδείχθηκε πικρή. Αφότου ο πρεσβευτής των ΗΠΑ πραγματοποίησε «ενημερωτική επίσκεψη» στον μελλοντικό πρωθυπουργό, ο Βίκτωρ Πόντα συμφώνησε να υπογραφεί ένα είδος «συμφώνου συνύπαρξης», στο οποίο ορίζονται πολυάριθμοι περιοριστικοί όροι, που ανέλαβε η νέα κυβέρνηση. Ουσιαστικά ο πρόεδρος καλύπτεται με απόλυτο άσυλο προστασίας και οι εξουσίες του αυξάνονται σημαντικά. Αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων δεν θα μπορούσε να μην ενισχύσει τις αντιδυτικές διαθέσεις στη ρουμανική κοινωνία.
Η Ρουμανία υποδέχεται το 2013 με άλυτα κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα. Το έτος, που πέρασε, σημαντικό μέρος της ρουμανικής κοινωνίας έχασε τις αυταπάτες του σχετικά με τη Δύση και τη ρουμανική πολιτική τάξη, πράγμα, που σημαίνει ότι η επόμενη χρονιά θα είναι πολύ ανήσυχη και το πιθανότερο είναι ότι μια νέα πολιτική κρίση επίκειται στη Ρουμανία.
http://greek.ruvr.ru/